Εκτός
από τους γάλλους, όπου γάλλοι
οι ιερείς της θεάς Κυβέλης, οίτινες εώρταζον τα μυστήρια αυτής με ενθουσιαστικά
άσματα και κρότον τυμπάνων και είχον ίδιον κορυφαίον ή κόλυμβους που εκτελούν
και χρέη δύτη ή κολυμβητή ή κόλυμβου - όταν columba είναι η λατινική απόδοση
της περιστεράς-, τους αρχέγαλλους,
ζώντες εξ ελέους και εκτεμνόμενοι οι ίδιοι, εκαλούντο δε ούτως από του εν
Φρυγία Γάλλου ποταμού, του οποίου το ύδωρ έλεγον ότι είχεν ενθουσιαστικήν τινα
δύναμιν, ή βάβακες, τους μητραγύρτες ιερείς της Μεγαλης
Μητέρας Θεάς Κυβέλης/ Ρέας κλπ, τους μετέπειτα αγύρτες, οι περισσότεροι ευνούχοι
και αποκόποι, που εμφανίζονται και με
άλλες ονομασίες και λατρείες, πολλές από τις οποίες συγχωνεύονται με την
λατρεία του Διονύσου, στα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας
εμφανίζονται και οι Εσσήνες και οι
Μέλισσες ιερείς και ιέρειες αντίστοιχα συνήθως της Αρτέμιδος, της Σελήνης
ακόμα δε και της Ρέας, της Δήμητρας αλλα και της Κυβέλης.
Πριν
περάσω στα περί εσσήνων και μελισσών
αναφέρω και μερικούς λεξάριθμους ενδεικτικούς των γάλλων ιερέων που
δεν παρουσιάσθηκαν στα προηγούμενα κείμενα.
ΓΑΛΛΟΙ
= 144 (144 σειρά αριθμών fibonazzi (1+1+2+3+5+8+…89 =144)
144
= ΑΗΔΟΝΙΑ (αηδονία, έλλειψη ηδονής, έλλειψη τέρψης, στέρηση κάθε ευχαρίστησης)
144 = Η ΚΑΡΔΙΑ (η καρδία),
144
= ΘΕΙΟΝ (θείον, θεία φύσις, θειότης, θεότης, θεία δύναμις, θεία πρόνοια),
144 = ΘΕΙΟΝ (θείον, χημικόν στοιχείον, θειάφι,
θεϊκόν κάπνισμα ή θυμίαμα με καθαρτική δράσιν),
144
= OΓΚΑΝ (Όγκα, η Αθηνά κατά τους
Θηβαίους και τους Φοίνικες // ΑισΕΕΘ. 163, 487, 501)
Σε
προηγούμενα κείμενα «περι Λάρνακος»
είδαμε την ιστορία του Κύψελου που μας έδωσε και την ονομασία της Λάρνακος - ως Κυψέλης/Κυβέλης. Αξίζει εδώ τον κόπο να υπενθυμίσω
ότι στην πραγματικότητα οι λάρνακες
είναι κατ΄ ουσία κατασκευασμένες μονο από λίθο ή μάρμαρο - άλλο αν ο όρος «λάρνακες» επικράτησε για όλες τις
θήβες/θήκες, κιβώτια ξύλινα, πήλινα ή πλεκτά και τέλος μεταλλικά-. Η ιστορία του
Κύψελου μας έδωσε την σύνδεση με την λατρεία της Εφέσιας Αρτέμιδος ως
Μέλισσα/Μέλιττα/Μελίτη/Μυλίττα με τους ιερείς Εσσήνες της.
Υπενθυμίζω
ότι : Μέλιττα η μέλισσα, η ποιήτρια, η ιέρεια στο μαντείο των Δελφών,
αλλά και η νέα Σελήνη, αλλά και η Μάλτα, η Σαμοθράκη καθώς και
ένας δήμος της Αττικής της Κεκροπίδος φυλής…
Μελιγμα
το άσμα το μέλισμα, το τραγούδι, η ωδή
Μελιναία
η Αφροδίτη
Εσσήν
βασίλισσα
των μελισσών, ο Βασιλιάς, ο μονάρχης και ο ιερέας της Εφέσιας Αρτέμιδος…
Κηφήν
= κηφήνας, αρσενική μέλισσα, οκνηρός, ανίκανος κλπ
Κύβη
= η κεφαλή
Κυβηβάω = μαίνομαι ως ιερέας της Κυβήβης (Κυβέλης)
Κύβηβος = ο διατελών, ο μαινόμενος, κατεχόμενος τη Ρέα ή και άλλω δαιμόνι, δαιμονισμένος
Κυβήβη η Ρέα στην Φρυγία
Κύβελα ή Ρέα στη Φρυγία
Κυβηβώ = κορυβαντώ, καβειριάζομαι / μαίνομαι ενθουσιωδώς
Κυβήβη = η κυψέλη
Κύβηλις = πέλεκι, τσεκούρι, μαχαίρι μαγειρικό
Κυβέλειον = ο μαύρος μενεξές
Κυβιστητήρ = ο τρελός χορευτής, των οργιαστικών λατρευτικών χορών
Κυβέλη = το κοίλον του αυτιού,
Κυβήβη – Κυβέλη-Κυψέλη η φρυγική θεότητα που ταυτίστηκε με την Ρέα παλαιότερα κειμενα :
Κυψέλη = κοίλωμα, αγγείο πήλινο, κουτί, σεντούκι, κοίλο του αυτιού, μελισσοκόφινο, κατοικία μελισσών
Κυψελίζω = τυραννώ
Κυψελίς έκκριμα σμηγματογόνων αδένων αυτιού
Κύψελος το πετροχελίδονο…
Κυβηβάω = μαίνομαι ως ιερέας της Κυβήβης (Κυβέλης)
Κύβηβος = ο διατελών, ο μαινόμενος, κατεχόμενος τη Ρέα ή και άλλω δαιμόνι, δαιμονισμένος
Κυβήβη η Ρέα στην Φρυγία
Κύβελα ή Ρέα στη Φρυγία
Κυβηβώ = κορυβαντώ, καβειριάζομαι / μαίνομαι ενθουσιωδώς
Κυβήβη = η κυψέλη
Κύβηλις = πέλεκι, τσεκούρι, μαχαίρι μαγειρικό
Κυβέλειον = ο μαύρος μενεξές
Κυβιστητήρ = ο τρελός χορευτής, των οργιαστικών λατρευτικών χορών
Κυβέλη = το κοίλον του αυτιού,
Κυβήβη – Κυβέλη-Κυψέλη η φρυγική θεότητα που ταυτίστηκε με την Ρέα παλαιότερα κειμενα :
Κυψέλη = κοίλωμα, αγγείο πήλινο, κουτί, σεντούκι, κοίλο του αυτιού, μελισσοκόφινο, κατοικία μελισσών
Κυψελίζω = τυραννώ
Κυψελίς έκκριμα σμηγματογόνων αδένων αυτιού
Κύψελος το πετροχελίδονο…
Με
δεδομένο ότι το κοίλο του αυτιού μπορεί να ονομάζεται κυψέλη αλλά και κυβέλη, νομίζω ότι είναι προφανής η σύνδεση της Κυβέλης με την κυψέλη καθώς και η σύνδεση
των γάλλων με τους εσσήνες ιερείς. Οι περισσότεροι δε είναι ευνούχοι ή διαβιούν σε πλήρη σεξουαλική
αποχή. Ταυτόχρονα λειτουργούν και ως ιερείς άλλων θεοτήτων σε κοινούς
τόπους λατρείας.
Η
κυψέλη θεωρείται το πλεκτό αγγείον που έφτιαχναν οι μελισσουργοί για να
μπορέσουν να μαζέψουν τα μελίσσια στις πρώτες προσπάθειες τους για επαγγελματική μελισσοκομία.
Hesychius Lexicogr., Lexicon
(Α – Ο)
Alphabetic letter kappa, entry 4757, line 1
Alphabetic letter kappa, entry 4757, line 1
<κυψέλαι καὶ κυψελίδες>· ὁ ἐν τοῖς ὠσὶν ῥύπος συνιστάμενος.
καὶ τὰ σιτηρὰ ἀγγεῖα. καὶ τὰ κενὰ σμήνη. καὶ τοῦ ὠτὸς τὸ
ἔγκοιλον. καὶ τῆς καμίνου μέρος τι q
*<κυψέλη>·
πλεκτὸν ἀγγεῖον μελισσῶν r. ASg
*<κυψελίδες>·
μελισσοφάτναι AS(n) s
*<κυψελίς>·
ὁ ἐν τοῖς ὠσὶ ῥύπος r. ASn
*<κυψέλην>·
κυβέρτιον μελισσῶν Σ
<κύψελος>·
ὄρνις ποιός, ὅμοιος χελιδόνι
Κυψέλη
θεωρείται και το αγγείο μέσα στο οποίο αποθηκεύονται και τα σιτηρά,- σιτάρια ή
κριθάρια- οι σπόροι γενικότερα.
Anonymi
Lexeis Rhetoricae, Ῥητορικαὶ λέξεις
Entry 244, line 1
<κυψέλη>: κέραμος δεκτικὸς <πυρῶν ἢ κριθῶν>
Entry 244, line 1
<κυψέλη>: κέραμος δεκτικὸς <πυρῶν ἢ κριθῶν>
Η
δε λέξη κυβέρτιον δηλαδή κυψέλη έχει
μείνει μέχρι της μέρες μας στην Κύπρο ως τζιβέρτι και με την ίδια χρήση μέχρι
σήμερα. Συναντάται στη Λευκάδα ως «Κυβέρτι», στην Ήπειρο ως «Κουβέρτι» και στη
Νότια Ιταλία ως «Civerti».
Άλλες
ονομασία της κυψέλης
Hesychius Lexicogr., Lexicon
<τέραμνοι>·
στέγανοι. σκιαί. σκηνώματα
<τέραμνος>· κυψέλη
τέρεμνος>·
ἰσχυρός. ἢ <στέρεμνος>]
Οι μυημένοι ιερείς φέρουν το όνομα Εσσήνες και πρέπει να
βρισκονται δίπλα στις Μέλισσες ιέρειες τελώντας κι οι ιδιοι τις θρησκευτικές
τους υποχρεώσεις απεναντι στην Θεά. Αν και η θεά που λατρεύουν οι μέλισσες
θεωρείται ότι είναι η Εφεσια Αρτέμιδα η παρουσία των Εσσήνων στην Έφεσσο
θεωρείται αναμφισβήτητη. Πέραν
του μεγαβύζου και αργότερα της ιέρειας της Αρτέμιδος, υπήρχε μια ομάδα ανδρών
ιερέων, οι εσσήνες, δηλαδή οι κηφήνες,
οι οποίοι διαβιούσαν για διάστημα ενός έτους στο χώρο του ιερού, σε πλήρη
σεξουαλική αποχή. Οι ιέρειες της Αρτέμιδος ήταν παρθένες, την αγνότητα των
οποίων επιτηρούσε, συχνά με αυστηρότατο τρόπο, ο ευνούχος ιερέας. Οι ιέρειες
αυτές ονομάζονται συνήθως μέλισσες. Άλλες ομάδες γυναικών ασχολούνταν με την
κόσμηση του λατρευτικού αγάλματος της θεάς όπως οι κοσμοφόροι, οι κοσμήτειραι και οι χρυσοφόροι.
Ισως
οι ιέρειες και οι ιερείς της
Μελισσο-θεάς εγιναν γνωστοί και με άλλα ονόματα κατά την πάροδο των ετών.
Υπενθυμίζω
ότι στον «Ύμνο προς τον Δια» ο Καλλιμάχος αποκαλεί τον Δία με την ονομασία του
Εσσήνα ως βασιλέα - των ουρανών – ή αντίστοιχα ως βασιλέα των θεών.
« οὔ σε θεῶν ἐσσῆνα πάλοι θέσαν, ἔργα δὲ
χειρῶν…»
«Μα εσένα δε σε βάλανε των «Ουρανίων» βασιλιά με κλήρο, έγινες με τα έργα
των χεριών σου»
Ο
Εσσήν λοιπόν ισότιμος του βασιλέα καθώς και στο «Μεγάλο ετυμολογικό λεξικό» ο
Εσσήν ταυτίζεται με την έννοια του βασιλέα κατά τους Εφέσιους.
Etymologicum
Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 383, line 27
<Ἐσσήν>: Ὁ βασιλεὺς, ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ,
«Οὔ σε θεῶν ἐσσῆνα πάλιν θέσαν»
Παρὰ τὸ ἡσσῶ, ἡσσὴν, ὁ ἡττῶν τοὺς ὑφ' ἑαυτόν·
καὶ κατὰ συστολὴν τοῦ η, ἐσσήν.
Kallierges page 383, line 27
<Ἐσσήν>: Ὁ βασιλεὺς, ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ,
«Οὔ σε θεῶν ἐσσῆνα πάλιν θέσαν»
Παρὰ τὸ ἡσσῶ, ἡσσὴν, ὁ ἡττῶν τοὺς ὑφ' ἑαυτόν·
καὶ κατὰ συστολὴν τοῦ η, ἐσσήν.
<Ἐσσήν>: Ὁ βασιλεὺς κατὰ
Ἐφεσίους· ἀπὸ
μεταφορᾶς
τοῦ μελισσῶν βασιλέως, ὃς εἴρηται ἐς-
σὴν
ἀπὸ τοῦ ἔσω ἐνέζεσθαι· ἵν' ᾖ, ἐζὴν, καὶ ἐσσὴν,
ὁ
προκαθήμενος. Ἢ ἐσσὴν, ὁ σεύων καὶ
περισκο-
πῶν τὰ τῆς πόλεως. Ἢ ὁ οἰκιστὴς, παρὰ τὸ ἕσσαι
καὶ
ἱδρῦσαι. Ὅθεν Ὅμηρος,
Ἢ
ὁ ἡσσῶν καὶ ἥττονας ποιῶν τοὺς ὑπ' αὐτοῦ ἀρχο-
μένους.
<Ἕσσατο>: Ἔστιν ἕω, τὸ ἐνδύομαι·
ὁ μέλλων,
ἕσω·
καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ, ἕσσω· ὡς τὸ,
Pseudo-Zonaras
Lexicogr., Lexicon
Alphabetic letter epsilon, page 877, line 19
Alphabetic letter epsilon, page 877, line 19
<ἐσσήν>·
βασιλεύς. ἡγεμών
<ἐσσῆαι>·
ἐκχέαι
<ἐσσείῃ>·
ἐκχεύσῃ n
<ἐσσήτιοι>·
μάντεις
Etymologicum
Gudianum, Additamenta in Etymologicum
Gudianum (ἀάλιον – ζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Pari
Alphabetic entry epsilon, page 539, line 19
Alphabetic entry epsilon, page 539, line 19
<Ἐσσήν>·
ὁ βασιλεύς· ἀπὸ μεταφορᾶς τοῦ μελισσῶν βασιλέως, ὃς εἴρηται
ἐσσὴν
ἀπὸ τοῦ ἔσω ἐνέζεσθαι ἀεί. Ἰωνικὴ δέ ἐστιν ἡ λέξις καὶ σημαίνει τὸν πρό-
βουλον
παρὰ τὸ ἕζεσθαι, ἵν' ᾖ ἑζὴν καὶ ἐσσήν, ὁ προκαθή(μενος)· ἢ ὄσσην, <ὁ>
ὀσσεύων
καὶ περισκοπῶν τὰ τῆς πόλεως· ἢ ὁ
κτίστης, παρὰ τὸ ἕσσα καὶ ἵδρυσα,
ὅθεν
Ὅμηρος <ζ 8> “εἷσεν δὲ Σχερίῃ, ἑκὰς ἀνδρῶν (ἀλφ)ηστάων”· ἢ ὁ ἡσσῶν
τοὺς
ὑπ' αὐτὸν ἀρχομένους καὶ ἥττονας ποιῶν· ἢ ὁ ἥττονας ἔχων τοὺς ὑφ'
ἑαυτὸν
καὶ συστολῇ τοῦ <η> εἰς <ε> ἐσσήν.
epsilon.540.15
<Ἐσσήν>·
ὁ βασιλεύς· παρὰ τὸ ὄσσειν, ὁ βλέπων πάντας.
<Ἐσσί>·
ζήτει.
Suda, Lexicon
Alphabetic letter epsilon, entry 3131, line 1
Alphabetic letter epsilon, entry 3131, line 1
<Ἐσσήν:>
βασιλεύς· κυρίως τῶν μελισσῶν. <Ἐσσῆνος,> ἡ
γενική.
<Ἐσσηνός:>
ὁ πολίτης.
Scholia
In Callimachum, Scholia in Hymnos
(scholia vetera) (scholia ψ ex archetypo)
Hymn 1, scholion 66b, line 1
Hymn 1, scholion 66b, line 1
ἐσσὴν κυρίως ὁ βασιλεὺς
τῶν μελισσῶν, νῦν δὲ ὁ τῶν ἀνδρῶν.
<<ἐσσῆνα:>> θεόν.
τὸ
κράτος πλησίον ἵδρυσας τοῦ δίφρου.
Ο
Εσσήν λοιπόν με έννοιες να τον χαρακτηριζουν ως τον βασιλιά των μελισσών- έτσι
πιστευαν παλαιότερα ότι σε κάθε κυψέλη υπήρχε και διοικούσε ο αρσενικός
βασιλιάς Εσσήν– αργότερα στη μελισσοκομία θα αποδειχτεί ότι η βασιλισσα είναι
θηλυκού γένους -. Εσσήν λοιπον ο βασιλέας ή ο οικιστής, ο δημιουργός δηλαδή και ο
ιδρυτής πόλεων, ενω σε κάποια λεξικά ο Εσσήν ταυτίζεται -με αφορμή τον ύμνο του
Καλλιμάχου- και με την έννοια του Θεού.
Κατά
τον Φλάβιο Ιώσηπο στο κειμενό της «Ιουδαικής αρχαιολογίας» ο εσσήνας ή
προστήθιο αποτελεί κομμάτι της στολής του μεγάλου ιερέως και βρίσκεται τοποθετημένο
επάνω στο στήθος του ραμμένο και διακοσμημένο με 12 λίθους και θεωρούν ότι φορώντας το τους βοηθά ο
Θεός στο να προμηνύει την νίκη τους στον πόλεμο καθώς οι Έλληνες καλούν τον εσσήνα λόγιον – σε κάποιες μεταφράσεις
μεταφράζουν τον εσσήνα αντί για λόγιον ως
προφήτη. Δεδομένου ότι οι Εσσήνες ως ιερείς – μαζι με τις ιέρειες μέλισσες
φέρουν και το χάρισμα της μαντείας και της προφητείας.
Flavius
Josephus Hist., Antiquitates Judaicae
Book 3, chapter 217, line 4
θαυ-
μαστὸν μὲν οὖν καὶ τοῦτο τοῖς μὴ τὴν σοφίαν ἐπ' ἐκφαυλισμῷ
τῶν θείων ἠσκηκόσιν, ὃ δ' ἐστὶ τούτου θαυμασιώτερον ἐρῶ· διὰ
γὰρ τῶν δώδεκα λίθων, οὓς κατὰ στέρνον ὁ ἀρχιερεὺς ἐνερραμμέ-
νους τῷ ἐσσῆνι φορεῖ, νίκην μέλλουσι πολεμεῖν προεμήνυεν ὁ θεός·
τοσαύτη γὰρ ἀπήστραπτεν ἀπ' αὐτῶν αὐγὴ μήπω τῆς στρατιᾶς
κεκινημένης, ὡς τῷ πλήθει παντὶ γνώριμον εἶναι τὸ παρεῖναι τὸν
θεὸν εἰς τὴν ἐπικουρίαν, ὅθεν Ἕλληνες οἱ τὰ ἡμέτερα τιμῶντες
ἔθη διὰ τὸ μηδὲν ἀντιλέγειν δύνασθαι τούτοις τὸν ἐσσῆνα λόγιον
καλοῦσιν.
Book 3, chapter 217, line 4
θαυ-
μαστὸν μὲν οὖν καὶ τοῦτο τοῖς μὴ τὴν σοφίαν ἐπ' ἐκφαυλισμῷ
τῶν θείων ἠσκηκόσιν, ὃ δ' ἐστὶ τούτου θαυμασιώτερον ἐρῶ· διὰ
γὰρ τῶν δώδεκα λίθων, οὓς κατὰ στέρνον ὁ ἀρχιερεὺς ἐνερραμμέ-
νους τῷ ἐσσῆνι φορεῖ, νίκην μέλλουσι πολεμεῖν προεμήνυεν ὁ θεός·
τοσαύτη γὰρ ἀπήστραπτεν ἀπ' αὐτῶν αὐγὴ μήπω τῆς στρατιᾶς
κεκινημένης, ὡς τῷ πλήθει παντὶ γνώριμον εἶναι τὸ παρεῖναι τὸν
θεὸν εἰς τὴν ἐπικουρίαν, ὅθεν Ἕλληνες οἱ τὰ ἡμέτερα τιμῶντες
ἔθη διὰ τὸ μηδὲν ἀντιλέγειν δύνασθαι τούτοις τὸν ἐσσῆνα λόγιον
καλοῦσιν.
Οι
12 ιεροί και πολύτιμοι λίθοι που καλύπτουν
το στήθος του αρχιερέα Ααρών, αδερφού του Μωυσή, και θεματοφύλακα του πιο μαγικού αντικειμένου στην ιστορία
της αρχαιότητας, της Κιβωτού της Δια-θήκης, είναι αυτός που φέρει τους πολύτιμους λίθους στο στήθος του.
Ένα περιστήθιο ως θώρακας ή ένας εσσήν. Όπως περιγράφετε παραπάνω και όπως περιγράφετε και
στην Βίβλο- Έξοδος 39-40, ένα περιστήθιο που φέρει τους 12 πολύτιμους λίθους. Ένα ειδος φυλαχτού, ή ένα είδος μαγικού αντικειμένου που
μεταδίδει σ΄οποιον το φορά τη γνώση του μέλλοντος, την θεική κρίση που
σχετιζεται με την σοφία αλλα και φέρει όποιον το φορά σ΄ επαφή με την θεότητα.
Ένα μαγικό, ένα μυθικό και ταυτοχρονα μυστηριώδες αντικείμενο… ένας λόγιος και
ταυτοχρονα εσσήνας κατά τους Έλληνες…
συνεχίζεται…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου