10 Φεβρουαρίου 2018

Μεγάλην άρκτον ονομάζει Ελίκην



Η Αδράστεια και η Ίδη ως νύμφες του όρους Ίδη και κόρες του Μελισσέως και τροφοί- παραμάνες του Διός βρίσκονται καταστερισμένες  ως Κυνόσουρα  και Ελίκη από τον Δία. Ο καταστερισμός τους αποτελεί  αναγνώριση της προσφοράς τους από τον υπέρτατο Θεό όταν κατά την βρεφική του ηλικία τρέφεται και προστατεύεται  από τις κόρες του Μελισσέως. H Αδράστεια και η Ίδη λαμβάνουν λοιπόν θέση ως ο αστερισμός της Μεγάλης και της Μικρής Άρκτου  και ονομάζονται  Κυνόσουρα (ουρά του Κυνός/Σκύλου ) και  Ελίκη και η μορφή που θεωρούμε ότι  λαμβάνουν είναι η μορφή των δύο άρκτων (αρκούδων)– δύο αρκουδίτσες ..όμως άρκτοι - αρκουδίτσες θεωρούνται και οι ιέρειες της Αρτέμιδος, ενώ κατά μια διαφορετική εκδοχή η Μεγάλη Άρκτος θεωρείτε ότι απεικονίζει την Καλλιστώ ή την ίδια την Αρτέμιδα. Αναλυτικότερα η Μεγάλη Άρκτος ως αστερισμός εμπλέκει και την Καλλιστώ ( την πανέμορφη) και τον γιό της Αρκάδα που υπήρξε υποψήφιος για τον αστερισμό του Βοώτη. Περί Καλλιστούς και Αρτέμιδος δείτε και παρακάτω στα σχόλια για τα κείμενα του Άρατου.

Όμως στον συγκεκριμένο μύθο η Μεγάλη Άρκτος (Ursa Major)  ονομάζεται και Ελίκη η δε Μικρή Άρκτος (Ursa minor)  ονομάζεται Κυνόσουρα ή Λυκόσουρα…

Σήμερα θα σταθούμε στον ελληνικό μύθο όπου η Ελίκη και η Κυνόσουρα είναι τροφοί του Διός και έχουν καταστερισθεί γι αυτήν τους την πράξη απο ευγνωμοσύνη από τον Δία. Η μορφή των τροφών που βρίσκονται στον ουρανό είναι αυτή των δύο αρκούδων – κατά ένα περίεργο τρόπο όμως ως κόρες του Μελισσέως άρα και Μέλισσες θεωρούνται και ιέρειες της Ρέας/ Κυβέλης αλλά και σε δεύτερη ανάγνωση και ως άρκτοι θεωρούνται επισης και  ιέρειες της Αρτέμιδος ή η ίδια η Αρτέμιδα ως Καλλίστη  – 

Κατά τον Άρατο είναι αυτές που ανέλαβαν υπό την προστασία τους το βρέφος Δια μαζί με τους Δικταίους ή Ιδαίου Κουρήτες και τον γλύτωσαν από τον Κρόνο που θα τον σκότωνε-κατάπινε.  Για να τις ανταμείψει ο Δίας τις μετέτρεψε στην Μεγάλη Άρκτο (Ελίκη) και στην Μικρή άρκτο (Κυνόσουρα)

Όμως στα κείμενα η Ελίκη υποστηρίζει ο Ησίοδος ότι είναι κόρη του Λυκάωνος που κατοικεί στην Αρκαδία η οποία ενώ ανήκει στις ιέρειες- συντρόφους της Αρτέμιδος και εχει δώσει όρκο παρθενίας μαθητεύεοντας στο κυνηγι μαζί της, έχει διαφθαρεί από τον Δία και όντας έγκυος κρυφά από την Αρτέμιδα τιμωρείται γι αυτήν την πράξη της. Ενώ παραβαίνει εν αγνοία της δε και το άβατο –ναό του Διός στον Λύγκαιον – και εκει  είτε καταδιώκεται και σκοτώνεται από τον υιό της Αρκάδα είτε σε άλλους μύθους καταστερίζεται από τον Δία  ή την ¨Ηρα για να γλυτώσουν μητέρα και γιός ως Μεγάλη Άρκτος και ως Μικρό αρκουδάκι ο γιός Αρκάς.


Σε διαφορετική εκδοχή η κόρη του Αρκάδα ονομάζεται Καλλιστώ/Καλλίστη με μια παρόμοια ιστορία όπου διαφθείρεται και πάλι υπό Διός φέρει στον κόσμο τον υιός της Αρκάδα και καταστερίζονται και οι δύο μαζί …

 Scholia In Aratum, Scholia in Aratum (scholia vetera)
Scholion 27, line 2

<Ἄρκτοι ἅμα τροχόωσιν> ἀντὶ τοῦ ἅμα τρέχουσι. διὰ
τοῦτο γὰρ ἅμαξαι ὠνομάσθησαν. διτταὶ γάρ εἰσιν, ὧν τὴν
μὲν μείζονα Ναύπλιος εὗρε, τὴν δ' ἐλάττονα Θαλῆς
σοφός. λέγει δὲ τὴν ἐλάττονα εἰκόνα εἶναι κυνός, ἥτις ἦν
Καλλιστοῦς, ὅτι συγκυνηγὸς ἦν τῇ Ἀρτέμιδι. ἀποθανούσης
δὲ αὐτῆς ἀπέθανε. τὸ δὲ ὄνομα ἔχει διὰ τὸ οὐρὰν κυνὸς
ἔχειν.
MUA < – Ἄρκτοι:> τὴν μίαν τούτων τὴν μεγάλην, ἣν
μετ' ὀλίγον ὀνομάζει Ἑλίκην. Ἡσίοδος (fr. 163 Merkel-
bach – West) δέ φησι Λυκάονος θυγατέρα εἶναι, καὶ ἐν
Ἀρκαδίᾳ κατοικοῦσαν ἑλέσθαι μετὰ Ἀρτέμιδος τὴν περὶ  
τοὺς θῆρας ἀγωγὴν ἐν τοῖς ὄρεσι ποιεῖσθαι. φθαρεῖσαν
δὲ ὑπὸ Διὸς ἐμμεῖναι ἐν τοῖς πρότερον λέγουσι τῇ Ἀρτέ-
μιδι τὸ σύμπτωμα. ἤδη δὲ ἐπίτοκον οὖσαν ὀφθῆναι
ὑπ' αὐτῆς λουομένην, ἐφ' ᾧ ὀργισθεῖσαν τὴν Ἄρτεμιν
θηριῶσαι αὐτήν. καὶ οὕτως τεκεῖν ἄρκτον οὖσαν τὸν
κληθέντα Ἀρκάδα. οὖσαν δὲ ἐν τῷ ὄρει θηρευθῆναι
ὑπὸ αἰπόλων τινῶν, καὶ παραδοθῆναι Λυκάονι μετὰ τοῦ
βρέφους. μετὰ χρόνον δέ τινα δόξαι εἰσελθεῖν εἰς τὸ
Λύγκαιον, ὅ ἐστι τοῦ Διὸς λεγόμενον ἄβατον, ἀγνοήσα-
σαν τὸν νόμον ὑπὸ τοῦ ἰδίου υἱοῦ διωκομένην. καὶ αὐτῶν
τῶν Ἀρκάδων ἀναιρεῖσθαι μελλόντων, διὰ τὸν εἰρη-
μένον νόμον, ὁ Ζεὺς διὰ τὴν συγγένειαν αὐτῆς ἐξείλετο,
 καὶ ἐν τοῖς ἄστροις αὐτὴν ἔθηκεν, Ἄρκτον δὲ αὐτὴν
ὠνόμασε διὰ τὸ πτῶμα. ἔχει δὲ ἀστέρας ἐπὶ τῆς κεφαλῆς
ἑπτὰ ἀμυδρούς, ἐφ' ἑκατέρων τῶν νώτων δύο, ἐπὶ τοὺς
ὠμοπλάτας αʹ, ἐπὶ τοὺς ἔμπροσθε πόδας δύο, ἐπ' ἄκρον
τῆς ῥάχεως ἕνα λαμπρόν, ἐπὶ δὲ τοῦ ὀπισθίου σκέ-
λους δύο, ἐπ' ἄκρων τῶν ποδῶν βʹ, ἐπὶ τῆς κέρκου τρεῖς.
οἱ πάντες κδʹ. 


Q καὶ περὶ τῆς μείζονος Ἡσίοδος λέγει· Καλλιστὼ
Λυκάονος θυγατέρα, ἐν Ἀρκαδίᾳ δὲ κατοικοῦσαν ἑλέσθαι
μετὰ τῆς Ἀρτέμιδος τὴν περὶ τὰς θήρας ἀγωγὴν ἐν τοῖς
ὄρεσι ποιεῖσθαι. φθαρεῖσαν δὲ ὑπὸ Διὸς μὴ δηλῶσαι  
τῇ Ἀρτέμιδι τὸ σύμπτωμα. ἤδη δὲ ἐπί[..]μον οὖσαν
ὀφθῆναι ὑπ' αὐτῆς λουομένης. ἐφ' ᾧ ὀργισθεῖσαν τὴν
Ἄρτεμιν θηριῶσαι αὐτὴν καὶ οὕτω τεκεῖν ἄρκτον
οὖσαν τὸν κληθέντα Ἀρκάδιον. μετὰ χρόνον δέ τινα
δόξαι εἰς τὸ Λύκαιον εἰσελθεῖν τὸ τοῦ Διὸς ἄβατον
ἀγνοή<σα>σαν τὸν νόμον ἐκδιωκομένην ὑπὸ τοῦ ἰδίου
υἱοῦ. ἀμφοτέρων δὲ ὑπὸ τῶν Ἀρκάδων ἀναιρεῖσθαι
μελλόντων ὁ Ζεὺς διὰ τὴν συγγένειαν ἐξείλετο αὐτούς,
καὶ ἐν τοῖς ἄστροις ἔθηκεν, Ἄρκτον δὲ αὐτὴν ὠνόμασεν,
διὰ τὸ σύμπτωμα.
Q ἡ δὲ μικρὰ Ἄρκτος ὑπὸ τῶν πλείστων Φοινίκη λέ-
γεται.
S τὴν μείζονα Ἄρκτον Ἡσίοδος εἴρηκεν, Λυκάονος εἶναι
θυγατέρα ἐν Ἀρκαδία δὲ κατοικοῦσαν ἑλέσθαι μετὰ
Ἀρτέμιδος τὴν θήραν ἐν τοῖς ὄρεσι ποιεῖσθαι. φθαρεῖσαν
δὲ ὑπὸ τοῦ Διὸς πρότερον λέγουσι τῆς Ἀρτέμιδι λέγουσι
τὸ σύμπτωμα. ἡ δὲ ἐπὶ τόκον οὖσαν ὀφθῆναι ὑπ' αὐτῆς
λουόμενον. ἐφ' ᾧ ὀργισθεῖσαν τὴν θεὸν θηριῶσαι αὐτήν,
καὶ οὕτως τεκεῖν ἄρκτον καὶ κληθῆναι Ἀρκάδιν. τὸν
γὰρ Δία φασὶν Ἀρτέμιδι ὁμοιωθέντα ἐλθεῖν εἰς τὸ ὄρος,
καὶ συγκυνηγετοῦσαν ὀφθῆναι αὐτῷ. μετὰ δὲ τὸν χρό-
νον τῆς γαστρὸς μετεώρου γενομένου μηδὲν αἴτιον τοῦ
συμπτώματος πλὴν Ἄρτεμιν. ἐφ' ᾧ ὀργισθεῖσαν τὴν
θεὸν θηριῶσαι αὐτήν. μετὰ δὲ χρόνον τινὰ ἔδοξεν εἰσελ-
θεῖν εἰς τὴν τοῦ Διὸς αὐλήν, ἐκδιωκομένους δὲ ὑπὸ τοῦ
Διὸς καὶ ὑπὸ τῶν Ἀρκάδων μελλόντων ἀναιρεῖσθαι διὰ  
τὸν προειρημένον νόμον, ὁ Ζεὺς διὰ τὴν συγγένειαν
ἐξείλετο αὐτοὺς καὶ ἐν τοῖς ἄστροις ἔθηκεν Ἄρκτον
ὀνομάσας διὰ τὸ σύμπτωμα. ἔχει δὲ ἀστέρας ἐπὶ τῆς
κεφαλῆς ζʹ. ἀμαυροὺς ἐφ' ἑκατέρων τῶν νώτων βʹ ὁ
ὠμοπλάτης εἷς, (....) λαμπρὸν αʹ, ἐπὶ ποδὸς ὀπισθίου
βʹ. κέρκου, τρεῖς.


Επίσης οι άρκτοι ονομάζονται διαφορετικά και άμαξες, όχι μόνο λόγω του σχήματος τους στον ουρανό και γιατί φέρουν το σχήμα τεσσάρων αστέρων αντί για τροχούς αλλά γιατί  η ονομασία Αμ-αξα/Αμαξες  δηλώνει το   άμα εν τω άξονι δηλαδή άμα= μαζί,  εν των άξονι = στον άξονα, Άμαξα = μαζί στον άξονα

Η ονομασία Άμαξα δίνεται κυρίως για την Ελίκη για την Μεγάλη Άρκτο η οποία λέγεται ότι γυρίζει γύρω από τον Άξονα- Πολικό Αστέρα που βρίσκεται στην Μικρή Άρκτο ..

MUAS οὐ χρὴ δὲ ἐν τῷ οὐρανῷ τινὰ οἴεσθαι ἄρκτους ἢ
ἁμάξας, ἀλλὰ πέντε τὰς αἰτίας εὐλόγως τῆς ἀστροθε-
σίας τίθενται. ἢ γὰρ καθ' ὁμοίωσιν τοὔνομα τῷ ἄστρῳ,
ὥσπερ ὁ Σκορπίος, ἢ κατὰ πάθος, ὡς ὁ Κύων (δοκοῦσι
γὰρ ἐπὶ τῇ ἀνατολῇ τοῦ Κυνὸς λυττᾶν οἱ χερσαῖοι κύνες
ὡς ἐπὶ πλήθους), ἢ μυθικῶς, ὡς ἡ μεταβληθεῖσα Καλ-
λιστὼ εἰς ἄρκτον, ἢ κατὰ τιμήν, ὡς οἱ Διόσκουροι
Δίδυμοι, ἢ διορισμοῦ καὶ διδασκαλίας χάριν, ὡς τὰ
πολλὰ τῶν ζῳδίων. αἱ τοίνυν Ἄρκτοι Ἅμαξαι μὲν
καθ' ὁμοιότητα, Ἄρκτοι δὲ μυθικῶς.  
Par. δεῖ γινώσκειν ὡς κατὰ πέντε αἰτίας ἡ ἀστροθεσία
γέγονεν· ἢ καθ' ὁμοίωσιν ὥσπερ ὁ Σκορπίος, ἢ κατὰ
πάθος ὡς ὁ Κύων, ἢ μυθικῶς ὡς ἡ μεταβληθεῖσα
Καλλιστὼ εἰς ἄρκτον, ἢ κατὰ τιμὴν ὡς Διόσκουροι οἱ
Δίδυμοι, ἢ διορισμοῦ καὶ διδασκαλίας χάριν, ὡς τὰ
πολλὰ τῶν ζῳδίων.
MQDΔVA <τὸ δὴ καλέονται Ἅμαξαι:> διὰ τοῦτο,  
φησί, διὰ τὸ τρέχειν ὡς ἅμαξαι, ταύτην τὴν ὀνομασίαν
ἔσχον, ἢ διὰ τὸ ἔχειν σχῆμα ἁμάξης τῶν τεσσάρων
ἀστέρων ἀντὶ τροχῶν παραλαμβανομένων, τῶν δὲ τριῶν
τῆς οὐρᾶς ἀντὶ ῥυμοῦ.
S Ἅμαξαι λέγονται παρὰ τὸ ὁμοῦ ἐν τῷ ἄξονι εἱλεῖσθαι.
MQDΔVUA <ἄλλως. Ἅμαξαι:> διὰ τὸ ἅμα ἐν τῷ ἄξονι
καὶ τῇ τούτου ἀρχῇ εἶναι. ἢ ὅπερ ἐπὶ τῆς μιᾶς λέγεται,
τοῦτο καὶ ἐπὶ τῶν δύο εἴληφε. κυρίως γὰρ ἡ Ἑλίκη
ἅμαξα λέγεται· οἱ γὰρ ἑπτὰ αὐτῆς ἀστέρες ἁμάξης τύπον
ἔχουσιν· οἱ μὲν ἐπὶ τοῦ πλινθίου τέσσαρες (πλινθίον
δὲ λέγεται παρὰ τοῖς γεωμέτραις πᾶν τετράγωνον), οἱ
δὲ τρεῖς ἐπὶ μήκους τὸν ῥυμὸν πληροῦσι. δείξομεν δὲ
καὶ παρ' Ὁμήρῳ τὸ ἐπὶ τῶν δύο λεγόμενον (θ 229)·
“δουρὶ δ' ἀκοντίζω ὅσον οὐκ ἄλλος τις οἰστῷ”. τὸ
γὰρ ἀκοντίζειν ἴδιον μόνον ἐπὶ δόρατος, ὃ δὲ καὶ ἐπὶ
τοῦ οἰστοῦ αὐτὸ ἔθηκεν.  
S ἅμα τροχός ἐστιν ἡ δύο τροχῶν εἰς τὸ αὐτὸ συν-
έμπτωσις. <ἅμα τροχόωσιν,> εἰς τὸ αὐτὸ κινοῦν-
ται.
Q Ἄρατος δέ φησι τὴν Κυνόσουραν καὶ Ἑλίκην ἐν
Κρήτῃ οὔσας γενέσθαι τρόφους τοῦ Διός, καὶ διὰ τοῦτο
τῆς οὐρανοῦ μνήμης ἀξιωθῆναι.
 

Ελίκη λαμβάνει το όνομα της εκ της περιστροφής και της συστροφής γύρω από τον άξονα του ουρανό, πολικό αστέρα…

Aelius Herodianus et Pseudo-Herodianus Gramm., Rhet., Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris. 2543 + 2570)
Page 30, line 9

ἕλιξ, ἡ συστροφὴ, καὶ κλίνεται ἕλικος· ἑλίσσω, τὸ
συστρέφω, ὅθεν καὶ ἑλικωπὶς κόρη, ἡ γοργόφθαλμος·
Ἑλικὼν, ὄρος, καὶ κλίνεται Ἑλικῶνος 



Etymologicum Gudianum, Additamenta in Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Pari
Alphabetic entry epsilon, page 457, line 21

 <Ἑλίκη>· ἄρκτος· ἀπὸ τοῦ ἐν ἑαυτῇ εἱλεῖσθαι· περιγράφει γὰρ τὸν ἀρκτι-
κὸν κύκλον.

 Hesychius Lexicogr., Lexicon (ΑΟ)
Alphabetic letter epsilon, entry 2098, line 1

<Ἐλιεύς>· Ζεὺς ἐν Θήβαις
*<ἕλικα>· κύκλον AS ἐνώτια. δακτύλιοι. τὰ περὶ τοὺς καρποὺς
 ψέλλια ASvgn
<ἕλικας>· ἑλικοκεράτους S ἐπικαμπῆ τὰ κέρατα ἔχοντας (Ι 466)
*<ἕλικες>· τῆς ἀμπέλου τὰ κληματώδη. ἢ ἐνώτια. ἢ ψέλλια (Σ 401)
 AS ἢ δακτύλιοι S ἢ <ἑλίγματα>
<Ἑλίκη>· πόλις Βοιωτίας ἐν ᾗ Ποσειδῶν τιμᾶται (Θ 203) καὶ ἡ
 ἰτέα. τινὲς καὶ σπέρμα τοῦ ὑοσκυάμου

<ἕλιξ>· νέος κλάδος ps μέλας. καὶ ὁ αἰγίλωψ. καὶ ἡ κατάγραφος
 καὶ ἡ ἀναγλυφὴ παρὰ τοῖς ἀρχιτέκτοσι. [καὶ ὁ καρπός]. καὶ
 ψέλιον. καὶ τοῦ ὠτὸς ἡ περιοχή. καὶ δεσμός τις. ἢ τύλιγμα.
 ἢ †παράκλησις 


Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)
Alphabetic entry epsilon, page 457, line 8

 <Ἑλίκωπες> <Γ 190>· ... ἡ εὐθεῖα ἑλίκωψ· ἐκ τοῦ Ἑλίκη, ὃ
σημαίνει τὴν μεγάλην ἄρκτον, ὡς καὶ Ἄρατος <37 sq.> “Ἑλίκῃ γε μὲν
ἄνδρες εἰν ἁλὶ τεκμαίροντες”. δύο δέ εἰσιν ἄρκτοι, καὶ ἡ μὲν μεγάλη
καλεῖται Ἑλίκη, πρὸς ἣν ἀποβλέποντες καὶ ἀπευθύνοντες τὴν πορείαν
ἐποιοῦντο, ὡς ἐκ τούτου κληθῆναι αὐτοὺς ἑλίκωπας· ἡ δὲ μικρὰ
Κυνόσουρα.  

Ελίκωπες ονομάζονται και οι δυο άρκτοι μαζί Ελίκη δε η Μεγάλη

Τα Έλιξ και Ελίκη απαντούν ως ονόματα για τον ίδιο τον αστερισμό, επειδή «ελίσσεται» γύρω από τον πολικό αστέρα

Η «άμαξα» επομένως είναι ο αστερισμός του οποίου οι αστέρες περιφέρονται όλοι μαζί γύρω από έναν άξονα, εκείνον που περνά από τον Βόρειο Ουράνιο Πόλο ή Πολικό Αστέρα ή  «Οδηγό του Άξονος» ή το "καρφί" όπως αλλιώς ονομάζεται. Πολύ αργότερα, όταν η άμαξα έχει πια πάρει την έννοια του κάρρου, ο Ησύχιος δίνει το όνομα Άγαννα, από το «άγειν» αλλά και από το ακκαδικό Aganna / Akanna = «Κύριος των Ουρανών» για τους αστέρες της Άμαξας.

Ενώ στη νεότερη ελληνική λαϊκή παράδοση, η Μεγάλη Άρκτος ονομάζεται Αναποδοκάραβο από την ομοιότητά της με ανάποδο καράβι:

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 330, line 29

 <Ἐλελίξω>: Ἐλίσσω, τὸ συστρέφω. Ἀπὸ τοῦ
εἰλῶ εἰλίσσω· καὶ ἀφαιρέσει συστολῇ τοῦ ι,
ἐλίσσω· τοῦτο κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν γίνεται ἐλε-
λίσσω· ὁ μέλλων, ἐλελίξω.
330.29
 <Ἕλιξ>: Ἕλιξ λέγεται καὶ τὸ τῆς ἀμπέλου
νευρῶδες ἔκφυμα, ὃ ἐπιλαμβάνεται τοῦ χάρακος, τὸ
παρ' ἡμῖν βλαστάριον καλούμενον, ἕλικος. Παρὰ τὸν
ἑλίξω μέλλοντα, ἕλιξ, ὡς χαράξω, χάραξ δράξω, δράξ.

 <Ἐλινός>: Ἡ ἄμπελος, ὡς Ἀπολλόδωρος. Φι-
λήτας δ' ἐν γλώσσαις τὸν κλάδον τῆς ἀμπέλου. Νί-
κανδρος ἐν Θηριακοῖς.


Όμως το Έλιξ και το Ελίκη συνδέεται  με την έλικα και την ερμηνεία της ως νέος κλάδος, ως νέος υιός δηλαδή που φύεται εκ του πατρός όχι μόνο στην άμπελο αλλά και στον κισσό. Ο σπόρος και ο καρπός που αναδύεται, όπως έχουμε δει σε παλαιότερα κείμενα τόσο στις Βάκχες αλλά και σε σχόλια στον Ευριπίδη οι Έλικες είναι  τα νεαρά βλαστάρια  περικυκλώνουν και σώζουν τον υιό Βάκχο-Διόνυσο από την φωτιά αλλά με την παρουσία τους δηλώνουν ταυτόχρονα και την γέννηση του Νέου Κλάδου/Υιού.


συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...