2 Απριλίου 2013

'Ερνος : φυτόν, κλάδος το εκ της έρας γινόμενον



Στις παραστάσεις των υπαίθριων ιερών, των τεμένων, υπάρχει πάντοτε τουλάχιστον ένα δέντρο, στο οποίο υποτίθεται ότι θα κατήρχετο η θεότης όταν θα απεφάσιζε να παραστεί εις την τελετή ιλασκόμενη τοις λατρεύουσι, για ν’  ακούσει τα αιτήματά των.

Το ιερό δέντρο μετά του βωμού ήταν το απαραίτητο στοιχείο εκάστου υπαίθριου ιερού, στο οποίο λατρεύονταν οι παραγωγικές δυνάμεις της Γής και της Φύσεως. Προ του δέντρου και του βωμού γίνονταν ιερουργίαι και οργιαστικοί χοροί. Σπανίως το ιερόν δέντρο φυλάγουν μυθικά ζώα. Σε γνωστό χρυσό δακτυλίδι εκ Μυκηνών, τον γνωστό και ως δακτύλιον με κίονα fleur de lys, έχουμε πράγματι ιερόν δέντρο ως κεντρικόν στοιχείον κι όχι κίονα. Εκατέρωθεν αυτού εικονίζεται ανά μία κατακείμενη σφίγξ. Η χρήση δέντρων θωρούμενων ως ιερών στην λατρεία είναι βεβαία.
Το πρόβλημα, το οποίο παρουσιάζουν, είναι αν όντως κατά την λατρεία οι προσκυνητές, ιδίως οι χορευτές φθάνουν τους κλάδους του ιερού εκείνου δέντρου και προσπαθούν να τους σύρουν προς τα κάτω και να τους χαμηλώσουν, ή και αν κάποτε προσπαθούν να εκριζώσουν αυτό τούτο το δέντρο. Δακτυλίδια με ανάλογες παραστάσεις βρίσκονται στο Εθνικό Μουσείο Αθηνών και στο Μουσείο του Ηρακλείου.

Οι κλάδοι δέντρων χρησιμοποιούνται  στην λατρεία ή αποτελούν και οι ίδιοι  αντικείμενο λατρείας. Οι κλάδοι αυτοί διακρίνονται ευκόλως από τα εικονιζόμενα ιερά και άλλα δέντρα, διότι μέχρι της ρίζας των καλύπτονται με φύλλα, ενώ τα δέντρα χαρακτηρίζονται από τον υψηλό τους κορμό.
Ένα χρυσό σφραγιστικό δαχτυλίδι από την Πύλο,  γνωστό ως δαχτυλίδι του Νέστορος παρουσιάζει αυτό που θα λέγαμε σήμερα ως Δέντρο του Κόσμου, οι κλάδοι του είναι αυτοί που ρίχνουν την σκιά τους στον βασιλιά -λέοντα και ταυτίζονται με τον ιερό κισσό, που ανεβαίνει στους βραχώδεις γκρεμούς. Συνήθως ο κισσός ζεί ως ζιζάνιο ή ως παρασιτικό φυτό πάνω σε άλλα δέντρα όταν γαντζώνεται πάνω στους κορμούς και τα κλαριά –όπως συμβαίνει σε αρκετές ιτιές Είναι ένα πολυετές ξυλώδες αειθαλές αναρριχητικό θαμνώδες φυτό, το οποίο αναπτύσσεται είτε αναρριχόμενο σε στηρίγματα όπως δέντρα, βράχια ή ανθρώπινες κατασκευές, είτε έρποντας στο έδαφος εάν δεν υπάρχει κάποιο στήριγμα. Οι νεαροί βλαστοί του είναι μακριοί και ευλύγιστοι. Στην επιφάνειά τους βγαίνουν μικρές εναέριες ρίζες οι οποίες βοηθούν στη συγκράτηση του φυτού στα στηρίγματα (απτικές ρίζες). Όταν βρεθούν σ’ επαφή με το χώμα, αναπτύσσονται λίγο περισσότερο. Ο κισσός  δε χρησιμοποιεί αυτές τις ρίζες για παρασιτισμό σε άλλα φυτά, αλλά μόνο για στήριξη. 

Κοινός κισσός ή (hedera helix) είναι το περισσότερο διαδεδομένο και γνωστό είδος κισσού. Ανήκει στο γένος hedera της οικογένειας των αραλιιδών.  Τη μεγαλύτερη εξάπλωση την έχει ο h. helix, όπου hedera=κισσός στα λατινικά και helix (ελληνική λέξη) η έλικα. Είναι αυτοφυής της χώρας μας καθώς και της υπόλοιπης νότιας, κεντρικής και βόρειας Ευρώπης και ενός μέρους της δυτικής Ασίας. Φύεται κυρίως σε δάση, αλλά μπορεί να προσαρμοστεί σε ποικίλα περιβάλλοντα
Όμως εκτός από την Ελικα  ή Ελιξ ή Κισσό υπάρχει κι ακόμα μία λέξη που δηλώνει πολύ συχνά τον νέο κλάδο ή το βλαστάρι με την έννοια του νέου γόνου σε πάμπολα αρχαία κείμενα. 
Αυτή είναι η έννοια του‘Ερνου που ερμηνεύεται ως βλαστάρι, βλαστός, εκβλάστημα, ξεμασκαλίδι, παιδί, απόγονος, γέννημα, γέννα, γόνος.
Ερα = γή,
Θάλλω = είμαι φουντωμένος βλαστάρια, φύλλα, από φύλλα ή άνθη και καρπούς, πρασινίζω, ανθίζω, ανθώ, βλασταίνω, κάνω κάτι να βλαστήσει, ή να πρασινίσει, ακμάζω, ευημερώ, υγιαίνω, ευδοκιμώ, σφύζω από ζωή…

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon
Alphabetic letter epsilon, page 898, line 1

                εθαλς, βλαστός. ρνος γρ κλάδος.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 376, line 50

<ρνος>: Φυτν, κλάδος· τ κ τς ρας γινόμενον. 

Έτσι εκτός από τον Διόνυσο που αποτελεί νέο κλάδο του Διός υπάρχουν και τα αντίστοιχα κείμενα που δηλώνουν και τον νέο έρνο – γιό του Διός τον Απόλλωνα ..

Dionysius Halicarnassensis Hist., Rhet., De compositione verborum
Section 16, line 54

   Δήλ δήποτε τοον πόλλωνος παρ βωμ
  φοίνικος νέον ρνος νερχόμενον νόησα.
 
Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Odysseam
Volume 1, page 246, line 4
Θάλος δ, ς π φυτο επε. κα στι τοτο
φορμ κα ρχ τς φεξς πρς φοίνικος ρνος συγκρίσεως. πε κα ταυτν ρνος κα θάλος. δέ γε παρ τος στερον θαλλς ν δυσ λάμβδα κα ξυτόνως, δηλο μν κα ατς πν τ θάλλον καθ κα τ θάλος, θέλει δ χειν προσθήκην. δι κατ Αλιον Διονύσιον, προστιθέασιν, λάας λλου τινός. κα θαλλοφόροι δέ τινες σαν ν θήναις. τοιοτοι δ ν τισιν ορτας ο γεραίτατοι.

Όμως έρνοι θεωρούνται όχι μονο τα βλαστήματα αλλα και τα κέρατα.

Hesychius Lexicogr., Lexicon (ΑΟ)
Alphabetic letter epsilon, entry 5968, line 1

<ρνη>· κέρατα. *βλαστήματα Av
<ρνος>· *κλάδος. στέλεχος Avgn. δένδρον εθαλές. *βλάστημα
 Avgn. φυτόν (Ρ 53)
<ρνυγας>· ρνη. βλαστήματα. κλάδοι

Hesychius Lexicogr., Lexicon (Π – Ω)
Alphabetic letter phi, entry 701, line 1

*<φοίνικος ρνος>· περιφραστικς τν φοίνικα

<φονιξ>· τ δένδρον
   “φοίνικος νέον ρνος”
 κα καρπός. κα πυῤῥὸς τ χρώματι
<φοίνισσα>· εδος μπέλου

Hesychius Lexicogr., Lexicon (Π – Ω)
Alphabetic letter chi, entry 801, line 1

<χρυσορ(ρ)αγς ρνοςπεῤῥηγμένον πεστραμμένον π το
 δένδρου 

Lexica In Opera Gregorii Nazianzeni, Lexicon in carmina Gregorii Nazianzeni (ordine alphabetico) (e cod. Paris. Coislin. 394)
Alphabetic letter epsilon, lemma 328, line 1

<ρνεϊ>· βλαστήματι
<
ρνος>· βλάστημα

Scholia In Homerum, Scholia in Iliadem (scholia vetera) (= D scholia)
Book of Iliad 17, verse 53, line of scholion 2

<ρνος.> Φυτόν. <Οον δ τρέφει ρνος νήρ.>
Ποσειδν κα θην περ τς ττικς
φιλονείκουν. κα Ποσειδν μν π τς
κροπόλεως τς ττικς κρούσας τ τρι-
αίν κμα θαλάσσης ποίησεν ναδο-
θναι, θην δ λαίαν. κριτς δ α-
τν γενόμενος Κέκροψ, τν τόπων τς
ττικς βασιλες, τ θε προσένειμε
τν χώραν επν, τι θάλασσα μέν στι
πανταχο, τ δ φυτν τς λαίας διον
θηνς. στορία παρ Καλλιμάχ.

Scholia In Nicandrum, Scholia et glossae in Nicandri theriaca (scholia vetera et recentiora)
Vita-scholion 391d, line 1

<*ρνος>· κλάδον, φύλλον d φυτόν, κλάδον, τ κ
τ
ς ρας γινόμενον v κλάδον f



Scholia In Oppianum, Scholia et glossae in halieutica (scholia vetera et recentiora)
Hypothesis-book 4, scholion 268, line 3

θηναίης ρνεα· τς θηνς λέγεται τ φυτν,
πειδ φέρεται μθος, ς τι πρτον ν τ τν θη-
νν κροπόλει θηνς προνοί βλάστησεν. ρνος κυ-
ρίως
κλάδος τς γρίας συκς· ρινες γρ γρία
συκ
, καταχρηστικς δ κα πς κλάδος. 

Τα έρνεα της Αθηνάς θεωρούνται τα φυτά της Αθηνάς δηλαδή οι Ελιές όμως γενικότερα ως  κλάδος και κάθε βλάστημα εκ της Μεγάλης Μητέρας Γής θεωρείται ως έρνος. Το παραπάνω κειμενο όμως αναφέρει και διαχωρίζει ότι κυρίως ο κλάδος της άγριας συκής λαμβάνει αυτό το όνομα καθώς η άγρια συκιά φέρει ονομάζετε  ερ(ι)νεός και ο έρνος θεωρείτε το νέο βλάστημα της άγριας συκιάς… και καταχρηστικά το όνομα έρνος του νέου βλασταριού ή του νέου κλάδου ή του νέου κλαδιού αλλά  και κάθε νέου βλαστήματος, γόνου, γέννας λαμβάνει το όνομα ως ΕΡΝΟΣ …

Ενώ ακόμα και «Ες τ γενέσιον τς περαγίας ∆εσποίνης μν Θεοτόκου» αναφέρετε :

 Χαρε, άβδος, τ θεόφυτον ρνος, μόνη πασν παρθένων τεκνοφόρος, ξ σπορίας νθήσασα υέα τν τν πάντων Θεν κα εράρχην.

Στην Ιφιγένεια εν Αυλίδι ο Ευριπίδης αναφέρει : Μέσα από το στόμα του Αγαμέμνωνα :

Λήδας ρνος˙δηλ. μια τρυφερ προσφώνηση =βλαστάρι της Λήδας …

Στον Ορφικό ύμνο του Άδωνη μερικά από τα επίθετα που τον χαρακτηρίζουν είναι το Ερνος Έρωτος = βλαστάρι, βλαστός, παιδί, γέννημα, γόνος έρωτα



Συνεχίζετε ..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...