13 Νοεμβρίου 2012

ψύχειν γὰρ τὸ ζωοποιεῖν



Μέχρι τώρα είδαμε την σχέση της Ινούς/Λευκοθέας με τον Διόνυσο ως τροφού του και τον θανατό της καθώς και την επιστροφή της ως Λευκοθέας, θεάς της δύναμης, των νερών και των δινών. Συνοψίζοντας  μερικά κομμάτια για ενθύμηση

H Λευκοθέα είναι θεία του Διονύσου, αδερφή της μητέρας του. Είναι αυτή που γίνεται τροφός καθώς ο Δίας της δίδει να μεγαλώσει τον Διόνυσο μετά τον θάνατο της Σεμέλης/Σελήνης.
Οι τροφοί του θα ονομαστούν Υάδες κατά μια εκδοχή είναι οι κόρες του Ατλαντα και της Πλειόνης ή της Αιθρας ενώ δίνεται και μια εκδοχή ότι είναι κόρες του Υαντα και της Βοιωτίας. Οι εφτά Υάδες μαζί με τις 7 Πλειάδες αποτελούν τις Ατλαντίδες ή Δωδωνίδες . Οι Υάδες, είναι οι νύμφες ή θεότητες της γονιμοποιού βροχής/υγρασίας δηλώνετε από την λέξη ύω=βρέχω καθώς και ο Διονύσος όπως και ο Ζεύς ο όμβριος είναι ο ‘Υης . «Υε Κύε» στα Ελευσίνια μυστήρια η προτροπή δηλαδή «βρέξε, καρποφόρησε /κυοφόρησε » καθώς το Κύω/κυέω δηλώνει την κυοφορία αλλά και την καρποφορία
Η Λευκοθέα είναι αυτή η Νηρηίδα ή η Λευκή θεά που λαμβάνει το όνομα της από τον αφρό των κυμάτων  της θάλασσας…Μια Αφρο-δίτη δηλαδή μια θεά που αναδύθηκε εκ του αφρού της θαλασσας…Αφού η Αφροδίτη χαρακτηρίζεται με μια σειρά από επίθετα όπως Αφρογένεια –γεννημένη από τη θάλασσα, Αφρώ, Επιποντία, Θαλασσαίη, Θαλασσιγόνος, Πασιφάεσσα, Περσιθέα, Ποντογένεια, Σώτειρα κλπ. 

 Aelius Herodianus et Pseudo-Herodianus Gramm., Rhet., Partitiones (= πιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris. 2543 + 2570) Page 49, line 13

ι συλλαβ πρ το ν δι το ἰῶτα γράφεται· οον·
νίον, τ νερον· ν, κύριον, θηλυκόν· ναχος, κύριον·
 ν, τ νδυναμ, κα νόω·

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon
Alphabetic letter iota, page 1109, line 15

<νις>. πας νέος, βρέφος. παρ τ ς νς, νις·
 δύναμις γρ τν πατέρων υοί. παρ τ αί-
 νειν κα εφραίνειν τος πατέρας. …

<νωπός>. νομα ποταμο. †παρ τ ς νς,
 σημαίνει τν δύναμιν, κα το πς, σημαίνει
 τν φωνν, γέγονεν νωπς κατ' κτασιν το  <ο> ες <ω> μέγα.†
<νωψ>. κύριον. νοψ δ μέγας, <η> κα μικρόν.  
<νες>. δυνάμεις νερα. κα κλίνεται ν, τς
 νς, α νες. τ γρ νερα ατια το έναι.
 παρ τ ς, σημαίνει τν δύναμιν, γίνεται
 νες τ πληθυντικόν.
<νις>. χώρα.
<να>. τν δύναμιν. κα να νομα πόλεως.
<νώ>. νομα θες.
<νίον>. νερον, π τς το γκεφάλου βάσεως
 π τ πλατέα νερα, τν σχν μν χειν
 δοκε. [ς παρ τ σφξ, σφηκς, σφηκίον, ο-
 τως κα παρ τ ς, νς, νίον.]

<νάσσω>. σχν παρέχω. 

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωροςμαι)
Alphabetic entry iota, page 279, line 12
<ν>, ες τ κτίς.
<να>, σημαίνει δ. τν δύναμιν ν' πόλεθρον χοντες.
<ν>, δι το ι. παρ τ ς νός. παρ τ δύνειν
 γέγονε δύνω κατ' κα ποβολν το δ νω, κα τροπ
 το υ ες ι ν, σπερ δύφρος δίφρος· κα γρ ες  θάλασσαν δυσεν νώ.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (άλιονζειαί)
Alphabetic entry epsilon, page 553, line 5

<Εδίνητον> <Jo. Damasc. Canon. iamb. 3, 122>· σημαίνει τ
εστροφον· γέγονε δ παρ τ ε μόριον κα τ δίνη, σημαίνει τν
συστροφήν, εδινος, κα ξ ατο εδιν εδινήσω εδίνηκα εδίνημαι
εδίνησαι εδίνηται, κα <ξ ατο εδίνητος κα> τ οδέτερον εδί-
νητον. δίνη δ παρ τ ω, τ πορεύομαι, νη κα δίνη.
 τ οδέτερον δνος το δίνου<ς> τος δίν⟦ες⟧ι κα τροπ το <ε> ες <ο> κα πλεονασμ το <ι> <ibid. 127> “δίνοισιν”, γουν τος γκάτοις.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 276, line 47

  <Δίνη>: συστροφή· κ το δεύω, τ βρέχω,
δεύνη· κα ποβολ το ε, κα τροπ το υ ες ι,
δίνη. παρ τ Ζες Δις δίη· κα πλεονασμ
το ν, δίνη. π το ς νς, δύναμις, νη κα
δίνη, μετ δυνάμεως συστροφή. κ το ελ,
τ συστρέφω, γίνεται λη κα δίνη 
Εκτός λοιπόν από Λευκοθέα ή Ινώ ονομάζεται και Βύνη/δίνη είναι η ίδια με όλες τις ιδιότητες της θάλασσας η ίδια η σκληρή Βύνη/Δίνη των θαλασσών…αλλά και όχι μόνο καθώς το όνομα της ήδη δηλώνει και την Αχτίδα και τις ηλιακές και ενεργειακές δίνες...
 
Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 217, line 5

 <Βύνη>: Λευκοθέα, νώ· οον,  Βύνης καταλέκτριαι αδηέσσης.
Ερηται παρ τ ες βυθν δύνειν, βυθοδύνη· κα κατ συγκοπν, Βύνη·
παρ τ δύνω, δύνη, καταδσα ες θάλασσαν, κα βύνη, κατ τροπήν.
λλοι θαλάμη, πεύκη, ς παρ Λυκόφρονι.

Βύνη όμως ονομάζεται εκ του εις βυθόν δύνειν  δηλαδή χώνεται βαθιά στον βυθό, βουτά βαθιά, βυθίζεται ή δύει βασιλεύει, εισχωρεί, εισέρχεται, μπαίνει κρυφά, διεισ-δύει στο βυθό κλπ…

Scholia In Lycophronem, Scholia in Lycophronem (scholia vetera et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae) Scholion 107, line 10

  EM 2175 (EG 1178) <
Βύν> τ Δύν Λευκοθέ τ Ἰνοῖ παρ τ δύω τ κολυμβ s4 ὡς ἕτεροί φασιν ἐγὼ δ παρ τ βύω τ κρύπτω, ὅθεν κα βύθος κα Βύνη.

Είδαμε όμως σε προηγούμενα κείμενα την σύνδεση της Ινούς-Λευκοθέας με την Βύνη/Δίνη-Ινη(α) και επιστρέφουμε με το παρακάτω απόσπασμα όπου η Βύνη ή Λευκοθέα ή Ινώ δηλώνει όχι απλώς την θάλασσα και την δίνη/ δίνες της αλλά και τον βυθό της όπου βύσσος  ή βύσος είναι η βήσσα είναι δηλαδή ο Βυθός και ο πυθμένας, το βάθος της θάλασσας…το άφατο… μας συνδέει και με την  ά-βυσσο.

Theognostus Gramm., Canones sive De orthographia
Section 106, line 3
· Βύνη Λευκοθέα νω· βύσσος· βυσός·

Etymologicum Genuinum, Etymologicum genuinum (νάβλησιςβώτορες)
Alphabetic letter beta, entry 292, line 1

     <Βυθός>· τ βάθος τ φατον· παρ τ βάθος, το <α> ες
<υ> τραπέντος. παρ τ βύζω βυστός κα βυθός AB, Sym. 236,
EM 366. Orio 38, 17.
 <Βύκτης>· χητικός, μεγάλως χν· μηρος (κ 20)· ….
 <Βύκχις> (Alcae. passim)· <νομα Αολικόν· παρ τ>
Βάκχος Βακχίς κα Βύκχις, ς ππος ππίς κα οκος Οκίς, κα
τροπ το <α> ες <υ>, ς βάθος βύθος AB, EM 360. Hdn. II 351, 9.
 <Βύνη> (Lycophr. 107)· Λευκοθέα, νώ, οον (Call. fr. 745)·
  Βύνης καταλέκτριαι αδηέσσης.
ερηται παρ τ ες βυθν δύνειν Βυθοδύνη κα κατ συγκοπν  
Βύνη. παρ τ δύνω δύνη, καταδύσασα ες θάλασσαν κα Βύνη
κατ τροπήν AB, Sym. 238, EM 363. Schol. Lycophr.

Οι έννοιες του βυθού, της βύνης/δίνης κι όλες οι θαλάσσιες έννοιες ταυτίζονται και με το βάθος και την άβυσσο όπως και με τον Μεγάλο Ηχών, τον δυνατό άνεμο και την ανεμοζάλη αλλά και με τον Βάκχο, τις Βάκχες ή Βυκχίδες και τον - Βύκχις> (Alcae. passim)· <νομα Αολικόν· παρ τ> Βάκχος Βακχίς κα Βύκχις…

Συνεχίζοντας θα εξετάσουμε την αρσενική μορφή όμως της ΔΙΝΗΣ, που είναι ο ΔΙΝΟΣ ή, η άλλη ονομασία του Διονύσου αλλά και του ποτηριού του Οίνου, της ζάλης και της σκοτο-δίνης,  της μέθεξής του …

LSJ entry

δνος

δνος, , like δίνη, whirling, rotation, such as Anaxagoras held to be the effect of νος as the regulator of the Universe, Clem.Al.Strom.2.14 (pl.); personified, Δνος βασιλεύει τν Δί' ξεληλακώς Ar.Nu.828: generally, το κοσκίνου δ. Democr.164; σφενδόνης δ. Onos.17.
eddy, whirlpool, Epicur.Ep.2pp.38,47U., Arist.Pr.932a5, Plu.2.404f; δ. π το παντς ποκριθναι παντοίων εδέων Democr.167: metaph., δνοι δυλόγου σοφίης cj. in Timo 67.4.
a dance, Hdn.Gr.2.492, Eust.1166.10.
vertigo, Hp.VC11.
round threshing-floor, Telesill.7, cj. in X.Oec.18.5.
round goblet, Ar.V.618, IG11(2).110 (Delos, iii B. C.), al. (cf. δενος, which is freq. v. l. and is found in puns with δεινός, Apolloph.1, Arched.1.4).

Athenaeus Soph., Deipnosophistae
Book 11, Kaibel paragraph 109, line 25

Διονύσιος δ το Τρύφωνός φησιν· τν ψυγέα κάλουν ο ρχαοι δνον.
Θυατειρηνς δ Νίκανδρος καλεσθαί φησι ψυκτρας κα τος λσώδεις κα συσκίους τόπους, ν ος στιν ναψξαι.

Δίνος και ο ψυγέας ή ο ψυγεύς … αυτός που ψύχει … και παγώνει τις ψυχές ή μήπως  αυτός που δίδει την ψυχή, πνοή και την ανα-πνοή της ζωής !!!

Ψυχή  εκ του ψύχω δηλαδή πνέω, φυσώ, ανα-πνέω, αερίζω, στεγνώνω, ψύχω, κρυώνω, ψυχραίνω, δροσίζω,
Ψύχωσις ή εμ-ψύχωσις αλλά και η ανα-ζωογόνηση

Ψυχή αρχικώς η πνοή του αέρος, όλα τα εν ζωή όντα αναπνέουν, έχουμε το φαινόμενο της αναπνοής και τη ζωτική δύναμη κάθε έμβιου οργανισμού. Παρ’ Ομηρω τα δύο συστατικά στο σώμα του ζώντος ανθρώπου θεωρούνται η ψυχή και ο θυμός, και από μέν του θυμού εντοπισμένου εις το ήτορ (καρδιά) ή εις τα φρένας (διάφραγμα) εξαρτώνται δε απ΄αυτά η διανόησις, οι αισθήσεις και οι ενέργειες, της δε ψυχής δεν διαφαίνεται κέντρο ή εκδήλωσης αλλα μόνο ως πόρος εκφυγής αυτής από την στιγμή του θανάτου, εξερχομένης ως πνοής εκ του έρκους των οδόντων ή εκ πληγής μετα του εκρέοντος αίματος…

Ο Αθανάσιος ο Μέγας δηλώνει ότι η ψυχή ως έργο της εχει της ψυχής την προσηγορία δηλ. τον λόγο, την εκδήλωση, την προσρηση, τον λόγο που αποδίδει την τιμή η την φιλία, την επωνυμία και το όνομα, ψύχειν (δροσίζοντας, δίδοντας πνοή, ανά-πνοή) γαρ το  ζωοποιείν δηλαδή ζωογονεί και ζωντανεύει. και λόγω της ζωοποιούς ενέργειας της η ψυχή ονομάζετε γιατι ζωογονεί και ζωντανεύει το σώμα...

Athanasius Theol., Liber de definitionibus [Sp.]
Volume 28, page 544, line 30

κα ψυχ δ κ τς οκείας νεργείας χει τν τς
ψυχς προσηγορίαν· ψύχειν γρ τ ζωοποιεν λέγε-
ται· δι τοτο κ τς ζωοποιο νεργείας ψυχ λέ-
γεται, δι τ σμα ζωοποιεν·

Aristophanes Comic., Nubes (Νεφέλες )
Line 381

{Σω.} κιστ', λλ' αθέριος δνος.
{Στ.} Δνος; τουτί μ' λελήθει,
Ζες οκ ν, λλ' ντ' ατο Δνος νυν βασιλεύων.
τρ οδέν πω περ το πατάγου κα τς βροντς μ' δίδαξας.

Και ο Αριστοφάνη στις  Νεφέλες αναφέρει, μέσω του E-Σωκράτη, αφου αμφισβητεί την ύπαρξη του Θεού-Διός θεωρεί οτι τα σύννεφα-Νεφέλες κινούνται και βροντούν και φέρνουν βροχή όχι χάριν του Διός αλλά  δια μέσου του ΑΙΘΕΡΙΟΥ ΔΙΝΟΥ…

 Βασιλεύει αντί του Διός ο ΑΙΘΕΡΙΟΣ ΔΙΝΟΣ…η ΔΙΝΗ του ΑΙΘΕΡΑ… 

 Anonymus Alexandri Phil., Fragmenta
Page 235, line 10


…διήκειν τε π το λίου κτνα δι το αθέρος το τε ψυχρο κα παχέος
(καλοσι δ τν μν έρα ψυχρν αθέρα, τν δ θάλασσαν κα τ γρν παχν αθέρα). ταύτην δ τν κτνα κα ες τ βένθη δύεσθαι κα δι τοτο ζωοποιεν πάντα. κα ζν μν πάντα σα μετέχει το θερμο (δι κα τ φυτ ζα
εναι), ψυχν μέντοι μ χειν πάντα. εναι δ τν ψυχν πόσπασμα αθέρος κα το θερμο κα το ψυχρο, τ <τε> συμμετέχειν ψυχρο αθέρος διαφέρειν ψυχν ζως.

Οι ηλιακές ακτίνες περνούν μέσα από τον αιθέρα, είτε είναι ψυχρός είτε παχύς (Ψυχρό αιθέρα ονομάζουν οι Πυθαγόρειοι τον αέρα και παχύ αιθέρα την θάλασσα και το  υγρό στοιχείο). Αυτές οι ακτίνες φτάνουν μέχρι τους βυθούς και έτσι ζωοποιούν τα πάντα...

Συνεχίζετε …

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...