Κάποιες άλλες εκδοχές μιλούν για την μοναδική τέχνη του Γλαύκου του Χίου ή του Σάμιου καθώς είναι αυτός που βρήκε την κόλληση του σιδήρου, ένα τεχνίτης Γλαύκος που γνωρίζει το σίδηρο την επεξεργασία του και την κατεργασία του. Η αρχαιότατη ανακάλυψη της κατεργασίας του σιδήρου ανήκει στους Έλληνες.
Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum
Centuria 5, section 49, line 1
Centuria 5, section 49, line 1
<Γλαύκου τέχνη:> ἐπὶ τῶν μὴ ῥᾳδίως κατεργαζομένων.
ἢ ἐπὶ τῶν πάνυ ἐπιμελῶς καὶ ἐντέχνως εἰργασμένων· ἐπειδὴ
οὗτος εὗρε σιδήρου κόλλησιν, Χῖος ὤνPausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 10, chapter 16, section 1, line 4
τοῦτο <Γλαύκου>
μέν ἐστιν ἔργον τοῦ Χίου, σιδήρου κόλλησιν ἀνδρὸς εὑρόντος·
Suda, Lexicon
Alphabetic letter sigma, entry 376, line 2
ὅτι Γλαῦκός τις Σάμιος πρῶτος σιδήρου κόλλησιν ἐξεῦρε.
«Γλαύκος γαρ Χίος σιδήρου κόλλησιν εύρεν, στον Φαίδωνα του Πλάτωνος .
Ο Γλαύκος ο Χίος ή ο Σάμιος κατά το λεξικό του Σουίδα είναι ο πρώτος που ανακάλυψε την κόλληση του Σιδήρου Ο πρωταρχικός ρόλος του σιδήρου και των μετάλλων γενικότερα στην εξέλιξη της ιστορίας της ανθρωπότητας. Κόλληση σιδήρου αλλά και η μετατροπή του σε σκληρό χάλυβα. Σκλήρυνση μέσω της ενανθράκωσης, θερμαίνοντας δηλαδή στον σίδηρο μέσα σε διάπυρη χόβολη από ξυλοκάρβουνα και κατόπιν μέσω θερμικής κατεργασίας –βαφής – και την επαναθέρμανσής του σε χαμηλή πλέον θερμοκρασία.
Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum
Centuria 5, section 49, line 1
Centuria 5, section 49, line 1
<Γλαῦκος πιὼν μέλι, ἀνέστη:> ἐπὶ τῶν κηρυχθέν-
των, ὅτι ἀπέθανον, εἶτα φανερουμένων⁝
<Γλαύκου ἀπο-
θανόντος,> οὐ τοῦ Σισύφου, ἐπὶ τῷ μέλιτι, ὁ Μίνως ἐν
τῷ τύμβῳ κατώρυξε τὸν τοῦ Κοιράνου Πολύειδον, ὃς ἦν
ἐκ τοῦ Ἄργους. ὃς ἰδὼν δράκοντι πόαν ἐπιθέντα τεθνεῶτι
καὶ ἀναστήσαντα αὐτὸν, καὶ οὗτος τὸ αὐτὸ ποιήσας εἰς
τὸν Γλαῦκον ἀνέστησε. Τοῦτο δὲ ἀδύνατον. ἐγένετο δὲ
τοιόνδε τί· Γλαῦκος πιὼν μέλι, ἐταράχθη· χολῆς δὲ πλείο-
νος αὐτῷ κινηθείσης ἐλυποθύμησεν ὁ Γλαῦκος. ἀφίκοντο
οὖν οἵ τε ἄλλοι ἰατροί, ἅτε δὴ χρήματα ληψόμενοι, ἀλλὰ
δὴ καὶ Πολύειδος. ὃς ἰδὼν τὴν πόαν ἣν ἔμαθε παρά τινος
ἰατροῦ, ᾧ ὄνομα ἦν Δράκων, καὶ ταύτῃ τῇ βοτάνῃ χρη-
σάμενος, ὑγιᾶ ἐποίησε τὸν Γλαῦκον. ἔλεγον οὖν τινες, ὅτι
Πολύειδος τὸν Γλαῦκον ὑπὸ μέλιτος
θανόντα ἀνέστησεν·
ἀφ' ὧν τὸν μῦθον ἐπλάσσαντο.
Οι Παροιμιογράφοι, Μυθολόγοι, Ἀνθολόγοι όπως ο Μιχαὴλ Ἀποστόλιος δίνουν τις δικές τους εκδοχές, κατά τον 15ο αιώνα, για τις
μυθικές θεότητες όπως ο Γλαύκος.
Οτι ο Γλαύκος τρώγοντας/πίνωντας μέλι αναστήθηκε και ότι ο Δράκων ήταν ο γιατρός που
τον εφερε στη ζωή μετα από την λυποθυμία που είχε…και κάπως έτσι πλασθηκε ο
μύθος για την επαναφορά του στη ζωή- ενώ στην ουσία ειχε λυποθυμήσει και ότι ανεστήθει, ενώ θεωρούσαν ότι ήταν νεκρός, και
επανήλθε στη ζωή.
Δεν στεκομαι στις θεραπευτικές και μοναδικές
ιδιότητες του μελιού, αυτά μπορειτε να τα βρείτε σε διάφορα site : http://www.meli-kalavrita.gr/properties.html
Ούτε στην σύνδεση του μελιού και των Εσσήνων- ιερέων ή της Μέλισσοθεάς στην Κρήτη, αυτα θα αναφερθούν σε κάποιο μελλοντικό κείμενο
<Γλαῦκος φαγὼν πόαν οἰκεῖ ἐν θαλάττῃ:> ὁμοία
τῇ προτέρᾳ⁝ <Αἴδεται> ὅτι Γλαῦκος ὁ θαλάττιος φαγὼν
πόαν, ἀθάνατος ἐγένετο καὶ νῦν ἐν θαλάττῃ οἰκεῖ. τὸ δὲ
τῇ πόᾳ ταύτῃ μόνον Γλαῦκον ἐντυχεῖν, καὶ λίαν ἔνι γε
εὐηθές, τό τε ἄνθρωπον ἐν θαλάσσῃ ἢ ἄλλο τι τῶν χερ-
σαίων ζῆν. Ἔχει δὲ τὸ ἀληθὲς οὕτως· Γλαῦκος ἦν ἀνὴρ
ἁλιεὺς Ἀνθηδόνιος· ἦν δὲ κολυμβητής, ἐν τούτῳ ὑπερ-
φέρων πάντων κολυμβητῶν. κολυμβῶντα δὲ ἐν τῷ λιμένι
ὁρώντων αὐτὸν τῶν πολιτῶν, αὐτὸς διακολυμβήσας εἴς
τινα τόπον, καὶ μὴ ὠφθεὶς τοῖς οἰκείοις ἡμέρας ἱκανάς,
διακολυμβήσας πάλιν, ὤφθη αὐτοῖς. πυνθανομένων δὲ τῶν
οἰκείων, ποῦ διέτριβεν, αὐτὸς ψευδόμενος ἔφη, Ἐν τῇ θα-
λάττῃ· καὶ συγκλείων εἰς αὐτὸν ἰχθύας, ὁπότε χειμὼν γέ-
νοιτο καὶ μηδεὶς τῶν ἄλλων ἁλιέων ἰχθῦς δύναιτο λαμ-
βάνειν, ἐλέγετο τοῖς πολίταις, τίνας βούλοιντο τῶν ἰχθύων
ἀποκομισθῆναι αὐτοῖς· καὶ κομίζων οὓς ἂν ἤθελον, Γλαῦ-
κος θαλάσσης ἐκλήθη. καὶ περιτυχὼν θηρίῳ θαλαττίῳ ἀπώ-
λετο· μὴ ἐλθόντος δὲ αὐτοῦ ἐκ τῆς θαλάττης ἐμύθευσαν
οἱ ἄνθρωποι, ὡς ἐν θαλάττῃ οἰκεῖ κἀκεῖ μένει.
Και ανάμεσα στις τόσες αναφορές, των βυζαντινών
ανθολόγων, διαβάζουμε και το ότι ο Γλαύκος ήταν δεινός κολυμβητής και έλεγε
ψέματα στους άλλους κολυμβητές ότι διαμένε στην θαλασσα. Κι όταν κάποια
στιγμή συνάντησε κάποιο θαλάσσιο θηριο χάθηκε
και μην επιστρέφοντας από τη θάλασσα οι
άνθρωποι θεώρησαν ότι– μεταμορφώθηκε σε
θαλάσσια θεότητα.
Ενώ κατά τον κατά
τον Νικόλαο Γ. Πολίτη …
Η τροφή ή το ποτό που δίνει υπερφυσικές
δυνάμεις είναι μυθολογικό στοιχείο. Κατά τον Ψευδοκαλλισθένη, έτσι μεταμορφώθηκαν
σε γοργόνες οι αδελφές του Αλέξανδρου (βλ. ππ.552, 651), αλλά και στον βοιωτικό
μύθο ο Γλαύκος που βρήκε κατά τον Αισχύλο την «αείζων άφθιτον πόαν» (απόσπ. 28)
ή την αθάνατη πηγή —το αθάνατο
βοτάνι ή το αθάνατο νερό των νεότερων λαϊκών παραδόσεων— και
ρίχτηκε στη θάλασσα. Γλαύκου
πήδημα, όπως μαρτυρεί ο
Παυσανίας (9.22.7), έδειχναν
ακόμη την εποχή του σ' ένα σημείο της ακτής στην Ανθηδόνα. Στενά συγγενικός
είναι όμως και ο μύθος της Ινώ., που ρίχτηκε στο πέλαγος μαζί με τον γιο της,
τον Μελικέρτη: η Ινώ έγινε η Νηρηίδα
Λευκοθέα, και ο Μελικέρτης ο ήρωας Παλαίμων. Η λατρεία των θεοτήτων αυτών,
όπως και του Γλαύκου, ήταν διαδεδομένη στην αρχαία Ελλάδα, γι' αυτό σε ορισμένες
παραλλαγές οι δύο μύθοι συγχωνεύονται:
άλλοτε ο Μελικέρτης μετονομάζεται Γλαύκος, άλλοτε αναφέρεται
ότι ο Γλαύκος και ο Μελικέρτης
ήταν εραστές, και άλλοτε ότι ο Γλαύκος καθιέρωσε πρώτος τα Ίσθμια προς τιμήν
του Μελικέρτη. (Άλλος τύπος της
Ινώς-Λευκοθέας ήταν επίσης η θεά Αλία-Λευκοθέα της Ρόδου.) Κατά τον ίδιο
τρόπο ο Τέννης της Τενέδου ταυτίστηκε
με τον Παλαίμονα, και η αδελφή του η Λευκοθέα ή Ημιθέα
με τη Λευκοθέα —
αλλά στον τενέδιο μύθο ο πατέρας τους παρασύρθηκε από τις συκοφαντίες της
μητριάς τους και «ένέβαλε τούς αδελφούς εις λάρνακα καί άφηκε φέρεσθαι εν τη Θαλάσση»
(Σχολιαστής Λυκόφρονος, 232).
Στην ίδια κατηγορία ανήκει ίσως και ο
μύθος για τους Τυρρηνούς, που η οργή του Διονύσου τούς έκανε να πέσουν μαινόμενοι
στη θάλασσα και να μεταμορφωθούν σε δελφίνια. Τον σύνδεσμο με τους υπόλοιπους
μύθους μαρτυρούν δύο άλλες εκδοχές: ότι ο Γλαύκος στη Νάξο τιμωρήθηκε από τον
Διόνυσο «ένδεθείς δι' άμπελίνου δεσμού», αλλά έπειτα αφέθηκε ελεύθερος γιατί ο
θεός τον συχώρεσε, καθώς και το ότι ο Γλαύκος κυβερνούσε την Αργώ όταν ο
Ιάσονας πολεμούσε με τους Τυρρηνούς (Αθηναίου Δειπνοσοφισταί, 7).
Ο
αρχικός μύθος για τη μεταμόρφωση των Τυρρηνών σε δελφίνια πρέπει, κατά τον
Ν.Γ.Π., να έχει αλλοιωθεί από τις πολλές ποιητικές διασκευές του, «διότι ή
μεταμόρφωσις εις τό
φιλάνθρωπον καί θαυμάσιον ένάλιον θηρίον έχει χαρακτήρα αμοιβής μάλλον ή
τιμωρίας». Ο μύθος ανήκει στον κύκλο τον διηγήσεων για τους ανθρώπους που
έπεσαν στη θάλασσα αλλά σώθηκαν από δελφίνια, γι' αυτό απεικονίζονται συνήθως
πάνω στη ράχη ενός δελφινιού: ας σημειωθεί ότι και ο ήρωας Παλαίμων
παρουσιάζεται καβάλα σε δελφίνι, και σε καλλιτεχνικά μνημεία και σε νόμισμα της
Κορίνθου. Σε παραλλαγή τού μύθου τού Παλαίμονα, ο Διόνυσος τον έσωσε μαζί με
τη μητέρα του, και αυτός τούς έδωσε τα ονόματα Λευκοθέα και Παλαίμων.
Έτσι, και ο μύθος των
Τυρρηνών είναι, εντέλει, παραλλαγή (του μύθου του Παλαίμονα.
Άλμα στη θάλασσα και
αποθέωση αναφέρουν και οι Κρητικοί και οι αιγινητικοί μύθοι για τη Βριτόμαρτη
(Παυσανίας, ' 30.3). Σημαντική μοιάζει μια λεπτομέρεια από τον Καλλίμαχο (Αίτια,
3.200-203): στις γιορτές που τελούσαν προς τιμήν της, τα στεφάνια ήταν πλεγμένα
από πεύκο ή σκίνο, και Ποτέ από μυρτιά —κάτι που γεννά το ερώτημα αν κάποιο από
/ φυτά αυτά έπαιξε στον μύθο ρόλο ανάλογο με την περίφημη πόα του Γλαύκου. Το
άλμα επίσης μοιάζει να είναι χαρακτηριστικό της μετάβασης από τον κόσμο των
θνητών στον κόσμο των ηρώων, όπως φαίνεται από τους μύθους για τον Σάρωνα και
τον Αιγέα
Στην παράδοση αυτή, η καρδιά του στοιχειού είναι κάτι ανάλογο με την πόα του Γλαύκου· πρόκειται, κατά τον Ν.Γ.Π.,
για απόρροια «της παλαιότατης καί παγκοίνου δοξασίας, καθ' ην αί ιδιότητες τας οποίας είχε πάν σώμα προτού
μεταβληθη εις τροφήν,
μεταδίδονται εις τον
γευόμενον, διότι φαντάζονται ότι διά της γεύσεως απορροφάται καί ή ενοικούσα έως
τότε εις τό έσθιόμενον
ψυχή αυτού». Στη δοξασία αυτή αναφέρεται και η παροιμία «Όφις αν μή φάγη οφιν,
δράκων ού
γενήσεται», που καταγράφεται από τον Μιχαήλ Αποστόλη τον 15ο αιώνα· δεν είναι
όμως αρχαία, αλλά παράφραση της δημώδους. Η παροιμία σχετίζεται ωστόσο με την παμπάλαιη δοξασία για τον βασιλίσκο, που
έλεγαν πως γεννιέται από το φίδι που θα
επικρατήσει στο αλληλοφάγωμα πολλών πεινασμένων φιδιών. Παραλλαγές της
παροιμίας αυτής μνημονεύουν θεριό
αντί για δράκοντα —
«Όποιος δε φάει θεριό, δε θεριεύει» — και άλλες λιοντάρι ή στοιχειό —
«Αν δε φας από στοιχειό, δε στοιχειώνεις» ή «Αν δε φας από στοιχειό, ποτέ δε
μεγαλώνεις». Ας προστεθεί
ότι η δοξασία αυτή πέρασε και στις προλήψεις και στα παραμύθια και τα δημοτικά
τραγούδια: εκεί, όποιος φάει γλώσσα προβάτου γίνεται φλύαρος, όποιος φάει μυαλό
πετεινού γίνεται πετεινόμυαλος, ένας σκύλος «ήτανε σα θεριό μεγάλος, γιατί ήφαε
εκείνο το θεριό και θέριεψε», και τα όρνια που τρώνε τις σάρκες του αντρειωμένου βγάζουνε «πήχη
το φτερό και πιθαμή το νύχι»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου