Ως
μαντεία θεωρούνται οι αρχαίοι ιεροί χώροι ή ιερά όπου επιστεύετο ότι υπό
ιερέων ή ιερειών ή τη συνεργασία τούτων, αποκαλύπτετε η φωνή του θεού εις ον
όπου το ιερόν ήτο αφιερωμένο, και αι βουλαί αυτού περί τίνος ζητήματος
ενδιαφέροντος τον ερωτώντα. Εστηρίζετο δε η πίστις αυτή εις την γενικώς
κρατούσαν πεποίθηση ότι οι θεοί μεριμνώντες περί των ανθρώπων, είναι πρόθυμοι
να βοηθήσουν πάντα συμβουλευόμενον αυτούς. Η απόκρισης των θεών καλείτο μαντείο
ή χρηστήριον, θεοπρόπον θέσπισμα ή χρησμός. Εις την Ελλάδα κατ’ εξοχήν μαντική
θεά εθεωρείτο η Γαία. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι εν τη γη ενοικεί μαντική,
προφητική δύναμις, και ότι τα όνειρα ήρχοντο εκ του βάθους τής γης. Την δύναμιν
αυτήν κατείχαν φυσικά και τα χθόνια πνεύματα τα οικούντα εντός σπηλαίων και
κοιλοτήτων τής γης. Τό σπουδαιότερον, των αρχαίων εν Ελλάδι μαντείων ήτο το τής
Γης εις τούς Δελφούς, το όποιον ήτο χθόνιον, παρέχον χρησμούς δι’ εγκοιμήσεως
του θεοπρόπου ή θεωρού ως εκαλούντο οι χρηστηριαζόμενοι. Τούς χρησμούς επί τη
βάσει των ονείρων παρείχεν η Σίβυλλα. Αργότερο την Γαία αντικαθιστά ό
Απόλλων ό Πύθιος εις το μαντείον του οποίου οι χρησμοί αρχικώς δίδοντα διά τής
αυτόθι φυομένης ιεράς δάφνης (πιθανώς με τον θρουν των φύλλων του ιερού φυτού)
αργότερον διά τής Πυθίας, ιέρειας, περιπιπτούσης εις μανίαν και ούτω γινομένης
ένθεου και φοιβολήπτου και μάντιδος. Η Πυθία εκάθητο επί τρίποδος άνωθεν
χάσματος γης αναδίδοντος ατμούς. Είναι γνωστή ή τεραστία επίδρασης ην ίσχεν,
επί του πολίτικου και του κοινωνικού βίου των αρχαίων Ελλήνων, το Δελφικόν
Μαντείον. Άλλα σπουδαία τής αρχαιότητος μαντεία υπήρξαν τα τής Δωδώνης, τής
Ολυμπίας, του Άμμωνος Διός εν Λιβύη και τα Ασκληπιεία ένθα και θεραπείες
ασθενούντων επετελούντο. Ουδόλως απίθανον εις τα μαντεία ταύτα να εφηρμόζοντο
καί αι υπνώσεις, υποβολές, ως και ό ζωικός μαγνητισμός, χάρις εις τας
αποκρύφους γνώσεις του Ιερατείου.
Ό
μαντεύων καί προφητεύων τά μέλλοντα: η λέξις παράγεται πιθανώς εκ του μαίνεσαι
και σημαίνει τον περιπίπτοντα εις προσωρινήν μανίαν, εις έκσταση και
ενθουσιασμό ότι η ψυχή αυτού εξισταμένη και ελευθέρα των δεσμών του σώματος
έβλεπε διά των πνευματικών αυτής οφθαλμών ή ήκουε διά των πνευματικών ώτων τα
απόρρητα και αυτά τα τοπικώς και χρονικώς μακράν κείμενα. Τοιαύτας ιδιότητας
είχαν προφανώς όλοι οι διάσημοι κατά καιρούς μάντεις ως η Κασσάνδρα, ο
Τειρεσίας, η θυγάτηρ του Μαντώ, ο Κάλχας, ο Σελανός, ο Τεισαμενός, ο Αγίας, ο
Μουσαίος, οι Βάκιδες, αι Σίβυλλαι, κ. ά. Το γεγονός δεν πρέπει να θεωρηθεί
απίθανον, δεδομένου ότι πολλαίς μαρτυρίαι αρχαίων πιστοποιούν ότι και παρ’
άλλοις λαοίς, ως παρά τοις Ινδοις οι γυμνοσοφισταί (υπήρχαν άτομα καταλλήλως
καλλιεργούντα ορισμένες ψυχικάς ιδιότητας και δυνάμενα να βυθισθούν εις
έκστασην και επιτελέσουν πράξεις θεωρουμένας υπερφυσικάς. (Λήμματα εις
εγκυκλοπαίδεια)
Οι παραδόσεις για το μαντείο των Δελφών και ακόμη περισσότερο για το μαντείο του Απόλλωνα ποικίλουν. Την ιστορία της δημιουργίας του μαντείου των Δελφών την μαθαίνουμε αναλυτικότατα από τον Ομηρικό ύμνο του Απόλλωνος. Η σύνδεση όμως με τους Κρήτες ιερείς που πρωτο-λειτούργησαν στο ιερό είναι κάτι που μας δίνεται με το ξεκίνημα και την δημιουργία του πρώτου ναού του Απόλλωνα. Ο ίδιος ο Φοίβος είναι αυτός που οδηγεί το καράβι τους και τους υποδεικνύει την θέση του ναού και του χρηστηρίου, αυτά βέβαια θ΄ αναφερθούν στην συνέχεια …
Όμως πρώτα, κρίνω σκόπιμο, ν΄ αναφέρω τις θέσεις του Παυσανία για την ίδρυση των πρώτων ναών που στεγάζουν προφήτες/τισσες και μάντεις.
Κατά τον Παυσανία λοιπόν, η πρώτη μάντισσα του μαντείου είναι η ίδια η Γαία. Η Γη – Γαία ως σύζυγος του Ποσειδώνα, όχι όμως ως θεού της θαλάσσης, αλλά ως θεού των πηγών που γονιμοποιούν τη Γη. Η μαντική ιδιότητα και ο μαντικός λόγος, ο χρησμός ανήκει κατ΄αρχήν στην Γαία. Την μητέρα τροφό των όντων, αλλά και κυρία του κάτω κόσμου. Σε δυο χθόνιες θεότητες ανήκει το πρώτο ιερό και το πρώτο μαντείο. Η λατρεία των δύο χθόνιων θεών θα περιπέσει σε δεύτερη μοίρα με την έλευση του Απόλλωνος εκ της Λυκία της Μ. Ασίας, όπως αργότερα και η λατρεία του Διονύσου.
Το κύριο μέσο της παρουσίας του Απόλλωνα είναι ο μαντικός λόγος, ο χρησμός, ο οποίος φανερώνεται δια μέσου της φωνής της Πυθίας και μόνο, όταν οι άλλοι θεοί χρησιμοποιούν την πρόβλεψη ή την προφητεία μέσω των ονείρων ή των θροισμάτων των φύλλων των δέντρων ή των κύβων.
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη στο «Περί μνήμης και αναμνήσεως» μαντική είναι «επιστήμη τις ελπιστική» :
Περὶ μνήμης καὶ τοῦ μνημονεύειν λεκτέον τί ἐστι καὶ διὰ τίν΄ αἰτίαν γίγνεται καὶ τίνι τῶν τῆς ψυχῆς μορίων συμβαίνει τοῦτο τὸ πάθος καὶ τὸ ἀναμιμνήσκεσθαι· οὐ γὰρ οἱ αὐτοί εἰσι μνημονικοὶ καὶ ἀναμνηστικοί͵ ἀλλ΄ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ μνημονικώτεροι μὲν οἱ βραδεῖς͵ ἀναμνηστικώτεροι δὲ οἱ ταχεῖς καὶ εὐμαθεῖς. | Περί της δυνάμεως της μνήμης και περί της ενεργείας αυτής (μνημονεύειν) πρέπει να προσδιορίσωμεν τί είναι, και διά ποίαν αιτίαν γίνεται και εις ποίον μέρος της ψυχής συμβαίνει το φαινόμενον τούτο (πάθος) και το της αναμνήσεως. (Διαφέρουσι δε αύται) διότι οι αυτοί άνθρωποι δεν έχουσι καλήν μνήμην και καλήν ανάμνησιν. Αλλ' ως επί το πλείστον μεγαλειτέραν μνήμην έχουσιν οι βραδέως αντιλαμβανόμενοι, μεγαλειτέραν δε αναμνηστικήν δύναμιν οι ταχείς και ευκόλως μανθάνοντες1. |
πρῶτον μὲν οὖν σκεπτέον ποῖά ἐστι τὰ μνημονευτά· πολλάκις γὰρ ἐξαπατᾷ τοῦτο. οὔτε γὰρ τὸ μέλλον ἐνδέχεται μνημονεύειν͵ ἀλλ΄ ἔστι δοξαστὸν καὶ ἐλπιστόν (εἴη δ΄ ἂν καὶ ἐπιστήμη τις ἐλπιστική͵ καθάπερ τινές φασι τὴν μαντικήν)͵ οὔτε τοῦ παρόντος͵ ἀλλ΄ αἴσθησις· ταύτῃ γὰρ οὔτε τὸ μέλλον οὔτε τὸ γενόμενον γνωρίζομεν͵ ἀλλὰ τὸ παρὸν μόνον. | 2. Ας εξετάσωμεν λοιπόν πρώτον ποία είναι τα αντικείμενα της μνήμης. Διότι πολλάκις περί τούτου πλανάταί τις. Τω όντι το μέλλον δεν είναι δυνατόν να ενθυμώμεθα, αλλά μόνον δυνάμεθα να εικάζωμεν και να ελπίζωμεν αυτό· και δύναται να υπάρχη και επιστήμη τις της ελπίδος, η ελπιστική καθώς τινες ονομάζουσι την μαντικήν. Αλλ' ούτε το παρόν δύναται να είναι αντικείμενον της μνήμης, αλλά μόνης της αισθήσεως. Διότι διά της αισθήσεως ούτε τα μέλλοντα ούτε τα παρελθόντα γινώσκομεν, αλλά μόνα τα παρόντα. |
Περὶ δὲ τῆς μαντικῆς τῆς ἐν τοῖς ὕπνοις γινομένης καὶ λεγομένης συμβαίνειν ἀπὸ τῶν ἐνυπνίων͵ οὔτε καταφρονῆσαι ῥᾴδιον οὔτε πεισθῆναι. | 1. Περί δε της μαντικής, η οποία γίνεται κατά τον ύπνον και λέγεται ότι παράγεται εκ των ονείρων δεν είναι εύκολον ούτε να περιφρονήση τις ούτε να πιστεύση αυτήν. |
ενώ και στο «Συμπόσιο» αναφέρετε ότι μέσω των δαιμόνων παρέχετε η επικοινωνία μεταξύ θεών και ανθρώπων με την χρήση της μαντείας καθώς και την χρήση της γοητείας. Η μαντεία μέσω των δαιμόνων – και μέγας δαίμων ο Έρως - χρησιμοποιείται για την μεταβίβαση και την μετάφραση των επιθυμιών και των προσταγών των θεών αλλά ταυτόχρονα των προσευχών και των θυσιών εκ μέρους των ανθρώπων προς τους θεούς. Η ανοιχτή επικοινωνία με το θείο και τους θεούς κατά το «Πνεύμα όπου θέλει πνεί»
Η επικοινωνία μέσω των δαιμόνων εξασφαλίζει την συνοχή του σύμπαντος και τα θέματα που σχετίζονται με την θρησκεία είναι δική τους ειδικότητα όπως η μαντική, η γοητεία, οι θυσίες, οι τελετές, οι επωδοί. Όπου δαίμων – δαήμων (θεότητα κλπ)
Plato Phil., Symposium
Stephanus page 202, section e, line 3
Ἑρμηνεῦον καὶ διαπορθμεῦον θεοῖς τὰ παρ᾽ ἀνθρώπων καὶ ἀνθρώποις τὰ παρὰ θεῶν, τῶν μὲν τὰς δεήσεις καὶ θυσίας, τῶν δὲ τὰς ἐπιτάξεις τε καὶ ἀμοιβὰς τῶν θυσιῶν, ἐν μέσῳ δὲ ὂν ἀμφοτέρων συμπληροῖ, ὥστε τὸ πᾶν αὐτὸ αὑτῷ συνδεδέσθαι. διὰ τούτου καὶ ἡ μαντικὴ πᾶσα χωρεῖ καὶ ἡ τῶν ἱερέων τέχνη τῶν τε περὶ τὰς θυσίας καὶ τελετὰς [203a] καὶ τὰς ἐπῳδὰς καὶ τὴν μαντείαν πᾶσαν καὶ γοητείαν. θεὸς δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται, ἀλλὰ διὰ τούτου πᾶσά ἐστιν ἡ ὁμιλία καὶ ἡ διάλεκτος θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους, καὶ ἐγρηγορόσι καὶ καθεύδουσι· καὶ ὁ μὲν περὶ τὰ τοιαῦτα σοφὸς δαιμόνιος ἀνήρ, ὁ δὲ ἄλλο τι σοφὸς ὢν ἢ περὶ τέχνας ἢ χειρουργίας τινὰς βάναυσος. οὗτοι δὴ οἱ δαίμονες πολλοὶ καὶ παντοδαποί εἰσιν, εἷς δὲ τούτων ἐστὶ καὶ ὁ Ἔρως.
«Να εξηγούν και να διαβιβάζουν τα μηνύματα των ανθρώπων στους θεούς και στους ανθρώπους των θεών, των πρώτων τις προσευχές και τις θυσίες, ενώ των θεών τις εντολές και τις ανταποδόσεις για τις θυσίες· και, καθώς βρίσκονται στο ενδιάμεσο θεών και ανθρώπων, καλύπτουν το μεταξύ τους κενό, ώστε το σύμπαν ν᾽ αποχτήσει τη συνοχή του. Είναι ο δίαυλος, απ᾽ τον οποίο διαβιβάζεται και η μαντική στο σύνολό της και το λειτούργημα του ιερατείου, που έχει να κάνει με τις θυσίες και τις μυήσεις [203a] και τα μαγικά άσματα και κάθε μαντεία και μαγγανεία. Ο θεός δεν έρχεται σε άμεση επαφή με τον άνθρωπο, αλλά με τη διαμεσολάβηση των δαιμόνων συντελείται κάθε επικοινωνία και συνομιλία των θεών με τους ανθρώπους, και στον ύπνο και στον ξύπνο τους· κι ο άνθρωπος που είναι σοφός σ᾽ αυτές τις συναλλαγές είναι “δαιμόνιος”, ενώ ο σοφός σ᾽ ό,τι άλλο, που έχει να κάνει με επαγγέλματα ή κάποιες χειρωνακτικές εργασίες, αγοραίος. Οι δαίμονες λοιπόν που λέμε είναι πολλοί και κάθε λογής κι ένας ανάμεσά τους είναι κι ο Έρως».
Οι μάντεις ήσαν τα όργανα των θεών εις την αποκάλυψη της βουλής των προς τους ανθρώπους.Οι ιερείς τα όργανα των ανθρώπων προς την επικοινωνία των προς τους θεούς.Των ιερέων έργον είναι οι θυσίες και το τυπικόν των τελετών.Οι θεραπευτικές επωδές και τα μυστηριακά μέσα επιδράσεως, αγαθής ή κακής, επί των δυνάμεων της φύσεως και επί των ανθρώπων (μαγεία-γοητεία).
Και αλλού για την μαντική και πάλι στο «Συμπόσιον» διαβάζουμε:
Plato Phil., Symposium
Stephanus page 188, section c, line 6
…ἔτι τοίνυν καὶ αἱ θυσίαι πᾶσαι καὶ οἷς μαντικὴ ἐπιστατεῖ —ταῦτα δ᾽ ἐστὶν ἡ περὶ θεούς τε [188c] καὶ ἀνθρώπους πρὸς ἀλλήλους κοινωνία— οὐ περὶ ἄλλο τί ἐστιν ἢ περὶ Ἔρωτος φυλακήν τε καὶ ἴασιν. πᾶσα γὰρ ἀσέβεια φιλεῖ γίγνεσθαι ἐὰν μή τις τῷ κοσμίῳ Ἔρωτι χαρίζηται μηδὲ τιμᾷ τε αὐτὸν καὶ πρεσβεύῃ ἐν παντὶ ἔργῳ, ἀλλὰ τὸν ἕτερον, καὶ περὶ γονέας καὶ ζῶντας καὶ τετελευτηκότας καὶ περὶ θεούς· ἃ δὴ προστέτακται τῇ μαντικῇ ἐπισκοπεῖν τοὺς ἐρῶντας καὶ ἰατρεύειν, καὶ ἔστιν αὖ ἡ [188d] μαντικὴ φιλίας θεῶν καὶ ἀνθρώπων δημιουργὸς τῷ ἐπίστασθαι τὰ κατὰ ἀνθρώπους ἐρωτικά, ὅσα τείνει πρὸς θέμιν καὶ εὐσέβειαν.
Επιπρόσθετα λοιπόν και οι κάθε είδους θυσίες και όσα εποπτεύει η τέχνη των μάντεων —κι αυτά είναι τα όσα αφορούν στην επικοινωνία θεών [188c] και ανθρώπων— δεν αποσκοπούν σε τίποτ᾽ άλλο, παρά στη μέριμνα για τον Έρωτα (μέγας Δαίμων, ελκτική δύναμη) και την περίθαλψή του. Γιατί οι κάθε είδους ασέβειες προέρχονται συνήθως από την άρνηση να κάνει κανείς τα θελήματα του κόσμιου Έρωτα και να τον τιμά και να του δίνει την πρώτη θέση σε κάθε πράξη του, αλλά τιμά τον άλλον, στις σχέσεις του και με τους γονείς του —ζωντανούς ή πεθαμένους— και με τους θεούς· λοιπόν η μαντική έχει επιφορτιστεί με την εντολή να ασκεί εποπτεία και θεραπευτική αγωγή στους ερωτευμένους, κι επίσης [188d] η τέχνη των μάντεων είναι πρόξενος συμφιλίωσης ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους, χάρη στην καλή γνώση των ερωτικών εκδηλώσεων των ανθρώπων, όσων προσανατολίζονται προς τη δικαιοσύνη και τον σεβασμό των θεών.
Ο Απόλλων δεν ήταν εξ αρχής μαντικός θεός – στην Δήλο αλλά απέκτησε αυτήν του την ιδιότητα στους Δελφούς αφού παρέλαβε αυτήν την ιδιότητα από την Θέμιδα ή μετά την διαμεσολάβηση της Φοίβη μεταξύ Απόλλωνος και Θέμιδος- γι αυτό και θα ονομασθεί και Φοίβος.
Σε θρησκείες πρωτόγονες, τα φαινόμενα της μαντείας, πίστευαν ότι προέρχονται εκ μέρους των νεκρών, ερχομένων κατόπιν παρακλήσεων ή μαγγανειών, να επικοινωνήσουν μετά των ζώντων δια μέσου ορισμένων προνομιούχων ατόμων, των ιερέων-μάγων, ατόμων ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας, τα οποία σήμερα ονομάζουμε μέντιουμ ή διαισθητικούς, ή διάμεσους. Αργότερα όταν ο πολιτισμός προχώρησε, η αντίληψη αυτή τροποποιήθηκε. Υπέθεταν πλέον ότι όχι τα πνεύματα των νεκρών, αλλά το θείο ήταν αυτό που επικοινωνούσε δια των ιερέων και ιερειών και έτσι ιδρύθηκαν τα πρώτα μαντεία με μεσάζοντες τις Πυθίες.
Οι Πυθίες ήταν ισχυρά μέντιουμ, τα οποία ζούσαν σε απόλυτη αγνότητα και άσκηση, όπως οι Ινδοί Γιόγκηδες και οι Θιβετιανοί Λάμα για να κατορθώνουν να μειώνουν το ενσυνείδητο και να προκαλούν την εκδήλωση ψυχικών φαινομένων.
Σήμερα τα μέντιουμ δεν χρειάζονται πια όμοια μαρτύρια για την πρόκληση φαινομένων. Ο υπνωτισμός ή η έκστασης φθάνουν. Πάντως η θρησκευτική άσκηση διαταράσσουσα την φυσιολογική ισορροπία παράγει πολύ ισχυρές ψυχικές εκδηλώσεις.
Οι Πυθίες πριν χρησμοδοτήσουν, νήστευαν, έπιναν έναν μεθυστικό ποτό, το Πύθιον,<Πύθιον>· [τὸ ὕδωρ.] Θουκυδίδης- μασούσαν φύλλα πικροδάφνης και υφίσταντο ακόμη επί του τρίποδος την επίδραση αναθυμιάσεων ανθρακικού οξέως.
Για μεγάλο αριθμό γυναικών η αγνότης της ψυχής είναι αναπόσπαστη με την αγνότητα του σώματος, όταν βεβηλωθεί το σώμα επακολουθεί και η βεβήλωση εκείνης. Γι’ αυτό και η αγνότητα και η παρθενία των ιερειών ήταν και το ζητούμενο για την άσκηση των χρεών της ιέρειας και της Πυθίας.
Ο τρόπος παροχής των χρησμών δεν μας είναι απολύτως γνωστός γιατί δεν έχει αποκαλυφθεί η λειτουργία του μαντείου των Δελφών.
Ο Πλούταρχος που χρημάτισε επί μια τριακονταετία ιερεύς των Δελφών αποκαλύπτει κάποια θέματα ικανά για την μαντεία και τις διαδικασίες χρησμοδοσίας στο ιερο του Απόλλωνα σε σχετικά συγγράμματά του όπως το «Περὶ τοῦ μὴ χρᾶν ἔμμετρα νῦν τὴν Πυθίαν» Ακόμη σημαντικότερος είναι o διάλογος «Περὶ τοῦ Εἶ τοῦ ἐν Δελφοῖς»,το "Περί Ίσιδος και Οσίριδος" (σημαντική πηγή πληροφοριών για αιγυπτιακά τελετουργικά τυπικά και τον συγκερασμό τους με τις ελληνικές λατρείες), το "Περί των εκλελοιπότων χρηστηρίων".
Οι ανασκαφές που έχουν πραγματοποιηθεί στους Δελφούς δεν αποκάλυψαν την λειτουργία του, χρηστηρίου και της χρησμοδότησης από την Πυθία καθώς δεν έχει ευρεθεί ούτε ο ιερός νόμος, όπως ευρέθει το ψήφισμα των Δημητριέων περί της λειτουργίας του μαντείου του Απόλλωνος Κοροπαίου , ούτε καταγεγραμμένες ερωτήσεις προς τον θεόν όπως αυτές που ανερεύθησαν στο μαντείο της Δωδώνης
Από τις καταγεγραμμένες, από διάφορους συγγραφείς, αποκαλυφθέντες και διατυπωμένες αποκαλύψεις, περί της αποκαλύψεως της θελήσεως του θεού προς τους ανθρώπους, είμαστε σε θέση να καταλήξουμε ότι οι χρησμοί δίδονταν :
α) επί της εποχής της χθόνιας θεότητας της Γαίας μέσω της εγκοιμήσεως (ονειρομαντείο)
β) επί της εποχής του Απόλλωνος :
- δια της κληρώσεως (κληρομαντείον) καθώς ρίπτονταν εντός αγγείου ή δοχείου κλήροι λίθινοι ή ξύλινοι και μετά από ανατάραξη εξάγονταν μία ή περισσότερες από τις προφήτιδες Θριές. Ο τρόπος αυτός εφευρέθει από τις Θριές νύμφες του Παρνασσού – ή θυγατέρες του Διός και τροφών του Απόλλωνα ή κατ΄αλλους από την Αθηνά. Ιέρειες, κατ΄αλλους, που τους απέδιδαν την επινόηση να μαντεύουν το μέλλον. Οι κλήροι αυτοί οι λίθινοι – ως είδος χαλικιών ονομάζονται επίσης Θριαί.
Zenobius Sophista <Paroemiogr.>, Epitome collectionum Lucilli Tarrhaei et Didymi
Centuria 5, section 75, line 3
Φιλόχορός φησιν ὅτι Νύμφαι κατεῖχον τὸν
Παρνασὸν τροφοὶ Ἀπόλλωνος τρεῖς, καλούμεναι Θριαί,
ἀφ' ὧν αἵ τε μαντικαὶ ψῆφοι <θριαὶ> καλοῦνται καὶ τὸ
μαντεύεσθαι <θριᾶσθαι.
Ἄλλοι δὲ λέγουσι τὴν Ἀθηνᾶν
εὑρεῖν τὴν διὰ τῶν ψήφων μαντικήν· ἧς εὐδοκιμούσης
μᾶλλον τῶν Δελφικῶν χρησμῶν, τὸν Δία χαριζόμενον τῷ
Ἀπόλλωνι ψευδῆ καταστῆσαι τὴν διὰ τῶν ψήφων μαντι-
κήν. Πάλιν οὖν τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τοὺς Δελφικοὺς ἐρ-
χομένων χρησμοὺς τὴν Πυθίαν εἰπεῖν·
Aelius Herodianus et Pseudo-Herodianus Gramm., Rhet., De prosodia catholica
Part+volume 3,1, page 285, line 11
φλιά, θριά>· θριαί δὲ αἱ μαντικαὶ ψῆφοι, ἃς εὗρεν
Ἀθηνᾶ. ἀχθόμενος δὲ τοὺς τοῦ Ἀπόλλωνος .... ἄπιστον ὁ Ζεὺς
ἐποίησε τὴν διὰ τῶν θριῶν μαντικὴν εὐδοκιμοῦσαν. διὸ καὶ Ἀπόλλων
ἔφη «πολλοὶ θριοβόλοι, παῦροι δέ τε μάντιες ἄνδρες»
Orion Gramm., Etymologicum
Alphabetic letter theta, page 72, line 12
<Θρίαι>. αἱ μαντικαὶ ψῆφοι, τρίαι τινὲς οὖσαι. τρεῖς
γὰρ εἰσὶ τὸν ἀριθμόν. Νύμφαι δ' ἐφεῦρον πάντας,
ἐξ ὧν καὶ ἐκλήθησαν. εὑροῦσαι δὲ παρέσχον τῇ Ἀ-
θηνᾷ, καὶ Ἀπόλλωνος αὐτὴν ἐγκαλοῦντος, ἡ Ἀθη-
νᾶ ἔῤῥιψε τὰς ψήφους ἐν τόπῳ τῆς Ἀττικῆς· ἐξ ὧν
ἐκλήθη Θριάσιον πεδίον. ὀνόματα δὲ τῶν Νυμφῶν τῶν
εὑρουσῶν τὰ δὲ. Θρία τε τῆς συκῆς φύλλα, ἐπεὶ
εἰς τρία διέσχισται.
Hesychius Lexicogr., Lexicon (Α – Ο)
Alphabetic letter theta, entry 743, line 1
<θριαί>· αἱ πρῶται μάντεις. καὶ νύμφαι. καὶ αἱ μαντικαὶ ψῆφοι
Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 455, line 35
Θρίαι>: Αἱ μαντικαὶ ψῆφοι, οἱονεὶ τρίαι τινὲς
οὖσαι· καὶ γὰρ αἱ τρεῖς νύμφαι αἱ θυγατέρες τοῦ
Διὸς, εὑρηκυῖαι τρεῖς ψήφους μαντικὰς, παρέσχον
τῇ Ἀθηνᾷ· ἥτις ἐγκαλουμένη ὡς ἀλλότριον πρᾶγμα
μετιοῦσα, (τοῦτο γὰρ τοῦ Ἀπόλλωνός ἐστιν,) ἔρριψεν
αὐτὰς εἰς τὸ λεγόμενον Θριάσιον πεδίον. Παρὰ τὸ
τρία, γέγονε θρία καὶ Θριάσιον· ἐκεῖ γὰρ ἔρριψεν ἡ
Ἀθηνᾶ τὰς μαντικὰς ψήφους, αἵτινες θρίαι λέγονται·
ὅθεν καὶ τὸ μαντεύεσθαι, <θριᾶσθαι> λέγεται. Καὶ
αὗται τρεῖς εἰσὶ τὸν ἀριθμόν. Ἢ παρὰ τὸ τρισσαί·
ἢ ἀπὸ Θριασίου τινὸς οὕτως καλουμένου.
<Θρία>: Κυρίως τὰ τῆς συκῆς φύλλα· καὶ <θριά-
ζειν>, τὸ φυλλολογεῖν· δηλοῖ δὲ καὶ τὸ ἐνθουσιάζειν.
Καὶ <θριάσιον> ἐκλήθη πεδίον ἀπὸ τῶν βληθεισῶν εἰς
αὐτὸ θριῶν ὑπ' Ἀθηνᾶς. <Θρίαι> δέ εἰσιν αἱ μαντικαὶ
ψῆφοι. Νύμφαι δέ τινες εἰσὶ Θρίαι ὀνομαζόμεναι,
αἱ πρωτομάντεις, αἳ ἐξεῦρον τὴν τοιαύτην μαντείαν.
Ἦσαν δὲ Ἀπόλλωνος τιθῆναι.
Από τα αποσπάσματα παραπάνω καταλαβαίνουμε ότι οι μαντικοί ψήφοι ήταν τρείς – όσες και Θρίαις και εκ του αριθμού τρία έχουν λάβει το όνομά τους. Ένας από τους μαγικούς αριθμούς του σύμπαντος που επαναλαμβάνεται σε πολλές ιερουργίες, ιεροτελεστείες αλλα και μαντείες. Θρία όμως ονομάζεται και το φύλλο της συκής, του ιερού δέντρου του Διονύσου περί συκής και Διονύσου εδώ
-
μέσω της
δάφνης, αλλά
είναι άγνωστο πως οι χρησμοί παρέχονταν μέσω της δάφνης. Φαίνεται ότι
φαντάζονταν τον θεό Απόλλωνα να κατοικεί εντός του δέντρου της δάφνης, καθώς
ήταν το ιερό του φυτό και βρίσκονταν εντός του ιερού τεμένους δίπλα στον ναό
του. Ίσως το θρόϊσμα των κινούμενων φύλλων της διαμέσου του αέρα να λαμβάνονταν
ως φωνή του θεού που αποκάλυπτε την θέλησή του, την οποία οι ιερείς μετέφραζαν
σε Ελληνική γλώσσα πεζή ή έμμετρο.
- Την εποχή της συνυπάρξεως των
θεοτήτων Απόλλωνα και Διονύσου δια της εκστάσεως και της μανίας. Η
έκσταση της Πυθίας αποδίδεται σε χάσμα γής που βρισκόταν εντός του Αδύτου του
ναού, μέσω ατμών ή αναθυμιάσεων διεγερτικών και μεθυστικών η Πυθία καθήμενη επί
οφιοειδούς τρίποδος άνωθεν του χάσματος και κρατώντας στα χέρια της νωπό κλαδί
δάφνης έφτανε σε έκσταση και μπορούσε να προλέγει τα μέλλοντα δια του μαντικού
λόγου.
Αρχικά οι γυναίκες που
αναλάμβαναν τον ρόλο της ιέρειες Πυθίας ήταν νέες, όμορφες και παρθένες. Μετά
την απαγωγή και την διαφθορά μιας νεαρής Πυθίας από τον Εχεκράτη τον Θεσσαλό
που την ερωτεύτηκε και την έκλεψε ο θεσμός άλλαξε. Οι Πυθίες πλέον ήταν γυναίκες
μεγαλύτερης ηλικίας, πολλές φορές και άνω των πενήντα ετών, όμως εξακολουθούσαν
να ντύνονται ως νεαρές κόρες και να στολίζονται με κοσμήματα. Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 10, chapter 5, section 6, line 7
λέγεται δὲ πολλὰ μὲν καὶ διάφορα ἐς αὐτοὺς τοὺς
Δελφούς, πλείω δὲ ἔτι ἐς τοῦ Ἀπόλλωνος τὸ μαντεῖον.
φασὶ γὰρ δὴ τὰ ἀρχαιότατα Γῆς εἶναι τὸ χρηστήριον,
καὶ Δαφνίδα ἐπ' αὐτῷ τετάχθαι πρόμαντιν ὑπὸ τῆς
Γῆς· εἶναι δὲ αὐτὴν τῶν περὶ τὸ ὄρος νυμφῶν. ἔστι
δὲ ἐν Ἕλλησι ποίησις, ὄνομα μὲν τοῖς ἔπεσίν ἐστιν
Εὐμολπία, Μουσαίῳ δὲ τῷ Ἀντιοφήμου προσποιοῦσι
τὰ ἔπη· πεποιημένον οὖν ἐστιν ἐν τούτοις Ποσειδῶνος
ἐν κοινῷ καὶ Γῆς εἶναι τὸ μαντεῖον, καὶ τὴν μὲν χρᾶν
αὐτήν, Ποσειδῶνι δὲ ὑπηρέτην ἐς τὰ μαντεύματα εἶναι
Πύρκωνα. καὶ οὕτως ἔχει τὰ ἔπη·
αὐτίκα δὲ Χθονίης φωνὴ πινυτὸν φάτο μῦθον,
σὺν δέ τε Πύρκων ἀμφίπολος κλυτοῦ Ἐννοσιγαίου.
Η
Γαία έχει ορίσει ως προφήτισσα την Δάφνη, μια
νύμφη του όρους. Οι Έλληνες στο ποίημα που το ονομάζουν «Ευμολπία» αναφέρουν το
κοινό μαντείο της Γαίας και του Ποσειδώνα και, ενώ η Γαία χρησμοδοτεί μόνη της,
για τον Ποσειδώνα, αναφέρουν ως υπηρέτη των
χρησμών του (μάντη/προφήτη) τον Πύρκωνα και δηλώνουν τα εξής :
«Αμέσως κατόπιν η φωνή της Χθονίας (Γαίας) είπε συνετόν λόγον
και μαζί μ΄αυτήν ο υπηρέτης του ονομαστού Εννοσιγαίου (Ποσειδώνος) ο Πύρκων»
Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 10, chapter 5, section 6, line 7
χρόνῳ δὲ ὕστερον, ὅσον τῇ Γῇ μετῆν, δοθῆναι Θέμιδι
ὑπ' αὐτῆς λέγουσιν, Ἀπόλλωνα δὲ παρὰ Θέμιδος λα-
βεῖν δωρεάν· Ποσειδῶνι δὲ ἀντὶ τοῦ μαντείου Καλαύ-
ρειαν ἀντιδοῦναί φασιν αὐτὸν τὴν πρὸ Τροιζῆνος.
ἤκουσα δὲ καὶ ὡς ἄνδρες ποιμαίνοντες ἐπιτύχοιεν τῷ
μαντείῳ, καὶ ἔνθεοί τε ἐγένοντο ὑπὸ τοῦ ἀτμοῦ καὶ
ἐμαντεύσαντο ἐξ Ἀπόλλωνος. μεγίστη δὲ καὶ παρὰ
πλείστων ἐς Φημονόην δόξα ἐστίν, ὡς πρόμαντις
γένοιτο ἡ Φημονόη τοῦ θεοῦ πρώτη καὶ πρώτη τὸ
ἑξάμετρον ᾖσεν. Βοιὼ δὲ ἐπιχωρία γυνὴ ποιήσασα
ὕμνον Δελφοῖς ἔφη κατασκευάσασθαι τὸ μαντεῖον τῷ
θεῷ τοὺς ἀφικομένους ἐξ Ὑπερβορέων τούς τε ἄλλους
καὶ Ὠλῆνα· τοῦτον δὲ καὶ μαντεύσασθαι πρῶτον καὶ
ᾄσαι πρῶτον τὸ ἑξάμετρον. πεποίηκε δὲ ἡ Βοιὼ τοιάδε·
ἔνθα τοι εὔμνηστον χρηστήριον ἐκτελέσαντο
παῖδες Ὑπερβορέων Παγασὸς καὶ δῖος Ἀγυιεύς.
ἐπαριθμοῦσα δὲ καὶ ἄλλους τῶν Ὑπερβορέων, ἐπὶ τε-
λευτῇ τοῦ ὕμνου τὸν Ὠλῆνα ὠνόμασεν·
Μετά
πάροδον καιρού, λέγεται, η Γη παρεχώρησε το μερίδιόν της εις την Θέμιδα, και
από αυτήν το έλαβε ως δώρον ο Απόλλων, ο οποίος αντ’ αυτού παρεχώρησεν
εις τον Ποσειδώνα την προ της Τροιζήνος Καλαύρειαν (σημερινό Πόρον). ‘Ήκουσα
ότι το μαντείο ανακάλυψαν μερικοί βοσκοί, ενεπνεύσθησαν από τούς αναδιδομένους
ατμούς και χρησμοδότησαν έξ ονόματος του Απόλλωνος. Πάρα πολλοί όμως έχουν την
γνώμην ότι πρώτη προφήτις του θεού ήταν η Φημονόη καί πρώτη αυτή έψαλε σε εξάμετρους
στίχους. Η ίδια η Φημονόη -παρακάτω στο κείμενο - αναφέρετε και ως η πρώτη
προμάντις του θεού (καὶ ἡ Φημονόη πρόμαντις τηνικαῦτα οὖσα ἐν ἑξαμέτρῳ σφίσιν
ἔχρησεν·)
Έξ άλλου ή Βοιώ,
μία ντόπια η οποία εστιχούργησεν ύμνον εις τούς Δελφούς, είπεν ότι το μαντείον
του θεού ίδρυσαν άνθρωποι πού ήλθον από τούς Ύπερβορείους μαζί μέ τον Ώλήνα.
Αυτός πρώτος έδωκε χρησμόν καί πρώτος έψαλεν εις εξάμετρον. Η Βοιώ έγραψε τούς εξής στίχους:
«Εκεί λοιπόν ίδρυσαν αλάθητον μαντείον τά παιδιά
τών Ύπερβορείων, ο Παγασός καί ο θείος Αγυιεύς»-
καί αφού αναφέρει και άλλους Ύπερβορείους
στο τέλος του ύμνου κατονομάζει καί τόν Ώλήνα:
«καί δ Ώλήν, ο οποίος υπήρξεν ο πρώτος προφήτης
του Φοίβου καί πρώτος συνέθεσεν άσμα Αρχαίων ποιημάτων».
Ὠλήν θ', ὃς γένετο πρῶτος Φοίβοιο προφάτας,
πρῶτος δ' ἀρχαίων ἐπέων τεκτάνατ' ἀοιδάν.
οὐ μέντοι τά γε ἥκοντα ἐς μνήμην ἐς ἄλλον τινά, ἐς
δὲ γυναικῶν μαντείαν ἀνήκει μόνων. ποιηθῆναι δὲ
τὸν ναὸν τῷ Ἀπόλλωνι τὸ ἀρχαιότατον δάφνης φασί,
κομισθῆναι δὲ τοὺς κλάδους ἀπὸ τῆς δάφνης τῆς ἐν
τοῖς Τέμπεσι· καλύβης δ' ἂν σχῆμα οὗτός γε ἂν εἴη
παρεσχηματισμένος ὁ ναός. δεύτερα δὲ λέγουσιν οἱ
Δελφοὶ γενέσθαι ὑπὸ μελισσῶν τὸν ναὸν ἀπό τε τοῦ
κηροῦ τῶν μελισσῶν καὶ ἐκ πτερῶν· πεμφθῆναι δὲ
ἐς Ὑπερβορέους φασὶν αὐτὸν ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος.
λέγεται δὲ καὶ ἕτερος λόγος, ὡς τὸν ναὸν κατεσκευ-
άσατο ἀνὴρ Δελφός, ὄνομα δὲ αὐτῷ Πτερᾶν εἶναι·
κατὰ τοῦτο οὖν γενέσθαι καὶ τῷ ναῷ τοὔνομα ἀπὸ
τοῦ οἰκοδομήσαντος· ἀπὸ τούτου δὲ τοῦ Πτερᾶ καὶ
πόλιν Κρητικὴν προσθήκῃ γράμματος Ἀπτερεούς φασιν
ὀνομάζεσθαι. τὸν γὰρ δὴ λόγον τὸν ἔχοντα ἐς τὴν
ἐν τοῖς ὄρεσιν αὐξομένην πτέριν, ὡς ἐκ τῆς πόας ταύ-
της χλωρᾶς ἔτι διεπλέξαντο ναόν, οὐδὲ ἀρχὴν προσίε-
μαι τὸν λόγον τοῦτον. τὰ δὲ ἐς τὸν τρίτον τῶν ναῶν,
ὅτι ἐγένετο ἐκ χαλκοῦ, θαῦμα οὐδέν, εἴ γε Ἀκρίσιος
μὲν θάλαμον χαλκοῦν τῇ θυγατρὶ ἐποιήσατο, Λακε-
δαιμονίοις δὲ Ἀθηνᾶς ἱερὸν Χαλκιοίκου καὶ ἐς ἡμᾶς
ἔτι λείπεται, Ῥωμαίοις δὲ ἡ ἀγορὰ μεγέθους ἕνεκα
καὶ κατασκευῆς τῆς ἄλλης θαῦμα οὖσα παρέχεται τὸν
ὄροφον χαλκοῦν· οὕτω καὶ ναὸν τῷ Ἀπόλλωνι οὐκ ἂν
ἄπο γε τοῦ εἰκότος εἴη γενέσθαι χαλκοῦν.
Απ’
όσα όμως ενθυμούνται οι άνθρωποι, η μαντεία δεν ανήκει σε κανένα άλλον παρά
μόνον εις γυναίκας.
Λέγεται ότι ο αρχαιότατος ναός του Απόλλωνος κατεσκευάσθη από
Δάφνην, της οποίας οί κλώνοι μετεφέρθησαν από την δάφνην των Τεμπών ο ναός
αυτός θα είχε την μορφήν καλύβης.
Ενώ ο Παυσανίας μας
δινει τον μύθο ότι το Χρηστήριο της Γης έχει για προμάντιδα την Δάφνη.Pausanias Perieg., Graeciae descriptio
Book 10, chapter 5, section 5, line 6
φασὶ γὰρ δὴ τὰ ἀρχαιότατα Γῆς εἶναι τὸ χρηστήριον,
καὶ Δαφνίδα ἐπ' αὐτῷ τετάχθαι πρόμαντιν ὑπὸ τῆς
Γῆς· εἶναι δὲ αὐτὴν τῶν περὶ τὸ ὄρος νυμφῶν.
Κι
εδώ παραπάνω είναι φανερή η σύνδεση του ιερού των Δελφών με τους Κρήτες και τις
μέλισσες είτε μέσω περιγραφής της δημιουργίας του δεύτερου ναού από τις
μέλισσες - από κερί και φτερά πουλιών ή και από φτέρη, αυτό τον ναό τον είχε
έπειτα στείλει ο Απόλλωνας στους Υπερβόρειους, όσο και με την σύνδεση του Πτερά
(κατασκευαστού) που τον συνδέουν λόγω ονόματος, με την κρητική πόλη Απτερεοί,
είτε και παρακάτω όπως θα δούμε με τους πρώτους ιερείς του ναού που είναι
Κρήτες την καταγωγή …
απίστευτα έργα τέχνης από μέλισσες
Παρόμοιος
μύθος υπάρχει και για την ανέγερση της Άγιας του Θεού Σοφίας στην
Κωνσταντινούπολη, όπου το σχέδιο της εκκλησίας, λέγετε, ότι έχει
πραγματοποιηθεί μέσα σε κυψέλη από τις ίδιες τις μέλισσες: Η μέλισσα..αρχιτέκτονας της Αγίας Σοφίας
συνεχίζετε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου