Επι+οπτεύω = επί +οπτεύω ή
οπιτεύω : εποπτεία, επόπτης, Επωπάω (ιο>ωψ) κλπ
Επωπεύς
(μυθ.). Με αυτό το
όνομα αναφέρονται:
Γιος του Αλωέα
και εγγονός του Ηλίου (Παυσ. «Κορινθιακά», Α', 1)
Μαραθῶνα δὲ ὕστερον τὸν Ἐπωπέως τοῦ Ἀλωέως τοῦ Ἡλίου φεύγοντα ἀνομίαν καὶ ὕβριν
τοῦ πατρὸς ἐς τὰ
παραθαλάσσια μετοικῆσαι τῆς Ἀττικῆς, ἀποθανόντος δὲ Ἐπωπέως ἀφικόμενον ἐς Πελοπόννησον καὶ τὴν ἀρχὴν διανείμαντα τοῖς παισὶν αὐτὸν ἐς τὴν Ἀττικὴν αὖθις ἀναχωρῆσαι, καὶ ἀπὸ μὲν Σικυῶνος τὴν Ἀσωπίαν, ἀπὸ δὲ
Κορίνθου τὴν Ἐφυραίαν μετονομασθῆναι.
περὶ δὲ τῆς Ἡλίου
βασιλείας εἰς τοὺς αὐτοῦ παῖδας Αἰήτην καὶ Ἀλωέα διαιρέσεως Θεόπομπος ὁ Χῖος
‘ἀλλ' ὅτε δ'
Αἰήτης
καὶ Ἀλωεὺς ἐξεγένοντο Ἠελίου τε καὶ Ἀντιόπης, τότε δ' ἄνδιχα χώρην δάσσατο
παισὶν ἑοῖς Ὑπερίονος ἀγλαὸς υἱός. ἣν μὲν ἔχ' Ἀσωπός, ταύτην πόρε δίωι Ἀλωεῖ·
ἢν δ' Ἐφύρη κτεάτισσ', Αἰήτηι δῶκεν ἅπασαν.
Αἰήτης δ' ἄρ' ἑκὼν
Βούνωι παρέδωκε
φυλάσσειν εἰσόκεν αὐτὸς ἵκοιτ' ἢ ἐξ αὐτοῖό τις ἄλλος, ἢ παῖς ἢ υἱωνός· ὁ δ' ἵκετο
Κολχίδα γαῖαν.’
ή, όπως ο Απολλόδωρος
αναφέρει, γιος του Ποσειδώνα και της Κανάκης (Α', 7, 4) Κανάκη δὲ ἐγέννησεν
ἐκ Ποσειδῶνος Ὁπλέα καὶ
Νιρέα καὶ Ἐπωπέα
καὶ Ἀλωέα
καὶ Τρίοπα. (Pseudo-Apollodorus
Myth., Bibliotheca (sub nomine Apollodori Chapter 1, section 53, line 2)
επίσης, ο Υγίνος αναφέρει ότι ο Ε. ήταν γιος
της Αλκυόνης, κόρης του Άτλαντα (τ3&.
157). (Σημ. Αλλα ως γυιός της Αλκυόνης αναφέρετε και ο Γλαύκος
Mnaseas Perieg., Fragmenta
Fragment 12, line 2
E LIBRO TERTIO.
Athenaeus VII: Μνασέας δ' ἐν τρίτῳ τῶν
Εὐρωπιακῶν Ἀνθηδόνος
καὶ Ἀλκυόνης αὐτὸν (τὸν Γλαῦ-
κον) γενεαλογεῖ. Ναυτικὸν δὲ αὐτὸν καὶ κολυμβητὴν
ἀγαθὸν γενόμενον Πόντιον καλεῖσθαι· )
Στην πόλη Σικυώνα. στην καλούμενη Ιερά Πύλη, υπήρχε ναός και βωμός της Αθηνάς, τα οποία
είχε αφιερώσει σ'αυτήν ο Επωπεύς (Παυσ. «Κορινθιακά», ΙΑ , 1). Το μνήμα του Επωπέα.
βρισκόταν μπροστά από το βωμό της Αθηνάς και κοντά στο ιερό των Αποτρόπαιων θεών (Παυσ. «Κορινθιακά», ΙΑ', 1).
XI. ἐντεῦθεν δὲ ἀποτραπεῖσιν ἐπὶ πύλην καλουμένην Ἱεράν, οὐ πόρρω τῆς πύλης
ναός ἐστιν Ἀθηνᾶς, ὃν
Ἐπωπεύς ποτε ἀνέθηκε μεγέθει καὶ κόσμῳ
τοὺς τότε ὑπερβεβλημένον. ἔδει δὲ
ἄρα χρόνῳ καὶ
τοῦδε ἀφανισθῆναι
τὴν μνήμην: κεραυνοῖς θεὸς
αὐτὸν <κατέκαυσε,> βωμὸς δὲ
ἐκεῖνος--οὐ
γάρ τι ἐς
αὐτὸν κατέσκηψε-- μένει καὶ ἐς τόδε οἷον Ἐπωπεὺς ἐποίησε.
πρὸ τοῦ
βωμοῦ δὲ
αὐτῷ
μνῆμα Ἐπωπεῖ κέχωσται, καὶ τοῦ
τάφου πλησίον εἰσὶν Ἀποτρόπαιοι
θεοί: παρὰ τούτοις δρῶσιν ὅσα Ἕλληνες ἐς
ἀποτροπὴν κακῶν
νομίζουσιν. Ἐπωπέα
δὲ καὶ Ἀρτέμιδι
καὶ Ἀπόλλωνι τὸ πλησίον
ἱερὸν
ποιῆσαι λέγουσι, τὸ δὲ
μετ' αὐτὸ
Ἥρας Ἄδραστον:
ἀγάλματα δὲ ὑπελείπετο
οὐδετέρῳ. βωμοὺς δὲ ὄπισθεν
τοῦ Ἡραίου
τὸν μὲν
Πανὶ ᾠκοδόμησεν,
Ἡλίῳ
δὲ λίθου λευκοῦ. [2] καταβαίνουσι δὲ ὡς
ἐπὶ
τὸ πεδίον, ἱερόν ἐστιν ἐνταῦθα
Δήμητρος: ἱδρῦσαι
δέ φασιν αὐτὸ
Πλημναῖον ἀποδιδόντα
χάριν τῇ θεῷ
τοῦ παιδὸς τῆς τροφῆς. τοῦ δὲ ἱεροῦ
τῆς Ἥρας,
ἣν ἱδρύσατο
Ἄδραστος, ὀλίγον ἀπωτέρω
Καρνείου ναός ἐστιν Ἀπόλλωνος: κίονες δὲ
ἑστήκασιν ἐν αὐτῷ μόνοι, τοίχους δὲ οὐκέτι
οὐδὲ
ὄροφον οὔτε ἐνταῦθα εὑρήσεις
οὔτε ἐν
τῷ τῆς
Προδρομίας Ἥρας. τοῦτον γὰρ δὴ Φάλκης ἱδρύσατο ὁ
Τημένου, τῆς ὁδοῦ οἱ
τῆς ἐς
Σικυῶνα Ἥραν
φάμενος ὁδηγὸν
γενέσθαι.
Η
σχέση που υπήρχε
μεταξύ του Επωπέα και της Σικυώνας
αποδεικνύεται και από το ότι ο ήρωας, από τον οποίο είχε πάρει το όνομα της η
πόλη. ήταν εγγονός του Επωπέα. (Παυσανία. «Κορινθιακά». ΣΤ', 5). Κατ' αρχήν, ο Επωπεύς λατρευόταν οαν θεός
στη Σικυώνα μαζί με την Επωπίδα - Δήμητρα αργότερα, όμως, το όνομα Επωπεύς ήταν
επίθετο του Δία, με το οποίο λατρευόταν με την ιδιότητα του επόπτη και του
επιτηρητή όλων
Από
το θηβαϊκό μυθικό κύκλο, το σχετικό με την Αντιόπη, όπου ο Επωπεύς. φέρεται σαν «σύλλεκτρος» του Δία, γιατί
παντρεύτηκε την Αντιόπη, την οποία είχε αφήσει έγκυο ο Δίας, φαίνεται η σχέση
μεταξύ του Δία και του Επωπέα. (Απολλοδωρος Γ' 5, 5).
Ἀντιόπη
θυγάτηρ ἦν Νυκτέως· ταύτῃ Ζεὺς
συνῆλθεν. ἡ δὲ ὡς ἔγκυος
ἐγένετο, τοῦ πατρὸς ἀπειλοῦντος εἰς Σικυῶνα ἀποδιδράσκει
πρὸς Ἐπωπέα
καὶ τούτῳ γαμεῖται.
Νυκτεὺς δὲ
ἀθυμήσας ἑαυτὸν
φονεύει, δοὺς ἐντολὰς Λύκῳ παρὰ Ἐπωπέως καὶ παρὰ Ἀντιόπης λαβεῖν δίκας. ὁ δὲ στρατευσάμενος
Σικυῶνα χειροῦται, καὶ τὸν μὲν
Ἐπωπέα κτείνει, τὴν δὲ
Ἀντιόπην ἤγαγεν αἰχμάλωτον.
ἡ
δὲ
ἀγομένη
δύο γεννᾷ
παῖδας
ἐν
Ἐλευθεραῖς τῆς
Βοιωτίας, οὓς
ἐκκειμένους
εὑρὼν
βουκόλος ἀνατρέφει,
καὶ
τὸν
μὲν
καλεῖ
Ζῆθον
τὸν
δὲ
Ἀμφίονα
'Ετερος Επωπεύς Βασιλιάς
της Λέσβου που διέφθειρε την κόρη του Νυκτιμένη, την οποία κατόπιν μεταμόρφωσε
η Αθηνά σε κουκουβάγια (Υγίν. (3ά.
204, 253).
Ο Επωπεύς -Ψαράς, που
καταγόταν από την Ικαρία, τον μύθo είδαμε σε προηγούμενα κειμενα, ο Επωπεύς και
ο γιος του έφαγαν, σύμφωνα με το μύθο, το ιερό ψάρι του Ποσειδώνα, που ονομαζόταν
Πομπίλος Τον Επωπέα καταβρόχθισε, εξαιτίας της ανόσιας πράξης του, ένα τεράστιο
θαλάσσιο τέρας (Αθήν. 283 Β).
Επωπεύς- Ηρωας, ο οποίος μονομάχησε με το
γιο του Ηρακλή. Ύλλο.
Επωπεύς -Γίγαντας, από τον οποίο ονομάστηκε ηφαίστειο της Κ. Ιταλίας.
Επωπίς.
Επίκληση με την οποία
λατρευόταν η Δήμητρα στη Σικυώνα (Ησύχ. στη λ. Επωπίς) μαζί με τον Επωπέα.
Όμως είδαμε ότι ο Επωπεύς θα
μεταμορφωθεί στον Πομπίλο… και θα φέρει και τις ιδιότητες του Επόπτη – επίθετο
του Διός όπως και το Επωπεύς- αλλα και του ιερού ουράνιου και θείου – δαίμονα –
απεσταλμένου, όπου Οπις = Οπ-ωπα δηλ. οφθαλμός, η θεία εκδίκηση ή τιμωρία επι
της παραβιάσεως των θείων νόμων, αλλα και η πρόνοια και η ευ-μένεια των
θεών (θετική έννοια), σεβασμός μετα φόβου προς θεούς, προσοχή στα πράγματα και
αφοσίωση, ζήλος και η αποτροπή κακών, καθώς οπις θεών ή θεία τιμωρία, με καλή
σημασία ή ανταμοιβή, οπίζομαι έχω σέβας, εκτιμώ. Οπιδνός : φοβερός, σεβάσμιος.
Μερικοί λεξάριθμοι ενδεικτικοί …
ΠΟΜΠΙΛΟΣ = 580
= ΑΛΗΘΗΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ (αληθής
σημαινει, αληθής, ο μη υποκείμενος εις λήθην, ο περιπλανώμενος ταχέως
«πετώντας» ομμόριζον του αλήτης),
=
ΒΡΟΝΤΗΝ (μπουμπουνητό, βρονή, εμβροντησία, κατάπληξη, σάστισμα)
=
ΑΓΙΑΣΘΕΝΤΑ (Αγίασμα = ιερό, άδυτο, ναός,
αγία μετάληψη, αγιασμός . Αυτά που έχουν αγιασθεί μέσω του αγιάσματος )
= ΑΓΡΟΤΕΡΑ
(επίθετο Αρτέμιδος) = ΑΘΑΝΑΤΗΣΙ = ΑΙΓΙΑΛΙΤΙΔΑΣ (κάτοικος της παραλίας ή αυτή
που ζεί κοντά στην ακτή
= Η
ΓΗΡΑΝΣΙΣ (η γήρανσις, γεράματα, γερασμός, γέρασμα, γερατειά, γηράνιον, γήρας,
γήρος, ρυσά, ρυσή),
=
ΜΟΡΣΙΜΟΝ (Μοίρα, Ειμαρμένη)
=
ΟΝΥΞ (όνυξ, στόνυξ, άκρη του νυχιού κοφτερή, σουβλερή μύτη, ακωκή, αιχμή, κόψη,
οξύ εργαλείο, σουβλί)
=
ΟΦΙ (όφις, φίδι, δράκος, βέλος,
ακτινοβολία, αστερισμός, ερπετό και ποταμός Αρκαδίας, θάνατος, ζωή και ανάσταση, φαλλικό σύμβολο, ο
φτερωτός όφις είναι ο Φάνης και με ένα φωτοστέφανο γύρω του απεικονίζει το
φως του κόσμου [Γνωστικοί], ο χάλκινος όφις του Μωυσή, γνώρισμα του Ρα, του
Ασκληπιού, του Ερμή και της Υγείας, αρχή της ζωής και Αγαθοδαίμων, θηριώδης
μορφή του Δία και του Άμμωνα, αφιερωμένο στην Αθηνά και στον Απόλλωνα, η ζωτική
αρχή ή ψυχή αφήνει το σώμα με την μορφή ενός όφεως και οι ψυχές των νεκρών
μετενσαρκώνονται σε όφεις, οι Βάκχες κρατούσαν όφεις, σύμβολο της Ειλειθυίας,
σύμβολο του Χριστού και του Διαβόλου, ο εκπέσοντας),
= ΠΥΡ
(πύρ)
= ΤΟΞΙΚΟΝ (τοξικός, ο της τόξευσης [της
ηλιακής ακτινοβολίας] ή του τοξότου)
= ΥΛΙΚΟΝ (υλικός, ανήκων στην ύλη,
αποτελούμενος από ύλη, σάρκινος, ένυλος, σωμάτινος, σωματικός, υληγενής,
χθονήρης, υλαίος, υλώος, σωματοφυής, χθόνιος, φυσικός, φθαρτός, εγκόσμιος,
επίγειος, κοσμικός, πρόσυλος)
= (ΣΧΕΔΙΟΝ:φ)
Σκεφθείτε τώρα και εκείνο το απόσπασμα στην Βίβλο Γεν. 1,2
«καὶ πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος»
δηλαδή :το δε
ζωοποιόν Πανάγιον Πνεύμα εφέρετο επάνω από τα ύδατα και περιέβαλλεν αυτήν.
‘Ομοια η ιστορία του εξ ουρανού τιμωρίας ή επιβράβευσης μέσω
της διπλής καθόδου του ηλιακού φωτός ταυτόχρονα με την θεά Αφροδίτη την
Θαλασσινή –όμοια στην ουρία και με την Μυριαμ-Μαρία -Μαριάμ – Μαριάμνη δηλ.Θαλασσινός
αμνός – Μαρίνα –Μάρε κλπ (δες παλ.κείμενα) η θαλασσινή -και της αποστολής ενός
θείου-δαιμονικού απεσταλμένου-υιού, μας οδηγεί σε πολλές γνωστές ιστορίες καθώς
και σε μορφές υπόσχεσης του Παράκλητου, παρηγορητή, του υπέρμαχου του ανθρώπου ως προς τον Πατέρα
–του Μέγα-λου Οφθαλμού, Επόπτη. Μέσω του βαπτίσματος και της καθομολογίας, μέσω
του τελετουργικού μύησης και αγιασμού οδηγεί και φέρει σε μια νέα αθάνατη ζωή.
Στην ιστορία της
γοργόνας και του αθάνατου νερού- νερού που μετατρέπεται μέσω του «τοξικού» ηλιοφωτισμού – πυρός, σε νερό
αθανασίας ικανό να καταπολέμηση την
γήρανση αλλα και τον σωματικό θάνατο.
ΕΠΩΠΕΥΣ = 1570
ΑΝΑΛΟΓΙΑΣ
ΓΝΩΡΙΣΜΑ (αναλογίας γνώρισμα, αναλογία, αρμονία, εμμέλεια, εμμετρία, έμμετρον,
εμμετρότης, ευμετρία, ευρυθμία, ισονομία, λόγος, μετριότης, μέτρον, όρος,
ούρος, ρυθμός, συμμετρία, συμμετρότης, συμφωνία, συναπαρτισμός,
συνεξακολούθησις, [πιθανόν να κρυπτογραφεί την χρονική αναλογία του ρυθμού των
μετενσαρκώσεων]),
= ΑΣΤΑΡΤΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑ (Αστάρτης σημασία, Αστάρτη,
Ασιατική θεότητα ταυτιζόμενη με την
Αφροδίτη αλλά συχνά και με την Σελήνη)
=
ΔΟΡΥΦΟΡΕΙΤΑΙ (δορυφορείται),
=
ΕΓΚΡΑΝΟΚΡΑΤΩΡ
(εγκρανοκράτωρ),
= Η
ΑΡΜΟΝΙΚΗ ΓΝΩΣΙΣ (η αρμονική γνώσις),
=
ΚΛΩΝΟΥΣ (κλώνος,
γενετικό αντίγραφο οργανισμού που προέρχεται από ένα μοναδικό, αρχικό οργανισμό
με εργαστηριακές μεθόδους αναπαραγωγής, με αποτέλεσμα να είναι γενετικά
ταυτόσημος με αυτό),
=
ΚΝΩΨ (κνώψ, φίδι, θηρίον, τυφλός),
= ΤΙΣ ΕΙ Ο ΔΡΑΚΩΝ (τις ει; -ο Δράκων),
= ΤΟ ΤΕΙΡΟΣ ΕΣΤΙ (το τείρος εστί, τείρος,
άστρον, αστερισμός, ουράνιον σώμα),
=
ΧΟΡΩ (χορός, γλαύξ, βαλλισμός, ορχηστύς, ορχησμός, όρχησις, χόρευμα,
χοροστασία, σκιρτηθμός, χορεία, σχημάτιον, σκίρτημα, χόρευσις, σκίρτησις, χορός
ιδίως συνοδευόμενος από τραγούδι, κυκλικός χορός, ομάδα χορευτών και αοιδών,
παρέα, όμιλος, χορεία, χορός θεάτρου, άσμα που τραγουδούσαν τα μέλη του χορού,
σειρά, ωδή, τόπος χορού, χορός εκκλησίας),
=
ΧΡΥΣΟΣ (χρυσός),
= ΔΙΑ-ΠΕΠΤΩΚΟΣ (Δια+πίπτω, πέφτω, γκρεμίζομαι, πέφτω κάτω,
επιπίπτω, εκπίπτω, νικιέμαι, προερχομαι κλπ)
= ΔΙΑΠΕΣΟΝΤΩΝ (διαπίπτω, αποτυγχάνω, χάνομαι, έχω λάθος,
σφάλλω, πέφτει κάτι και γκρεμίζεται, διαδίδεται φήμη)
= ΕΜΠΟΜΠΕΥΩΝ (Εμ+πομπεύω, συνοδεύω κάποιον ως οδηγός ή
συνοδός, προπέμπω, οδηγώ, παραπέμπω, συμμετέχω σε θρησκευτική πομπή, λιτανεύω,
εκτελώ πομπή θριάμβου (στη Ρώμη), σκωπτώ, πομπεύω, διαπομπεύω, ρεζιλεύω,
ερμηνεύω κλπ
= ΙΧΘΥΟΛΥΜΑΙ (Ιχθυολογέω μιλω για ψάρια, Ιχθυολύμης :
αφανιστής των ιχθύων, φοβερός ψαροφάγος)
= ΚΟΛΥΜΒΗΣΩ (κολυμβάω, κολυμπώ, καταδύωμαι)
= ΠΑΙΔΕΡΩΤΟΣ – (Παιδέρως : επίθετο Διός, αλλα και παιδί
ωραίο ως έρωτας)
= ΩΚΥΠΟΣ (ανεμοπόδαρος, ταχυπόρος, ταχύπους, ωκύπους,
ταχύπορος)
= ΩΜΟΤΟΚΟΣ (τίκτων άκαιρα, ή πρόωρα, αλλα και ο προκαλών
άμβλωση)
= ΩΡΟΥΣ (Ωρος αιγύπτιος θεός, αλλα και ο ύπνος, ο χρόνος, ο
ενιαυτός, το έτος)
1021 = ΕΠΩΠΕΑΝ
=
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (απόστολος, απεσταλμένος, απαγγελεύς, αγγελιοφόρος, πρεσβευτής,
απόστολος του Θεού, κήρυκας του Ευαγγελίου που στάλθηκε από τον Θεό, κήρυξ,
στόλος, αποστολή του στόλου, αποστολή αποικίας),
=
ΑΤΡΟΠΟΥ (Άτροπος, μία από τις τρεις Μοίρες [Άτροπος, Κλωθώ, Λάχεσις], θυγ.
Νυκτός // ΗσΘ. 218, ή του Διός και της Θέμιδος // ΗσΘ. 901, ορίζει το
παρελθόν), ΑΤΡΟΠΟΥ (άτροπος, αμετάτρεπτος, αμετακίνητος, αδιάλλακτος, άκαμπτος,
αλύγιστος, αμετάπειστος, ανένδοτος, δύσκαμπτος, σκληροτράχηλος),
= ΕΝΤΕΛΕΧΕΙΑΙ (εντελέχεια, επιμονή, συντέλεια,
δραστηριότητα, ενέργεια, ενεργητικότητα, πραγματική ύπαρξη, αληθινότητα),
= ΘΕΙΟΝ ΒΡΕΦΟΣ (θείον
βρέφος),
= ΛΑΜΠΡΟΤΟΞΟΣ (λαμπρότοξος,
έχων λαμπρό τόξο),
=
ΜΟΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑ (μουσικοθεραπεία),
= ΠΑΝΣΟΦΟΝ (πάνσοφος, σοφός σε όλα, που γνωρίζει τα πάντα, παντογνώστης,
πολυμαθέστατος, ακρόσοφος, μητιόεις, τρίσοφος, υπερσοφιστής, υπέρσοφος),
=
ΠΑΝΤΟΠΟΡΟΣ (παντοπόρος, πού βρίσκει παντού διέξοδο, πού διαπερνά τά πάντα),
= ΠΕΡΣΕΦΟΝΑΙ (Περσεφόνη, Φερσεφόνη,
Περσεφόνεια, Φερρέφαττα, Κόρη, Δέσποινα, θυγ. Διός και Δήμητρος // ΗσΘ. 912,
σύζ. διά αρπαγής του Αϊδωνέως [Άδου, Πλούτωνος] // ΟμΥ. 4:2, υπό την εξουσία
της έχει τις ψυχές των νεκρών, ένεκα εξαπατήσεως εκ του Αϊδωνέως, το ένα
τρίτο του έτους παραμένει στον Άδη και τα δύο τρίτα με την μήτηρ της και τους
άλλους αθανάτους // ΟμΥ. 4:446, σύμφωνα με άλλη εκδοχή, με την Περσεφόνη έσμιξε
ο Ζεύς, μεταμορφωθής σε δράκοντα, ένεκα αυτής της ενώσεως γεννήθηκε ο Ζαγρεύς
// ΝονΔ. 6:155),
=
ΠΟΛΥΚΡΑΝΟΣ (πολύκρανος, πολυκέφαλος),
= ΣΥΖΥΓΙΑ (Συζυγία, επ. Ήρας, συζυγία,
σύζευξη, ζεύγος ζώων, ζευγάρι
= ΤΟ ΑΕΙ ΟΝ ΕΣΤΙ (το αεί όν εστί, αυτό
πού πάντα είναι, //Πλ.Τίμ.27d:6),
= ΑΟΡΩΝ (α+οράω, αορασία
η τυφλότητα, αλλα και η αορασία η αφάνια, ο αόρατος και ο αθέατος, ο
απαρατήρητος)
= ΑΠΟΛΛΩΙ (απόλλω καταστρέφω, εξολοθρεύω, φονεύω, σκοτώνω,
αφανίζω, εκμηδενίζω, εξοντώνω κλπ
Απόλλων θεός του ήλιου και του φωτός ή Φοίβος, ή Αναξ, ή Λυκωρεύς, ή
Σμυνθεύς, τοξοφόρος, εκαβόλος, εκαβαλέτης, χρυσάωρ κλπ)
= ΖΩΟΓΟΝΙΑΙ (ζωογονία, γέννηση ζωντανών, ζωογόνηση)
= ΣΑΒΑΖΙΩ ( Βακχικός, αλλα και ο Βάχκος στην Φρυγία, Θράκη γιορτάζονταν
με μυστηριώδεις τελετές ιδιως από γυναίκες, αλλα και επίθετο του Διός)
= ΤΕΚΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ( Τεκνοποιώ – τεκνοποιία, παιδοποιία,
τεκνογονία)
ΔΙΑΣ ΕΠΟΠΤΗΣ = 958
=
ΑΡΙΘΜΟΣ ΙΓ EΣΤΙ (αριθμός ΙΓ΄[13] εστί),
= ΔΡΑΚΟΝΤΟΛΕΤΗ (δρακοντολέτης, ο εξολοθρευτής
δράκων, επ. Απόλλωνος),
= Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ (η Αγία Τριάς σημαίνει),
= ΡΙΖΩΜΑ (ρίζωμα, ριζοβόλησις, ριζοβόλημα,
ρίζωσις, ρίζα, γενεά, γένος, γενιά, αρχή, καταγωγή, σύνολο ριζών φυτού,
υπόγειος πολυετής βλαστός),
=
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΓΗΡΑΝΣΙΣ (τι είναι γήρανσις;),
= ΚΟΡΥΒΑΝΤΙΔΑ (Κορύβαντες, γιορτή Κορυβάντων αγνισμός με
τελετές, μεταρσίωση, ενθουσιασμός, καθαρση, καθαρισμός)
= ΚΟΥΡΗΤΙΝ (κουρητίζω μιμούμαι τα των Κουρητών, τελώ τα
όργια των Κουρητών, Κουρήτις Χθών αλλα και Κουρήτις χώρα η Αιτωλία και η Κρήτη.
= ΜΟΝΟΓΕΝΟΥΣ
(μοναχογιός, ο γεννηθείς μόνος, μονάκριβος, συγγενής, ο από το ίδιο γένος,
μονογενώς με μοναδικό τρόπο)
= ΙΕΡΟΥΡΓΟΣ (
Ιερουργεώ – Εκτελώ ιερή υπηρεσία, εκτελώ ιεροπραξία)
= ΝΥΦΗ (Νύμφα, η γυναίκα που παντρεύεται, νύμφη, νιόπαντρη
γυναικα, επιθ. Αφροδίτης)
= ΠΟΛΥΕΡΓΟΣ (πολύεργος, πολύ εργασία έχων, φίλεργος,
φιλόπονος)
= ΠΟΛΥΗΡΟΣ (πολύηρος, ο έχων πολλά χωράφια, ο έχων πολλούς
αγρούς, κτηματίας)
1785 = ΔΙΑΣ ΕΠΩΠΕΥΣ
ΑΠΟΛΛΥΩΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ (Απολλύων σημαίνει,
Αβαδδών, ο άγγελος της αβύσσου // ΙωάνΑ. 9:11),
= ΔΑΙΜΟΝΑΣ ΧΘΟΝΙΟΥΣ, ΕΚΠΤΩΤΟΙΣ (έκπτωτος, που έχει πέσει έξω, αποτυχών,
ξεπεσμένος, εξόριστος, γκρεμισμένος),
= Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΠΟΧΗ (η τετάρτη εποχή, [η εποχή κατά την οποίαν υπήρξεν
το ηρώων γένος]),
= ΙΕΡΟΣ ΛΩΤΟΣ (ιερός λωτός),
= ΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟΝ ΕΙΔΟΣ (το τέταρτον είδος),
= ΧΡΙΣΤΕΜΠΟΡΟΙΣ
(χριστέμπορος, χριστοκάπηλος, θεοκάπηλος, εμπορευόμενος τον Χριστό ή την
θρησκεία, σιμωνιακός),
= ΚΥΡΙΕΥΩΝ
(Κυριεύω, είμαι κύριος, γινομαι κύριος, εξουσιάζω, κατακτώ, κατέχω, πορθώ,
εκπορθώ, κυριεύω)
= ΠΡΟΝΟΟΥΜΕΝΩΝ (Προνοέω, προνοώ, προαισθάνομαι, προβλέπω,
στοχάζομαι πρωτύτερα, εφευρίσκω νωρίτερα, φροντίζω, νοιάζομαι, μεριμνώ )
= ΠΡΟΟΡΩΜΕΝΟΥ
(προοράω, προβλέω, βλέπω μακριά και εμπρός, παρατηρώ εμπρός και μακριά,
διαβλέπω, προαισθάνομαι, προεικάζω, προοιωνίζομαι, φροντίζω έγκαιρα κλπ)
= ΠΡΟΠΕΜΠΤΙΚΩΣ
(προ+πέμπω, στέλνω πρωτύτερα ή μπροστά, ξαποστέλνω νωρίτερα, αποπέμπω, διώχνω,
στέλνω μακριά, αποστέλλω, στέλνω)
= ΠΡΟΣΑΓΟΡΕΥΣΑΝΤΕΣ (προσαγορεύω, προσκαλώ, προσφωνώ,
χαιρετίζω, χαιρετώ, ονομάζω, αποκαλώ, αναφέρω τ΄ονομα, αποδίδω)
= ΕΣΤΕΙΡΩΜΕΝΟΣ
= ΠΟΛΕΜΟΥ ΦΟΝΕΥΕΙΝ
= ΠΡΟΣΦΥΟΜΕΝΟΣ
= ΠΡΟ ΤΑΧΘΕΝΤΟΣ
= ΣΠΕΡΧΩ
= ΣΩΦΡΟΝΕΙΝ
= ΤΑΛΑΣΙΟΥΡΓΟΥΣ
= ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ
ΕΠΩΠΙΔΑ ΔΗΜΗΤΡΑ =
1441
= ΑΙΩΝΟΤΟΚΟΝ (αιωνοτόκος, γεννών τους
αιώνες),
= ΑΝΩΘΕΝ
ΓΕΝΝΗΣΙΣ (άνωθεν γέννησις //ΙωάνΕ.3:3),
= ΑΠΟΚΡΥΦΟΣ (απόκρυφος),
= ΓΟΝΟΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΔΙΟΣ (γόνος κεφαλής Διός),
=
ΔΙΑΣΤΑΣΙΣ ΕΣΤΙ (διάστασις εστί, αποχή, γνωσιμαχία, διαφορά, εκπέτασμα,
επιφάνεια, ρυσμός, χωρισμός, διάστημα, απόσταση, διαστολή, διαφορά, χάσμα, διχόνοια,
ασυμφωνία, στάσις, μεταβολή του γένους),
=
ΔΡΑΚΟΝΤΟΚΕΦΑΛΟΣ (δρακοντοκέφαλος),
= ΕΚΑΤΟΝ ΠΕΝΗΚΟΝΤΑ ΤΡΙΑ (εκατόν πενήκοντα τρία),
=
ΕΜΠΝΕΥΜΑΤΟΥΝ (εμπνευματόω,ώ),
= Η
ΚΑΤΑΒΑΣΙΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΔΗΝ (η κατάβασις εις
τον Άδην)
=
ΟΥΡΑΝΙΩΪ (ουρανίωϊ, ουράνιος-ον),
=
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΝ (φιλοσοφία),
= ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΜΑ
(χρησμοδότημα),
=
ΧΡΥΣΙΑΙΟΝ (χρυσιαίος,σχετικός με χρυσό ή χρυσά νομίσματα, αποτελούμενος από
χρυσό ή χρυσά νομίσματα),
=
ΧΩΜΑ (χώμα, σύνδεση με ρίζα Πυθ, Δελφούς),
= ΓΛΩΣΣΗΣ (γλώσσα ανθρώπων και ζώων, διάλεκτος, λαλία, λεξη
παλιά και αποξενωμένη, ελευθεροστομία)
= ΓΛΩΤΤΗ (γλώττα αττικός τύπος της γλώσσας)
= ΓΝΩΣΤΙΚΗΝ ( Γνωστική, επιστήμη, η δύναμη να γνωρίζεις,
γνωστικός ο κατάλληλος για γνώση και για να καταλάβει, ο της γνώσης, ο
παντοδαπής σοφίας έμπειρος)
= ΓΥΜΝΟΤΗΤΟΣ (γύμνια, φτώχεια, ένδεια)
= ΔΑΙΜΟΝΙΩΤΕΡΑΝ
(δαιμονάω κυριεύομαι από δαίμονα, Δαιμονία η θεική τύχη, θεικά, Δαιμόνιον Θεός,
θεότητα, θεία δύναμη, θείο όν, Διάβολος στην Κ. Διαθήκη, φάντασμα)
= ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΜΑ
(χρησμοδότημα),
= ΧΡΥΣΙΑΙΟΝ
= ΑΡΤΟΠΩΛΙΝ
= ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΗΝ
= ΕΠΤΑΦΘΟΓΓΟΥ
= ΕΠΥΡΣΕΥΣΑΝ
= ΕΣΠΑΡΓΑΝΩΣΑ
= ΘΕΟΦΙΛΕΣΤΑΤΑΙ
= ΙΑΤΡΕΥΟΝΤΕΣ
= ΙΑΤΡΙΚΩΣ
= ΚΑΛΛΙΣΤΩΝ
= ΚΑΛΛΙΦΥΤΟΙΟ
= ΛΥΚΟΦΡΟΝΑΣ
= ΠΑΝΕΥΔΑΙΜΩΝ
= ΠΕΡΙΣΤΕΛΛΟΥΣΑΙ
= ΦΕΡΣΕΦΟΝΑΙ
= ΦΙΛΟΛΑΩ
= ΧΩΜΑ
= ΨΑΛΛΟΥΣΙ
= ΨΑΛΜΟΥΣ
= ΩΚΥΡΟΑΝ
1175 = ΕΠΩΠΙΣ (η
Δήμητρα- Δα-ματερ)
=
ΑΓΙΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟΝ (Άγιος Γεώργιος, στην Χριστιανική εικονογραφία και παράδοση
παρουσιάζεται ως δρακοκτόνος),
= ΑΓΟΥΣΑ ΤΟ ΠΑΝ (άγουσα το
πάν, η Αγάπη,
[αγάπη, παρά το άγειν το πάν, ήτοι ενούν και συνάπτειν προς ομόνοιαν, ή παρά το
άγαν ποιότητα έχειν //ΕML),
= ΑΡΑΒΟΣΥΡΙΑΚΟΣ (Αραβοσυριακός),
=
ΑΡΧΑΙΟΓΟΝΟΣ (αρχαιογόνος, αρχέτυπος, αρχέγονος, αρχικός, πρωτόγονος,
πρωτόρριζος),
=
ΑΡΧΑΙΟΓΟΝΟΣ (αρχαιόγονος, που κατάγεται από αρχαία οικογένεια), ΑΠΟΘΕΩΣΙ
(αποθέωσις, θεοποίηση),
=
ΔΡΑΚΟΜΟΡΦΟΣ (δρακόμορφος, ο έχων μορφή δράκοντος),
= Η
ΓΑΛΑΞΙΑΚΗ ΠΥΛΗ ΕΣΤΙ (η γαλαξιακή πύλη εστί),
=
ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ (ουρανοδρόμος, διατρέχων τον ουρανό),
= ΟΥΡΕΥΣ (ουρεύς,
φύλακας), ΟΥΡΕΥΣ (ουρεύς, μουλάρι, ημίονος),
= ΟΦΘΑΛΜΙΤΙΔΑΣ (οφθαλμίτις, επ. Αθηνάς),
= ΣΕΙΡΙΩΝ (Σείριος [Sirius 9 alp CMa],
καυστικός, ακτινοβόλος, καλοκαιρινός, ο φωτεινότερος αστέρας στον ουρανό,
βρίσκεται στον αστερισμόν του Μεγάλου Κυνός [Canis Major, CMa],
ον. Σειρίου, Ήλιος, Αστήρ του Κυνός, Αστήρ Οπωρινός, Καυστηρός Κύων, Ίσις, Ρα,
Σούρια, Σούρ, Σήειρ, Χού Σή [το τόξο και το βέλος]),
= ΤΡΙΔΥΝΑΜΟΣ
(τριδύναμος),
= ΥΔΡΟΚΥΑΝΙΟΝ (υδροκυάνιον),
= ΑΙΘΕΡΟΜΟΡΦΟΣ (Αιθερόμορφος ο εχων μορφή ως ο αιθηρ)
= ΑΝΑΓΕΝΝΩΜΕΝΟΝ
= ΑΝΑΖΩΟΠΟΙΗΘΗΝΑΙ (αναζωοποιώ – ανασταίνω, νεκρανασταίνω,
επαναφέρω στη ζωή)
= ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗΝ
= ΑΝΑΦΥΟΜΕΝΗΝ (αναφυώ, κάνω κάτι να φυτρώσει, φυτρώνω,
αναγεννώ, παράγω)
= ΑΝΘΕΙΤΩ (ανθέω, ακμάζω, ανθίζω, ανθοβολω. Ευημερώ, θάλλω,
λουλουδίζω, αφθονώ)
= ΑΡΧΙΠΟΛΙΔΟΣ (πολέω, οργώνω, αροτριώ, αροτριώνω,
περιφέρομαι, διαμένω, κατοικώ, μένω, τριγυρίζω)
= ΓΛΑΥΚΟΜΜΑΤΟΣ
= ΕΝΤΕΘΑΜΜΕΝΟΥΣ
= ΕΝΤΕΤΡΙΜΜΕΝΟΣ
= ΘΡΕΨΑΝΤΙ (τρέφω,
θρέφω, αναθρέφω, ανατρέφω, γαλουχώ, μεγαλώνω κλπ)
= ΘΡΗΝΗΣΩ
= ΘΡΗΝΗΤΙΚΟΥΣ
= ΚΑΤΑΚΛΑΥΣΑΣΑ
= ΚΑΤΑΝΤΛΗΣΕΣΙΝ
= ΚΑΤΑΞΗΡΑΝΘΕΝΤΟΣ
= ΚΕΝΤΩ
= ΚΙΣΣΟΦΟΡΕ (επίθ.
ΔΙΟΝΥΣΟΥ)
= ΚΛΩΔΟΝΑΣ (κλωδωνες,
μαινάδες)
= ΚΥΟΦΟΡΕΙ
= ΜΕΙΛΙΧΙΟΥ (επίθ. ΔΙΟΣ
= ΠΑΙΔΟΠΟΙΩΝ
= ΠΑΙΔΟΣΠΟΡΗΣΑΝΤΑ
= ΤΑΠΕΙΝΟΤΑΤΗΝ
(μετριοφροσύνη, σεμνότητα, ταπεινοσύνη)
= ΤΑΡΑΣΣΟΜΕΝΗΣ
= ΤΑΡΑΤΤΟΜΕΝΗ
= ΤΕΚΝΩ (τέκνο,
γέννημα, παιδί)
= ΤΕΚΩΝ (πατέρας)
= ΤΕΛΕΟΥΜΕΝΟΣ
= ΤΕΡΠΟΝΤΟΣ
= ΤΕΦΡΟΣ (τεφρός, γκρίζος, σταχτής, λευκόφαιος, σταχτερός,
τεφρώδης, τεφροειδής)
2745 = ΕΠΩΠΙΣ+
ΕΠΩΠΕΥΣ
=
ΑΥΤΟΦΑΝΕΙΑ ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ ΕΙΝΑΙ (αυτοφάνεια Απόλλωνος είναι),
= EN
AΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΗΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ (εν αρχή ην ο λόγος και ο
λόγος ην προς τον θεόν // ΙωάνΕ. 1:1),
= Η
ΚΑΤΑΡΓΗΣΙΣ ΤΟΥ ΔΥΙΣΜΟΥ (η κατάργησις του δυϊσμού),
=
ΗΧΟΣ ΑΥΛΟΥ ΠΑΝΟΣ ΕΣΤΙΝ (ήχος αυλού Πανός εστιν),
ΚΑΤΑΡΓΗΣΙΣ ΔΥΑΔΙΚΟΤΗΤΟΣ ΕΣΤΙ (κατάργησις δυαδικότητος εστι),
= Ο
ΒΛΑΣΤΟΣ ΤΟΥ ΣΙΤΟΥ ΔΗΛΟΙ (ο βλαστός του σίτου δηλοί),
= ΟΥΡΑΝΙΑΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ ΤΟΠΟΣ (Ουρανίας Αφροδίτης τόπος),
=
ΟΨΙΜΟΣ ΠΑΛΙΝΑΓΡΕΤΟΣ ΘΑΜΒΑΛΕΗ ΑΡΧΗ (όψιμος παλινάγρετος θαμβαλέη αρχή //Νόννoυ, Μεταβολή του κατά Ιωάννη αγίου Ευαγγελίου
11:164),
=
ΤΙ ΕΣΤΙΝ ΤΟ ΦΩΣ (τι εστίν το φώς;),
= ΕΜΨΥΧΩΣ (εμψυχος – ζωντανός, έμβιος, ζωηρός)
= ΠΕΡΙΨΥΧΩΝ (περιψύχω – ψυχραίνω ολόγυρα, δροσίζω ολόγυρα)
= ΣΥΓΧΩΡΗΘΕΝΤΟΣ
= ΣΥΜΦΥΣΕΩΣ (Συμφυσάω, φυσώ μαζί, μηχανεύομαι, χαλκεύω,
συνεργάζομαι)
= ΥΠΕΡΥΨΩΣΙΝ (Υπερύψωσις – υπερβολική ανύψωση)
= ΨΥΧΟΤΡΟΦΕ (τροφή ψυχής ή πνεύματος, αναζωογόνηση,
ζωογόνος, ο τρέφων τη ψυχή)
= ΨΥΧΡΟΤΕΡΟΥ
2150 ΕΠΩΠΕΥΣ ΠΟΜΠΙΛΟΣ
=
ΒΑΣΙΛΗΑ ΜΕΓΑΝ ΑΣΚΛΗΠΙΟΝ ΗΠΙΟΔΩΤΗΝ (ΟρφΥ. Προς Μουσαίον:37),
=
ΓΑΙΗΟΧΕ ΚΥΑΝΟΧΑΙΤΑ (επ. Ποσειδώνος, ο περιβάλλων την Γη με μαύρη κόμην),
= ΔΙΑΨΥΧΟΜΕΝΟΣ (διαψυχόμενος),
= Η
ΠΡΟΦΟΡΑ ΤΟΥ ΚΟΝΞ ΟΜ ΠΑΞ (η προφορά του κονξ ομ παξ),
= ΜΕΤΑΒΑΣΙΣ ΕΙΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΝ ΔΙΑΣΤΑΣΙΝ (μετάβασις εις
παράλληλον διάστασιν),
= ΟΜΟΨΥΧΟΣ (ομόψυχος, όμοιος στην ψυχήν, ομόθυμος, ομόπνοος, σύμψυχος),
= ΟΜΟΨΥΧΟΣ (ομόψυχος, όμοιος στην ψυχήν, ομόθυμος, ομόπνοος, σύμψυχος),
= Ο
ΧΕΙΡΩΝ ΕΣΤΙ (ο Χείρων εστί, Χείρων, υιός του Κρόνου και της Φιλλύρας, Κένταυρος
γεννηθείς, κατά το ήμισυ ανήρ και κατά το ήμισυ ίππος, οι Κένταυροι μερικές φορές συνοδεύουν τον
Διόνυσο Βάκχο, στον Χριστιανισμό θεωρείται ως άλλη μία ενσάρκωση του Διαβόλου),
= ΠΟΛΥΩΝΥΜΟΙΣ
(πολυώνυμος, λατρευόμενος με πολλά ονόματα, έχων πολλά ονόματα, συνώνυμος,
περιώνυμος, επ. Απόλλωνος // ΟμΥ. 3:82, Αρτέμιδος // ΟρφΥ. 36:1, Δήμητρος //
ΟρφΥ. 40:1, Διονύσου // ΟρφΥ. 45:2, Παναγίας και Μονάδος // Ιαμ.),
= ΤΙ
ΔΗΛΟΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (//ΙωάνΕ.15:26),
= ΤΟ
ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΡΑΣΙΝ (το απαραίτητον διά την ενόρασιν),
= ΤΟ ΜΕΤΡΟΝ ΤΩΝ ΕΞ (το μέτρον των έξ),
= ΥΠΝΩΤΙΣΜΟΣ
(υπνωτισμός),
= ΧΡΟΝΟΚΑΤΑΛΥΤΗΣ
(χρονοκαταλυτής),
συνεχίζετε...
συνεχίζετε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου