30 Μαρτίου 2012

ες δ΄Ολυμπον βρέφος ανήγαγεν νέον....


Η δεύτερη σύλληψη αλλα και η γέννηση του Διονύσου μας δίδεται σε κείμενα όπως του Διονυσιακά του Νόννου, οι Βάκχες του Ευρυπίδη κλπ.
Η Σεμέλη – ερμηνείες της μπορειτε να βρείτε σε παλιότερα κειμενα- μία από τις ονομασίες της Μητέρας Θεας Γής, - Θυμέλη, αλλα και Θυώνη, θνητή που θα αποκτήσει την αθανασία μέσω της κατάβασης του Υιού της στον Αδη  για να την επαναφέρει στη ζωή και να  μεταφερθεί στον κύκλο των αθανάτων θεών.
 Έξ άλλου ό θεός τών Δελφών είχε συμφέρον νά καταστήσει λαική την λατρεία του και η απόκτηση της αθανασίας, μιας θνητής,  δίδει κάτι παραπάνω από ελπίδες στην λαϊκή  λατρείαν του.

Το όνομα της αθανατης πιά Σεμέλης-Θυώνης θυμίζει και προκύπτει και από τις  Θυιάδες,  οι οποίες κατοικούσαν στον Παρνασσό και ήδη έχουν συνδεθεί με την διονυσιακή πίστη,  ενώ υπάρχουν και κείμενα που θεωρούν ότι οι Θυιάδες μαίνονται (τρελλαίνονται, ή κυριεύονται από μανία) όχι μονο απο τον Διονυσο αλλα και από τον Απόλλων αφότου έχει εκ-βάλλει εκ του μαντείου τις χθόνιες δυνάμεις και τις λατρείες του.


Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 10, chapter 6, section 4, line 5

  ο δ Καστάλιόν τε νδρα ατόχθονα κα θυγατέρα θέλουσιν ατ γε-
νέσθαι Θυίαν, κα ερσθαί τε τν Θυίαν Διονύσ
πρτον κα ργια γαγεν τ θε· π ταύτης δ
κα στερον σαι τ Διονύσ μαίνονται Θυιάδας
καλεσθαι σφς π νθρώπων· πόλλωνος δ' ον
παδα κα Θυίας νομίζουσιν εναι Δελφόν.


Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 10, chapter 4, section 3, line 4

…  
α δ Θυιάδες γυνακες μέν εσιν ττικαί, φοιτσαι δ ς τν Παρνασσν παρ τος αταί τε κα α γυνακες Δελφν γουσιν ργια Διονύσ.

….ἱερν δ ατ ο περ τν Παρνασσν Κωρυκίων τε εναι
Νυμφν κα Πανς μάλιστα γηνται. π δ το
Κωρυκίου χαλεπν δη κα νδρ εζών πρς τ
κρα φικέσθαι το Παρνασσο· τ δ νεφν τέ στιν
νωτέρω τ κρα κα α Θυιάδες π τούτοις τ
Διονύσ κα τ πόλλωνι μαίνονται.


Η συνδεση των Θυιάδων όμως και μέσω των λεξικογράφων δίδεται παρακάτω:


Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 457, line 20

<Θυία>: φ' ς τ θύα, στ τ θυμιάματα·
καταχρηστικς δ κα α λοιπα θυίαι.

<Θυόεις>: ς παρ τ νείφω γίνεται νειφόεις,
κα
πνίγω πνιγόεις, οτω κα παρ τ θύω, θυόεις,
κα
 θυόεν νέφος.
 <Θυάδες>: Α
βάκχαι· παρ τ θύω, τ ρμ· κα
πλεονασμ
το ι, θυϊάδες.
 Θυάσιν μοβόροις κελοι.
 <Θυγάτηρ>: Παρ τ θύειν κα ρμν κατ γα-
στρός· κ το θύω κα το γαστήρ· λέγεται γρ τ
θήλεα τάχιον κινεσθαι ν τ μήτρ. Τν θυγατέρα,
κα συγκοπ, θύγατρα· α γρ συγκοπα ναβιβά-
ζουσι τος τόνους· ρμόσαντες, ρσαντες· μόπα-
τροι, πατροι.
 <Θύελλα>: ς π το ω, τ πνέω, ελλα, οτως
π το θύω, τ ρμ, θύελλα· στι δ συστροφ
νέμου.
 <Θυέεσσι>:
 Σν θυέεσσι,
σν τος θυμιάμασι· τουτέστι μετ θυσιν. κ
το θύω, τ θυμι, παράγωγον θυόεις θυόεντος·
δοτικ τν πληθυντικν, θυόεσι· κα τροπ θυέεσι.
 <Θυοσκόος>: μάντις· π τν θυομένων
κον, στι νον. Θυοσκόοι εσν, ο π τν θυο-
μένων δι πυρς μαντευόμενοι· ερες δ, ο π τν
ερν σπλάγχνων μαντευόμενοι.
 <Θυώδης>: π τν θυομένων κον κα νον τ
μέλλον· π το θύω, τ θυμι. Λέγεται κα τ
δι πυρς βάλλειν, θύον· ξ ο κα τεθυμένον τ δι
πυρς βεβλημένον.
 <Θυωρίτης>:
 Θυωρίτην τριπλας.  
Τν τραπεζίτην, ργυρογνώμονα, κριτήν. <Θυωρς> δ
κυρίως τραπέζα, παρ τ τ θύη δέχεσθαι τν
θεν· παρ τ τ θύη ρεν, στι φυλάσσειν.
Παρ Λυκόφρονι· νν δ μεταφορικς επεν π τς
λλης, τι κρινον τς θεάς.
 <Θύω>: Τ σφάζω κα ερουργ· μέλλων, θύσω·
ξ ο κα θυσία. Θύω, τ ρμ· ξ ο κα θύρα,
δι' ς ρμμεν· κα τέθυμαι, θυμός. Τ ΘΥ, μακρόν.
Τ θύω κα λύω κα ύω κατ μν τν νεσττα
χουσι κα μακρν κα βραχ τ δίχρονον, κατ δ
τν μέλλοντα, ε μακρόν· ν δ τ παρακειμέν
συστέλλει ατ, τέθυκα κα λέλυκα· μοίως κα ν
τ παθητικ παρακειμέν· τ δ θμα κα λύμα
κτείνουσιν ττικοί.

<Θυμός>: Σημαίνει πέντε. π το θύειν κα
ρμν τ αμα π' ατο, θύαιμός τις ν· κυρίως
δ θυμς, μέρος τς ψυχς. Τρία δ ατς μέρη·
λογικν,
 τερος δέ με θυμς νκεν.
θυμικν,
 Θυμς δ μέγας στ διοτρεφέων βασιλήων.
πιθυμητικν…

 <Θυμέλη>: το θεάτρου μέχρι νν π τς
τραπέζης νόμασται, παρ τ π' ατς τ θύη
μερίζεσθαι, τουτέστι τ θυόμενα ερεα. Τράπεζα
δ ν, φ' ς σττες ν τος γρος δον, μήπω
τάξιν λαβούσης τραγδίας.
 <Θυμίαμα>: Παρ τ θύω, θυμι· παρ τ
θύον, περ στν εδος πόας μυρεψικς. Θυ-
μίαμα δ, θυμο αμα. π το τυφωέως
καπνο· φ' ο κα θμα, παρ τ θύω.
τι δι τν θυμάτων καιομένων θυμίαζον ο πα-
λαιοί.
 <Θύρα>: Παρ τ θύω, τ ρμ. παρ τ θέω
κα τ ἀὴρ, θέαρα κα θύρα. Κα <θυωρς>, τν
πυλν φύλαξ.
 <Θύραζε>: Κυρίως μν ες τ ξω τς θύρας· τ
δ κα τ πλς ξω.
 <Θυρεός>: Τ πλον. Γίνεται παρ τν θύραν
θυρός· κα πλεονασμ το ε, θυρες, θύρας τάξιν
χων.
 <Θυσσανόεσσα>: Κροσσος χουσα. π το
θύω, τ ρμ κα κιν, γίνεται θύσανος θυσανόεις·
κα τ θηλυκν, θυσσανόεσσα.
 <Θύσθλα>: Θυρσο κλάδοι, ος α βάκχαι κατ-
έχουσιν. τ φύλλα τς μπέλου· τ π τν
θυσίαν φερόμενα. Παρ τ θύω, τ ρμ, μέλλων
θύσω, γέγονε θύσθλον. λιάδος ζʹ,
 Θύσθλα χαμα κατέχευαν.
Ο μν, τος κλάδους· ο δ, τος θύρσους, τουτέστι
τς βακχικς δράκας· στι διονυσιακ μυστήρια·
νιοι δ πάντα κοινς τ πρς τν τελετήν.
 <Θυσιαστήριον>: Τ τν θυσίαν τηρον.
 <Θυραυλεν>: Τ παρ τας θύραις τινς αλί-
ζεσθαι κα προσεδρεύειν κα περιμένειν.


 <Θύρσος>: κλάδος παρ Διονύσ· παρ τ
συνεχς τας μαινάσι κινούμενος· οονε θύειν (
στιν ρμν) ρθς, οκ γκεκλιμένος.
 <Θύρσος>: νομα κύριον· <θυρσς> τ στέμμα
τν γάμων.

 Η «αναμόρφωση» , ή, αυτή η έξωση φαίνεται να έβλαψε τον Διόνυσο, ο οποίος δεν λειτουργησε και δεν υπήρξε μαντικός θεός στους Δελφούς, ισως μονο κατά τους χειμερινούς μήνες. Όμως η μαντεία φαίνεται να συνδέεται άμεσα με τις ψυχές και με τις Βάκχες και η ιερή μανία με  την Βακχεία, αλλα και με την μαντική καθώς θεωρείτε όπως ειδαμε στο προηγούμενο κείμενο –  Η Θεία μανία ή ιερή μανία  χωρίζεται στην μαντική, την τελεστική αλλα και την ποιητική/δημιουργική των λογίων, λογοτεχνών, ποιητών κλπ

…Ενώ δε οι ψυχές φαίνεται να συνδέονται με τις αναθυμιάσεις και την μαντική αναθυμίαση όπως αυτή της ιέρειας Πυθίας …


Plutarchus Biogr., Phil., De defectu oraculorum (409e-438d)
Stephanus page 432, section E, line 9

   
               ’τ γρ βακχεύσιμον κα τ μανιδες μαντικν πολλν χει’
      

Plutarchus Biogr., Phil., De defectu oraculorum (409e-438d)
Stephanus page 433, section A, line 9

…οτως οδν πέχει τν μαντικν ναθυμίασιν οκεόν τι
τας ψυχας κα συγγενς χουσαν ναπληρον τ μαν
κα συνέχειν ναρμόττουσαν.


Plutarchus Biogr., Phil., De defectu oraculorum (409e-438d)
Stephanus page 433, section E, line 5

                ξάπτει γρ κα προάγεται κα συνεξορμ
τς ασθήσεως τν ρατικν δύναμιν οτος ς τς ψυχς
τν μαντικν κενος.


Plutarchus Biogr., Phil., De defectu oraculorum (409e-438d)
Stephanus page 435, section B, line 7

πλν κενος μν ο φησι θύειν τος θεος λλ' αυτ κα
’τ μεγίστ γαστρ δαιμόνων,’ μες δ κα θύομεν κα
προσευχόμεθα τί παθόντες π τος χρηστηρίοις, ε δύνα-
μιν μν ν αυτας μαντικν α ψυχα κομίζουσιν, δ
κινοσα ταύτην έρος τίς στι κρσις πνεύματος;

Plutarchus Biogr., Phil., De defectu oraculorum (409e-438d)
Stephanus page 436, section E, line 10

                                        ο γρ θεον ποιο-
μεν οδ' λογον τν μαντικήν, λην μν ατ τν ψυχν
το νθρώπου τ δ' νθουσιαστικν πνεμα κα τν
ναθυμίασιν οον ργάν [] πλκτρον ποδιδόντες· πρ-
τον μν γρ γεννήσασα γ τς ναθυμιάσεις τε
πσαν νδιδος κράσεως τ γ κα μεταβολς δύναμιν
λιος νόμ πατέρων θεός στιν μν· πειτα δαίμονας
πιστάτας κα περιπόλους κα φύλακας οον ρμονίας τς  
κράσεως ταύτης τ μν νιέντας ν καιρ | τ δ' πιτεί-
νοντας κα τ γαν κστατικν ατς κα ταρακτικν
φαιροντας τ δ κινητικν λύπως κα βλαβς τος

Plutarchus Biogr., Phil., De defectu oraculorum (409e-438d)
Stephanus page 411, section E, line 9

              τ γρ λλα τί δε λέγειν, που γε τν Βοιω-
τίαν νεκα χρηστηρίων πολύφωνον οσαν ν τος πρότερον  
χρόνοις νν πιλέλοιπε κομιδ καθάπερ νάματα, κα πολς
πέσχηκε μαντικς αχμς τν χώραν;


Plutarchus Biogr., Phil., De defectu oraculorum (409e-438d)
Stephanus page 411, section F, line 2

                                           οδαμο γρ
λλαχόθι νν περ Λεβάδειαν Βοιωτία παρέχει τος
χρζουσιν ρύσασθαι μαντικς, τν δ' λλων τ μν
σιγ τ δ παντελς ρημία κατέσχηκε.

Plutarchus Biogr., Phil., De defectu oraculorum (409e-438d)
Stephanus page 435, section A, line 7

                                                νυν δέ μοι
δοκομεν ατος πάλιν κείνους ξωθεν κα πελαύνειν
νθένδε το χρηστηρίου κα το τρίποδος ες πνεύματα κα
τμος κα ναθυμιάσεις τν τς μαντικς ρχν μλλον
δ τν οσίαν ατν κα τν δύναμιν ναλύοντες.

Plutarchus Biogr., Phil., De fato [Sp.] (568b-574f)
Stephanus page 574, section E, line 10

                  
κατ δ τν ναντίον μάλιστα μν κα
πρτον <ν> εναι δόξειε τ μηδν ναιτίως γίγνεσθαι
λλ κατ προηγουμένας ατίας, δεύτερον δ τ φύσει
διοικεσθαι τόνδε τν κόσμον σύμπνουν κα συμπαθ
ατν ατ ντα, τρίτον δέ, πρς τούτοις μαρτύρια
μλλον οικεν εναι· μαντικ μν πασιν νθρώποις ε-
δόκιμος ς ληθς θε <συν>υπάρχουσα, δ τν σοφν
πρς τ συμβαίνοντα εαρέστησις, ς πάντα κατ μοραν
γιγνόμενα, δευτέρα, τρίτον δ τ πολυθρύλητον τοτο,
τι πν ξίωμα ληθές στιν ψευδές.


Η επιστροφή του Διονύσου, κατά τους χειμερινούς μήνες και στις ιεροτελεστείες που σχετίζονται με την στιγμή που επιστρέφουν οι ψυχές των νεκρών, μας δίνει ξεκάθαρα την λατρεία του ως χθόνιου Θεού.

Εξ ου και ο τάφος του ήρωος με την περίεργη επιγραφή εντός του ναού του Θεού, οι γυναίκες του Ιερού ή της λατρείας του οι Θυιάδες είναι αυτές που «αφυπνίζουν» ξυπνούν και περιφέρουν, κατά την παράδοση τον χθόνιο θεό και τον λικνίζουν και τον λατρεύουν ως Λικνίτη, ή ως θεού του Λίκνου της ζωής (λίκνο και η κούνια του μικρού παιδιού, αλλα και το κάνιστρο προσφοράς καρπών στον θεό, που το έφεραν στο κεφάλι, ή η φάτνη αργότερα θα  χρησιμοποιηθεί ως λίκνο.
 
Ο Ευρυπίδης στα κειμενά του θα τους ταυτίσει και τον Διόνυσο και τον Απόλλωνα με τον παρακάτω στίχο :

Euripides Trag., Fragmenta
Fragment 477, line 1

Τευθράντιον δ σχμα Μυσίας χθονός
δέσποτα φιλόδαφνε Βάκχε, παιάν  πολλον ελυρε  θριάζει

Θεέ, πού τήν δάφνη αγαπάς, Βάκχε, Παιάν, Απόλ­λωνα, τής λύρας κύριε».


Η εκδοχη του στις Βάκχες, προκαλεί μεγάλη εντύπωση. Δηλώνει  ότι ο Διονυσος δεν ράφθηκε κι ουτε γεννήθηκε από τον μηρό,  μετα τον θανατο της Σεμέλης, αλλα ο ίδιος ο Δίας τον φυλάκισε, με τέχνασμα, στον ΑΙΘ(ε)ΗΡΑ, και τον χάρισε όμηρο  στην ΗΡΑ… 

Ακολουθεί το κείμενο που δίνει όλες τις λεπτομερειες μιλά ο Μάντης Τειρεσίας και αναφέρει τον Διονυσο πρώτα απ΄όλα σαν το αντίπαλο δέος της Θεάς Δήμητρας, της Μεγάλης μητέρας Γαίας που φέρνει την παρηγοριά των ανθρώπων και το φάρμακο των πονων…


{Τε.} ταν λάβηι τις τν λόγων νρ σοφς
 καλς φορμάς, ο μέγ' ργον ε λέγειν·
 σ δ' ετροχον μν γλσσαν ς φρονν χεις,
 ν τος λόγοισι δ' οκ νεισί σοι φρένες.
 θράσει δ δυνατς κα λέγειν οός τ' νρ
 κακς πολίτης γίγνεται νον οκ χων.
 οτος δ' δαίμων νέος, ν σ διαγελις,
 οκ ν δυναίμην μέγεθος ξειπεν σος
 καθ' λλάδ' σται. δύο γάρ, νεανία,
 τ πρτ' ν νθρώποισι· Δημήτηρ θεά –  
 Γ δ' στίν, νομα δ' πότερον βούληι κάλει·
 ατη μν ν ξηροσιν κτρέφει βροτούς·
  ς δ' λθ' πειτ', ντίπαλον Σεμέλης γόνος
 βότρυος γρν πμ' ηρε κσηνέγκατο
 θνητος, παύει τος ταλαιπώρους βροτος
 λύπης, ταν πλησθσιν μπέλου ος,
 πνον τε λήθην τν καθ' μέραν κακν
 δίδωσιν, οδ' στ' λλο φάρμακον πόνων.
 οτος θεοσι σπένδεται θες γεγώς,
 στε δι τοτον τγάθ' νθρώπους χειν.
 κα διαγελις νιν ς νερράφη Δις
 μηρι; διδάξω σ' ς καλς χει τόδε.
 πεί νιν ρπασ' κ πυρς κεραυνίου
 Ζεύς, ς δ' λυμπον βρέφος νήγαγεν νέον,  
 ρα νιν θελ' κβαλεν π' ορανο,
 Ζες δ' ντεμηχανήσαθ' οα δ θεός·
 ήξας μέρος τι το χθόν' γκυκλουμένου
 αθέρος, δωκε τόνδ' μηρον, κτιθες
 Διόνυσον ρας νεικέων· χρόνωι δέ νιν
 βροτο αφναί φασιν ν μηρι Διός,
 νομα μεταστήσαντες, τι θει θες
 ραι ποθ' μήρευσε, συνθέντες λόγον.
 μάντις δ' δαίμων δε· τ γρ βακχεύσιμον
 κα τ μανιδες μαντικν πολλν χει·

ΤΕΙΡ.     Σαν ένας άνθρωπος με γνώση αφορμή πάρει
 για να μιλήσει, δύσκολο γι' αυτόν δεν είναι
να πει σωστά, μα εσύ πού κάνεις πώς τα ξέρεις όλα
 κι έχεις καλά τη γλώσσα ακονισμένη,
ή φρονιμάδα από τα λόγια σου απολείπει.
 Κι όσο γι' αυτό το νέο θεό πού περιπαίζεις,
δέν μπορώ να σου παραστήσω μέ τά λόγια
 πόση τιμή θα λάβει σ' όλη τήν Ελλάδα.
 Δυό αγαθά είναι, παλικάρι μου, στον κόσμο
τά πιο μεγάλα: Ή θεά Δήμητρα —ή γη— τό 'να
 —πές την εσύ όπως θέλεις— γιατί ετούτη τρέφει
 μέ τά ώριμα καρπίσματά της τούς ανθρώπους
 και τ άλλο, αυτός πού αργότερα ήρθε,  της Σεμέλης
 ο γιός, πού βρήκε ισάξιο δώρο στους ανθρώπους
τό υγρό πιοτό του σταφυλιού, πού σαν χορτάσουν
 άπ' τα’ αμπελιού τ" απόσταγμα οι δυστυχισμένοι
άνθρωποι, αποξεχνούν τις λύπες και τούς φέρνει
τόν ύπνο και τη λησμονιά άπ' της κάθε μέρας
τά βάσανα, κι άλλο καλλίτερο δέν είναι
γιά τούς καημούς μας γιατρικό.
Κι αυτός, θεός όντας,  σπονδή προσφέρεται
για τούς θεούς τούς άλλους,
κι από τη χάρη του έχουν τά καλά οί άνθρωποι.
Κι άν περιπαίζεις πώς έράφτηκε στου Δία τό μηρό,
τό πώς έγινε θα σου εξηγήσω:
Άπ' τ' αστροπελεκιού τή λάμψη σάν τόν πήρεν
ο Δίας και βρέφος - θεό στον 'Όλυμπο τόν πήγε,
 θέλησε ή "Ήρα άπ' τά επουράνια νά τον διώξει.
Μά τότε ο Δίας, σά θεός, στήν πονηριά της
έκαμε μιά άλλη πονηριά: Άπό τόν αιθέρα,
πού ζώνει ολόγυρα τή γη, άνοιξε ένας μέρος
και τό Διόνυσο όμηρο έκλεισε εκεί μέσα,
κι έτσι από' της "Ηρας πιά ξεγλύτωσε τις γρίνιες
 μέ τόν καιρό πλάσανε οί άνθρωποι τό μύθο
κι' είπαν πώς ήταν στό μηρό του Δία ραμένος,
ξεγελασμένοι άπ' τ' άνομα του, πού, θεός όντας,
τόν είχε κάποτε όμηρο της ή θεά "Ηρα.
Μά είναι και μάντης ο θεός αύτος, γιατί έχουν     
μαντική δύναμη ή βακχεία κ' ή μανία

συνεχίζετε…

22 Μαρτίου 2012

Ἐνθάδε κεῖται θανὼν Διόνυσος ἐκ Σεμέλης.


Τα κομμάτια του μικρού υιού του Διός του Ζαγρεα, κατά μία εκδοχή, μετά τον ΔΙΑ-σπαραγμό από τους Τιτάνες μαζεύονται και θάβονται κάτω από τον τρίποδα των Δελφών.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 255, line 17

<Δελφοί>: (Κα <δελφς νρ>, τ θνικόν·) ο
Πύθιοι, δελφοί τινες ντες, κατ φαίρεσιν το α.
τι τ Διονύσου μέλη σπαράξαντες ο Τιτνες τ
πόλλωνι παρέθεντο μβαλόντες λέβητι· δ παρ
τ
τρίποδι πέθετο παρ τ δελφ.
 <Δελφίνιος>: πόλλων.

Παρακάτω δίδονται τα κείμενα που αναφέρουν ότι KAI o Διόνυσος, κι όχι μονο ο πρώτος Διόνυσος ο Ζαγρεύς, αλλά και ο «δεύτερος» Διόνυσος ο της Σεμέλης – έχει ταφεί σε βάθρο στους Δελφούς.

Philochorus Hist., Fragmenta
Volume-Jacoby
ʹ-F 3b,328,F, fragment 7b, line 9
1 Bonn.): Διονύσου πράξεις κα τ περ νδούς, Λυκοργόν τε κα -
κταίωνα κα Πενθέα, πως τε Περσε συστς ες μάχην ναιρεται, ς φησι
Δείναρχος ποιητής, οχ ήτωρ. τι δ βουλομένωι πάρεστιν δεν ατο
τν ταφν ν Δελφος παρ τν πόλλωνα τν χρυσον, νθα κα τ πλον
νάκειται Αγούστου Καίσαρος κα Νέρωνος κιθάρα. βάθρον δέ τι νομίζεται τος
γνοοσιν Διονύσου τάφος. στρατηγς δ δοκε γενέσθαι, κα οτω γράφεται
θηλύμορφος διά τε λλας ασχρς ατίας κα δι τ μιξόθηλυν στρατν πλίζειν·
<πλιζε γρ σν τος ρρεσι τς θηλείας, ς φησιν Φιλόχορος
ν δευτέρωι.>
         MALAL. Chron. II p. 44, 21 Bonn: κα γνος τοτο
Διόνυσος τι πλίσατο κατ' ατο, φυγε τν Λυκοργον· κα ες Δελφος
πελθν κε τελευτι· κα τέθη τ λείψανον το ατο Διονύσου κε ν σο-
ρι· κα τ πλα δ ατο ατς κε ες τ ερν κρέμασε, καθς Δείναρχος
σοφώτατος συνεγράψατο περ το ατο Διονύσου. σαύτως δ κα σο-
φώτατος Φιλόχορος τ ατ συνεγράψατο, ν ι κθέσει επε περ το ατο
Διονύσου <«στιν δεν τν ταφν ατο ν Δελφος παρ τν
πόλλωνα τν χρυσον· βάθρον δέ τι εναι πονοεται σορός,
ν ι γράφεται· ‘νθάδε κεται θανν Διόνυσος κ Σεμέλης’».>
μοίως δ κα σοφώτατος Κεφαλίων (93 F 4) τ ατ ν τι δίωι συγγράμ-
ματι ξέθετο.

Cephalion Hist., Rhet., Fragmenta
Fragment 5, line 17

Κα γνος τοτο Διόνυσος, τι πλίσατο κατ'
ατο, φυγε τν Λυκοργον· κα ες Δελφος πελθν
κε τελευτ. Κα τέθη τ λείψανον το ατο Διονύ-
σου κε ν σορ κα τ πλα δ ατο ατς κε τ
ερν κρέμασε, καθς Δείναρχος σοφώτατος συνεγρά-
ψατο περ το ατο Διονύσου. σαύτως δ κα σο-
φώτατος Φιλόχορος τ ατ συνεγράψατο, ν
κθέσει επε περ το ατο Διονύσου· «στιν δεν
τν ταφν ατο ν Δελφος παρ τν πόλλωνα τν
χρυσον. Βάθρον δέ τι εναι πονοεται σορς, ν
γράφεται· νθάδε κεται θανν Διόνυσος κ Σεμέ-
λης.» μοίως δ κα σοφώτατος Κεφαλίων τ ατ
ν τ δί συγγράμματι ξέθετο.

Όμως ο Απόλλων λατρεύετε και φέρει την ονομασία του Δελφίνιου και  μαζί του και η Αρτεμιδα λατρεύετε όχι μόνο ως Δικτύννα αλλα και ως  Αρτεμιδα Δελφινία  στο Δελφίνιο - τ π Δελφινί δρσθαι μν π Αγέως λέγεται πόλλωνι Δελφινί κα ρτέμιδι Δελφινί, κρίθη δ ν ατ πρτος Θησες φοσιούμενος τ γος τν π' ατο νρημένων λστν κα τν Παλλαντιδν –( Julius Pollux Gramm., Onomasticon Book 8, section 119, line 5)



Δικτύννα, η θεά του κυνηγιού και των δικτυών ( κυνηγετικών και θαλάσσιων, βλέπε και βρόγχος, γρίπος πλέγμα, παγίδα κλπ ) και τους τιμούν σε κοινά ιερά.
 Pausanias Perieg., Graeciae descriptio Book 2, chapter 30, section 4, line 1

                    πίκλησις δέ ο παρά τε Αγινήταις
στν φαία κα Δίκτυννα ν Κρήτ.

Julius Pollux Gramm., Onomasticon
Book 5, section 13, line 9

                                                      δ θες γρο-
τέρα κα κυνηγέτις κα φιλόθηρος, κα ρεία π τν ρν, κα
δαία π τς δης, κα Δίκτυννα π τν δικτύων, κα κηβόλος
π το κς τ θηρία βάλλειν.

Scholia In Aristophanem, Scholia in vespas (scholia vetera, recentiora Tricliniana et Aldina)
Argumentum-dramatis personae-scholion sch vesp, verse 368c, line 1

                                                                     VAld
Tr παρ τ δίκτυον παιξεν, τι κα ρτεμις Δίκτυννα νομάζεται
δι τ γρευτικ εναι κα δικτύοις χρσθαι πρς τν γραν τν ζων.

Είναι κι εκείνη μια έκφραση της Μεγάλης Μητέρας  θεάς, η Αγροτέρα και η κυνηγέτις, η Ορεία, η θεά της Ιδης,  η Ιδαία,  η Μεγάλη Θηλυκή Αγρεύς ως  θεά της Θηρας και των δικτύων που συλλαμβάνει τα δελφίνια/οφεις/ελάφια κλπ. Μήπως είναι η ίδια και η Δίκτυννα αλλά και  η Δελφίνη που φέρει ως κόρη/κούρη τις ιδιότητες της Μεγάλης Μητέρας  Θεάς Πυθούς αλλά συγχρόνως και τις ιδιότητες της Σελήνης ως Πανσέληνος.

Lucius Annaeus Cornutus Phil., De natura deorum
Page 71, line 8

                                δ' <ρτεμις>
φωσφόρος μν πωνομάσθη δι τ κα ατ σέλας
βάλλειν κα φωτίζειν ποσς τ περιέχον, πόταν μά-
λιστα πανσέληνος , δίκτυννα δ' π το βάλλειν
τς κτνας – δίκειν γρ τ βάλλειν – π το
διικνεσθαι τν δύναμιν ατς ες πάντα τ π γς
ς διικτύννης ατς οσης.

Όλοι οι θεοί και οι θεές της θήρας που κυνηγούν είναι συγχρόνως και Σεληνοθεοί/εες.


Ο Απόλλων λατρεύεται και μοιράζετε το ιερό και το χρηστήριο των Δελφών με τον Διόνυσο. Τους χειμερινούς μήνες λατρεύεται ο Διόνυσος ως ο θεός ο Χθόνιος κλπ. Οπωσδήποτε η λειτουργία του ιερού ήταν αφιερωμένη τούς τεσσάρες μήνες του χειμώνος στον Διόνυσον και τό υπόλοιπον του έτους εις τόν Απόλλωνα -χωρίς να γνωρίζωμεν από ποίας εποχής εγένετο αυτός ό καταμερισμός, διότι ό Πλούταρχος, πού μάς πληροφορεί περί αυτού, γνωρίζει μεν καλώς τά των Δελφών, είναι όμως πηγή μεταγενέστερα. Ή εναλλαγή διθυράμβου και παιάνος αντιστοιχεί εις τήν διαίρεσιν αυτήν του λειτουργικού έτους. Και εκ της επιγραφικής γνωρίζουμε ακόμη τό κείμενον ενός διονυσιακού παιάνος.


(Καλυκόσχημος κρατήρας, 400 π.Χ., ύψος 49,5 εκ. διάμετρος 52 Αγ. Πετρούπολη, Ερμιτάζ  Στην α' πλευρά του αγγείου εικονίζεται ο Πάρις να κάθεται, φορώντας ανατολίτικο ένδυμα. Αριστερά του στέκεται ο Ερμής, κρατώντας το κηρύκειο και στα δεξιά του η Αθηνά με μια μεγάλη ασπίδα. Πίσω από τον Ερμή κάθεται η Ήρα και πίσω της η Ήβη. Πίσω από την Αθηνά κάθεται η Αφροδίτη με τον Έρωτα στα πόδια της. Πάνω από τον Πάρη εικονίζεται η Έρις να συζητάει με τη Θέτιδα.
Στη β' πλευρά εικονίζεται ο Απόλλων και ο Διόνυσος και μπροστά τους ο ομφαλός. Ο Διόνυσος κρατάει θύρσο ενώ ο Απόλλωνας κλαδί δάφνης. Αριστερά του ομφαλού μια Μαινάδα τοποθετεί ένα μαξιλάρι σ' ένα θρόνο, ενώ στα δεξιά ένας Σάτυρος παίζει αυλό. Ανάμεσα στους δυο θεούς βρίσκεται ένας φοίνικας. Πίσω από τον Απόλλωνα μια Μαινάδα παίζει τύμπανο κι ένας Σάτυρος με θύρσο. Πίσω από το Διόνυσο μια άλλο ένα ζευγάρι Μαινάδας και Σάτυρου.)


Η ειρηνική συνύπαρξις τών δύο θεών ειχε εμπνεύσει τούς καλλιτέχνες. Αγγείον του Μουσείου του Ermitage εικονίζει τόν Απόλλωνα και τόν Διόνυσον να ανταλλάσσουν χειραψίαν δίπλα σ΄ ένα φοίνικα, ο Διόνυσος κρατεί τόν θύρσον ο Απόλλων τη δάφνην Σάτυροι και Μαινάδες περιβάλ­λουν τούς θεούς και τόν Ομφαλό. Αραγε ο Διόνυσος ετοιμά­ζεται να αναχώρησει και αποχαιρετά τόν Απόλλωνα;
Γνωρίζομεν ακόμη ότι  επί του αετώματος του ναου τών Δελ­φών απεικονίζετε ο  Απόλλων μέ τις Μούσες και ό Διόνυσος μέ τις Θυιάδες. Ό Παυσανίας βεβαίως,  στόν όποιον οφείλομεν τήν πληροφορίαν αυτήν,  περιγράφει τόν ναόν του 4ου αί. π.Χ.  Τήν ιδίαν εποχή εδείχναν (κατά μαρτυρίαν του χρονικο­γράφου Φιλοχώρου) στό εσωτερικό του ναού τόν τάφον τοΰ Διονύσου παραπλεύρως του χρυσού αγάλματος του Απόλλωνος, με την επιγραφήν: «Ένθάδε κείται ό θανών Διόνυσος, υιός της Σεμέλης». 

Joannes Malalas Chronogr., Chronographia
Page 45, line 9

Φιλόχορος τ ατ συνεγράψατο, ν
κθέσει επε περ το ατο Διονύσου, στιν δεν τν ταφν α-
το ν Δελφος παρ τν πόλλωνα τν χρυσον. βάθρον δέ τι
εναι πονοεται σορός, ν γράφεται, νθάδε κεται θανν
Διόνυσος κ Σεμέλης. μοίως δ κα σοφώτατος Κεφαλίων τ
ατ ν τ δί συγγράμματι ξέθετο.

Μπορείτε να δείτε και τα αρχικά κείμενα

Εις ώρισμένην έποχήν του έτους, τήν στιγμήν πού οι Θυιάδες «ξυπνούσαν τό παιδί στήν κούνια», τόν Λικνίτην, προσεφέρετο θυσία" ανά εννέα έτη γιορταζαν  επισήμως «τήν άνάβασιν», δηλ. τήν ανάσταση ίσως της Σεμέλης και την μετάβασην της στους ουρανούς.

Plutarchus Biogr., Phil., De Iside et Osiride (351c-384c)
Stephanus page 365, section A, line 6

                                | Αγύπτιοί τε γρ σίριδος
πολλαχο θήκας, σπερ ερηται (358a 359a), δεικνύου-
σι, κα Δελφο τ το Διονύσου λείψανα παρ' ατος
παρ τ χρηστήριον ποκεσθαι νομίζουσι, κα θύουσιν
ο σιοι θυσίαν πόρρητον ν τ ερ το πόλλωνος,
ταν α Θυιάδες γείρωσι τν Λικνίτην.

Socrates Hist., Fragmenta
Fragment 5, line 22

                                         Αγύπτιοί τε γρ
σίριδος πολλαχο θήκας, σπερ ερηται, δεικνύουσι,
κα Δελφο τ το Διονύσου λείψανα παρ' ατος παρ
τ χρηστήριον ποκεσθαι νομίζουσι· κα θύουσιν ο
σιοι θυσίαν πόρρητον ν τ ερ το πόλλωνος,
ταν α θυιάδες γείρωσι τν Λικνίτην.

Τα δεδομένα αυτά δεν συμφωνούν απολύτως με­ταξύ των, άλλ’ οπωσδήποτε υποδηλώνουν ότι ό Διόνυσος τών Δελφών, υιός της Σεμέλης, ήταν ό Διόνυσος του μύθου των Θηβών.
Παραμένουν σκοτεινες οι συνθήκες υπό τις οποίες έγένετο ή προσέγγισις Απόλλωνος και Διονύσου και η εγκατάστασις του δευτέρου στους Δελφούς.

Μερικοί πιστεύουν ότι  ό Διόνυσος προηγήθη του Απόλλωνος και είχε προ αυτού το μονοπώλιον του μαντείου. Τό κύριον δέ επιχείρη­μα του είναι ότι ή Πυθία έπεφτεν σε κατάσταση μανίας. Πράγματι, κατά τήν κοινήν αντίληψη, τά πρόσωπα που βρίσκονται στήν κατάστασιν αυτή θεωρούνται ότι έχουν προφητικές δυνάμεις. Ό Πλάτων υπογραμμίζει ότι ή ένθεος μ α­ν ί α είναι ενα είδος μανίας και  είναι η αιτία που προσφέρει μεγιστα αγαθά εις τους ανθρώπους  αλλα και η μητέρα των μέγιστων αγαθών.

Hermias Phil., In Platonis Phaedrum scholia
Page 204, line 16

  <Θεία> δ <μανία> ς πρς τς λλας μανίας επε, μαντικν, τελεστικν, ποιητικήν.

Hermias Phil., In Platonis Phaedrum scholia
Page 84, line 9

                                                                              Δι δε
δεξαι τι πρς τ γαθ κα μεζον γαθόν στι το σωφρονεν· τοτο
δ κα ποιήσει, κα δείξει τι κρείττων το σωφρονεν μανία τν με-
γίστων γαθν ατία στ τος νθρώποις, κα οχ πλς μέγιστον γαθόν
στιν μανία, λλ' ατία κα μήτηρ τν μεγίστων γαθν στι.


Hermias Phil., In Platonis Phaedrum scholia
Page 4, line 27

Κα πρτον μν καθολικώτατον κα ληθέστατον
λόγον επν τι <«περ παντς, πα, μία ρχ> εδέναι περ ο
λόγος, < παντς μαρτάνειν νάγκη»> τουτέστιν εδέναι τν οσίαν
περ ο λόγος, τ δ δοκον σχυρότατον εναι πιχείρημα ν τ προτέρ
λόγ το Λυσίου, τ τι < μν μαίνεται δ σωφρονε>, δείκνυσιν
τι μανία οχ πλον στιν, λλ' στι τις κα <θεία> μανία, κα διελν
ατν τν μανίαν ες τέσσαρα μέρη, μαντικν, τελεστικν, ποιητικν,
ρωτικν, <φόρους> κάστ δίδωσι θεος πόλλωνα, Διόνυσον, Μούσας,
ρωτα, καταλέγων πόσα γαθ κ τούτων δίδοται, τς μαντικς τε κα
τελεστικς κα ποιητικς ... δι κα τ <τ> παρεμβεβλσθαι· <μανικν> γρ
λεγομένην τ πρτον, <μαντικν> στερον προσηγόρευσαν. Κα τατα  
μν πρς τ μ φαλον εναι τ τς μανίας νομα. Ετα μέλλων λέγειν
πόσα <γαθ> κ το ρωτος μν πιπέμπεται, πρτον ρίζεται τν
ρωτα, να εδείημεν κατ ποίου σημαινομένου τατα λέγει, ς κα ν τ
προτέρ λόγ πεποίηκε. Κα πειδ μαίνεται ρν, ρίζεται τν ρωτα
θείαν μανίαν εναι κατ νάμνησιν το ατοκάλλους

<Ammonius> Gramm., De adfinium vocabulorum differentia (= Περ μοίων κα διαφόρων λέξεων) (fort. epitome operis sub aucto
Lexical entry 313, line 1

Κατ Κτησιφντος, κα τν περ τος θεος ερουργόν, ς
ρόδοτος (passim).
 <μανία> μέν στιν κστασις λογισμο, <λύσσα> δ' πι-
τεταμένη μανία, <οστρος> δ μανιώδης πιθυμία.
 
 Έάν λοιπόν υποτεθει ότι οί "Ελληνες έγνώρισαν τάς έκστατικάς τελετάς άπό τόν Διόνυσον ό όποιος ήλθεν έκ Θράκης,  είναι φυσικόν νά θεωρήται ότι ή Πυθία έφθασε εις τούς Δελφούς μέ τόν Διόνυσον και ότι ό Απόλλων τήν παρέλαβεν έκ του προκατόχου του ενθρονισμένη ήδη στο μαντείο.
Αλλοι ερευνητές θεω­ρούν ότι ό Απόλλων εδανείσθει από τό διονυσιακό κίνημα ένα νέον τρόπον μαντικής, όταν τό κίνημα αυτό διεδόθη εις τήν Ελ­λάδα.  Πυθία θά ειχεν κατά κάποιον τρόπον αποσπασθεί άπό τόν όμιλον τών μαινόμενων γυναικών, οι  οποίες ακολούθουσαν τόν Διόνυσον, και θά εισήλθαν στήν υπηρεσία του μαντείου. Ο Απόλλων δέν ειχεν λάβει τήν Πυ-θίαν και τήν ένθεον μαντικήν μόνον άπό τόν Διόνυσον, αλλά ή θρησκεία τών Δελφών, αποσκοπούσε κατ' εξοχήν στόν καθαρμόν, απλώς θά είχε δανεισθεί κάποιο στοιχείο από τόν διο­νυσιακό καθαρμό. Απο τήν άποψιν αυτήν οί Δελφοί υπήρξαν ό κύριος συντελεστής του εξελληνισμού της διονυσιακής θρησκείας μετά τήν εισοδόν της στό ελληνικόν περιβάλλον.
Έν μέσω όλων αυτών των υποθέσεων εκείνο τό όποιον θά ειχε μεγάλην σημασίαν είναι νά αίτιολιογήσομε πλήρως τήν ιδρυση και το παρελθόν του ιερού αυτού, το όποιο σε μία στι­γμή της μακράς και πολύπλοκου ιστορίας του κατέστη εστία της απολλώνιας θρησκείας.


Οί αρχαίοι συμφωνούν ότι ή ελευσις του Απόλλωνος είναι μεταγενέστερα της Ιδρύσεως του μαντείου. Προ του Απόλλωνος συνεβουλεύοντο την Γαίαν, την Θέμιδα, τον/την Πύθω-να, άρα ζητούσαν μαντείες από χθόνια πνεύματα, όπως και στα μαντεία της γειτονικής Βοιωτίας. Μαντείο αυτού του  είδους είναι φυσικό νά εχει προφήτη/χρησμοδότη, διότι η Γαία έχει προφητική δύναμη, αφού περιέχει τις ψυχές. Η επαφή με τα πνεύματα των θανόντων, ή μέ τό μυθολογικόν πρόσωπον πού τα περιέχει, είναι συνήθης τρόπος για νά ζητήση κανείς χρη­σμούς,  η επαφή αυτή επιτυγχάνεται είτε με όνειρα (όπως είς τό άντρον του Τροφωνίου), είτε μέ δαιμονοπληξία. Ό χθόνιος χαρακτήρ του δελφικού μαντείου κατά τήν προϊστορική περίοδο δεν είναι αντίθετος προς τήν είκασία ότι ή Πυθία ήταν προγε­νεστέρα του Απόλλωνος εις Πυθώ, όπως ονομάζεται τό μαντείον από τήν όφιν Πύθω-να, η οποία ήταν θηλυκού γένους, καθώς το εχω ήδη αναφέρει σε προηγούμενα κείμενα.

Συνεχίζετε
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...