O Πρώτος Διόνυσος θεωρείται ότι είναι γέννημα του Διός και της Δήμητρας-Κόρης- Φθερσεφόνη- που είναι και μια ακόμη ονομασία της Περσεφόνης- Προκύπτει από το φθείρειν = χαλώ, αφανίζω, καταστρέφω, λιώνω, διακορεύω κλπ και φονεύω = σκοτώνω, θανατώνω, δολοφονώ.
Φθερσέφασσα ή Φερσεφαττα ή Φερσέφασσα είναι μερικές ακόμη ονομασίες της Περσεφόνης και δηλώνει ως Φερέπαφα και τον/την Επαφ-ο/ήν με τον/την Θεό.
Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem
Volume 2, page 762, line 4
Ὡς γὰρ παρὰ
τὸ φθείρειν καὶ φονεύειν Φθερσεφόνη καὶ εὐφωνώτερον Φερσεφόνη καὶ ἔτι
ἐμμελέστερον Περσεφόνη, οὕτω παρὰ τὸ αὐτὸ φθείρειν καὶ τὸ φάζειν, ὅ ἐστι
φονεύειν, Φθερσέφασσα ἢ κατὰ τὸ κάλλιον Φερσέφασσα καὶ ἔτι λειότερον
Περσέφασσα].
Volume 2, page 762, line 4
Ὡς γὰρ παρὰ
τὸ φθείρειν καὶ φονεύειν Φθερσεφόνη καὶ εὐφωνώτερον Φερσεφόνη καὶ ἔτι
ἐμμελέστερον Περσεφόνη, οὕτω παρὰ τὸ αὐτὸ φθείρειν καὶ τὸ φάζειν, ὅ ἐστι
φονεύειν, Φθερσέφασσα ἢ κατὰ τὸ κάλλιον Φερσέφασσα καὶ ἔτι λειότερον
Περσέφασσα].
Porphyrius Phil., De abstinentia
Book 4, section 16, line 34
Book 4, section 16, line 34
…τὴν μὲν Ἄρτεμιν λύκαιναν, τὸν δὲ Ἥλιον σαῦρον, λέοντα, δράκοντα,
ἱέρακα, τὴν δ' Ἑκάτην ἵππον, ταῦρον, λέαιναν, κύνα.
τῆς δὲ Φερρεφάττης παρὰ τὸ φέρβειν τὴν φάτταν (φέρβω = βόσκω, τρέφω, φυλάσσω, σώζω και διατηρώ την φάσσαν = το μέγαλο αγριοπερίστερο)
φασὶν οἱ πολλοὶ τοὔνομα τῶν θεολόγων· ἱερὸν γὰρ
αὐτῆς ἡ φάττα. διὸ καὶ αἱ τῆς Μαίας ἱέρειαι ταύτην
αὐτῇ ἀνατιθέασι. Μαῖα δὲ ἡ αὐτὴ τῇ Φερσεφόνῃ ὡς
ἂν μαῖα καὶ τροφὸς οὖσα· χθονία γὰρ ἡ θεὸς καὶ
Δημήτηρ ἡ αὐτή.
Περισσότερα σε προηγούμενο κείμενο Περιστερὰ ὄρειος
Εδώ έχω μεταφέρει κάποιες από τις βασικές αναφορές που ήδη εχουν αναφερθεί περί Περσεφόνης/Φερρεφάτης/Φερέπαφα κλπ
Plato Phil., Cratylus
Stephanus page 404, section d, line 8
Φερέπαφα” οὖν διὰ τὴν σοφίαν καὶ τὴν
<ἐπαφὴν> τοῦ <φερομένου> ἡ θεὸς ἂν ὀρθῶς καλοῖτο, ἢ
τοιοῦτόν τι – δι' ὅπερ καὶ σύνεστιν αὐτῇ ὁ Ἅιδης σοφὸς
ὤν, διότι τοιαύτη ἐστίν – νῦν δὲ αὐτῆς ἐκκλίνουσι τὸ ὄνομα
εὐστομίαν περὶ πλείονος ποιούμενοι τῆς ἀληθείας, ὥστε
“Φερρέφατταν” αὐτὴν καλεῖν.
Stephanus page 404, section d, line 8
Φερέπαφα” οὖν διὰ τὴν σοφίαν καὶ τὴν
<ἐπαφὴν> τοῦ <φερομένου> ἡ θεὸς ἂν ὀρθῶς καλοῖτο, ἢ
τοιοῦτόν τι – δι' ὅπερ καὶ σύνεστιν αὐτῇ ὁ Ἅιδης σοφὸς
ὤν, διότι τοιαύτη ἐστίν – νῦν δὲ αὐτῆς ἐκκλίνουσι τὸ ὄνομα
εὐστομίαν περὶ πλείονος ποιούμενοι τῆς ἀληθείας, ὥστε
“Φερρέφατταν” αὐτὴν καλεῖν.
Tatianus Apol., Oratio ad Graecos
Chapter 10, section 1, line 3
…μεταμορφοῦνται δὲ παρ' ὑμῖν καὶ οἱ θεοί. δένδρον ἡ Ῥέα γίνεται,
δράκων δὲ ὁ Ζεὺς διὰ τὴν Φερσέφασσαν.
Σε Δράκοντας μεταμορφώνεται ο Ζεύς για την Περσεφόνη
Περνώντας και σε μερικές ακόμα παρατηρήσεις και αναφορές που ήδη εχουν προηγηθεί σε προηγούμενα κείμενα μου.
Δίκερος η Περσεφόνη που χαρακτηρίζετε Kερόεσσα - με κέρατα – καθώς είναι σεληνιακές θεότητες, όπως και ο Κερασφόρος, Κερατίας, Κερατοφυής, δεν είναι παρά επίθετο του Διονύσου
Όμοια όπως στον Άδωνη δίδετε το επίθετο του Ευ-βουλέα δίδεται και στον Διόνυσο καθώς και στην μητέρα Δήμητρα αλλά και την Κόρη Περσεφόνη
Ο ύμνος όμως μας δίνει μερικά ακόμα αξιοπερίεργα στοιχεία. Κούρο και Κόρη τον ονομάζει τον Άδωνη. Διπλή ιδιότητα Αγοριού και Κοριτσιού (αρσενικής και θηλυκής φύσης, δηλ. δί-φυλλο ή ερμαφρόδιτο (Ερμής + Αφροδίτη) ή ανδρόγυνο.
Ο ύμνος όμως μας δίνει μερικά ακόμα αξιοπερίεργα στοιχεία. Κούρο και Κόρη τον ονομάζει τον Άδωνη. Διπλή ιδιότητα Αγοριού και Κοριτσιού (αρσενικής και θηλυκής φύσης, δηλ. δί-φυλλο ή ερμαφρόδιτο (Ερμής + Αφροδίτη) ή ανδρόγυνο.
Όμως από την Θεογονία του Ησιόδου, όπως και σε κείμενα του Τατιανού ο Α(ι)δωνεύς αρπάζει την Περσεφόνη την Λευκωλενο, από την μητέρα της. !!!
Hesiodus Epic., Theogonia
Line 913
..ἣ τέκε Περσεφόνην λευκώλενον, ἣν Ἀιδωνεὺς
ἥρπασεν ἧς παρὰ μητρός, ἔδωκε δὲ μητίετα Ζεύς.
Line 913
..ἣ τέκε Περσεφόνην λευκώλενον, ἣν Ἀιδωνεὺς
ἥρπασεν ἧς παρὰ μητρός, ἔδωκε δὲ μητίετα Ζεύς.
Tatianus Apol., Oratio ad Graecos
Chapter 8, section 4, line 3
μαρτυρήσει μοι νῦν Ἐλευσὶς καὶ δράκων ὁ μυστικὸς καὶ Ὀρφεὺς
ὁ <θύρας δ' ἐπίθεσθε βεβήλοις> λέγων. Ἀϊδωνεὺς ἁρπάζει τὴν
Κόρην, καὶ αἱ πράξεις αὐτοῦ γεγόνασι μυστήρια· κλαίει Δη-
μήτηρ τὴν θυγατέρα, καί τινες ἀπατῶνται διὰ τοὺς Ἀθηναίους.
Chapter 8, section 4, line 3
μαρτυρήσει μοι νῦν Ἐλευσὶς καὶ δράκων ὁ μυστικὸς καὶ Ὀρφεὺς
ὁ <θύρας δ' ἐπίθεσθε βεβήλοις> λέγων. Ἀϊδωνεὺς ἁρπάζει τὴν
Κόρην, καὶ αἱ πράξεις αὐτοῦ γεγόνασι μυστήρια· κλαίει Δη-
μήτηρ τὴν θυγατέρα, καί τινες ἀπατῶνται διὰ τοὺς Ἀθηναίους.
Η Νύσσα ήταν πόλη της Αιγύπτου αλλά επίσης τοποθετείται και σε άλλα μέρη όπως στην Σικελία.
Κατά τον ομηρικό ύμνο, στη Νύσσα ήταν που ο Πλουτωνας άρπαξε την Περσεφόνη.
Ο Άδωνης είναι μια άλλη μορφή του ονόματος του ΑΔΗ – ΑϊΔΗ- Α(ι)δωνεύς – Αηδονέα ή Αιδωνέα.
Aelius Herodianus et Pseudo-Herodianus Gramm., Rhet., Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris. 2543 + 2570)
Page 184, line 16
Τὰ δὲ μὴ παρὰ τὸ ἀεὶ, διὰ τοῦ ἰῶτα γράφονται· οἷον·
ἀΐδιος· ἀΐδηλος, ὁ ἀφανής· Ἀϊδωνεὺς, ὁ Ἅιδης· Ἀΐδης
Page 184, line 16
Τὰ δὲ μὴ παρὰ τὸ ἀεὶ, διὰ τοῦ ἰῶτα γράφονται· οἷον·
ἀΐδιος· ἀΐδηλος, ὁ ἀφανής· Ἀϊδωνεὺς, ὁ Ἅιδης· Ἀΐδης
Philoxenus Gramm., Fragmenta
Fragment 418*, line 4
<Ἀϊδνός>· εἴδω, τὸ βλέπω ἢ φαίνω, ῥηματικὸν
ὄνομα ἰδνὸς καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀϊδνός, ὡς στίλβω στιλπνός·
ἐξ οὗ καὶ Ἀϊδωνεύς, ὁ Ἅιδης, εἰς ὃν οὐκ ἔστιν ἰδεῖν.
Fragment 418*, line 4
<Ἀϊδνός>· εἴδω, τὸ βλέπω ἢ φαίνω, ῥηματικὸν
ὄνομα ἰδνὸς καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀϊδνός, ὡς στίλβω στιλπνός·
ἐξ οὗ καὶ Ἀϊδωνεύς, ὁ Ἅιδης, εἰς ὃν οὐκ ἔστιν ἰδεῖν.
Όμοια με το παραπάνω είμενο ο Άδης/Αιδης/Αιδωνεύς είναι κάποιος που δεν μπορείς να δεις, αθέατος, άφαντος, εξαφανισμένος, α-όρατος, κρυφός.
Ιδιότητες που αποδίδονται και στον Άδωνη που εξαφανίζεται και χάνεται
Ιδιότητες που αποδίδονται και στον Άδωνη που εξαφανίζεται και χάνεται
Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem
Volume 1, page 27, line 4
διὸ
καὶ Ἀΐδης λέγεται ὁ αὐτὸς καὶ Ἀϊδωνεύς· ὡς δέ τινές φασι καὶ ᾍδης κατὰ
συναίρεσιν τοῦ Ἀΐδης.
Volume 1, page 27, line 4
διὸ
καὶ Ἀΐδης λέγεται ὁ αὐτὸς καὶ Ἀϊδωνεύς· ὡς δέ τινές φασι καὶ ᾍδης κατὰ
συναίρεσιν τοῦ Ἀΐδης.
Όπως προκύπτει από συναίρεσιν από το Αϊδης το Άδης όμοια από το Αϊδωνεύς μπορούμε να φτάσουμε στο Αδωνεύς – Αδων
Hesychius Lexicogr., Lexicon (Α – Ο)
Alphabetic letter alpha, entry 1802, line 1
*<Ἀϊδωνέος>· τοῦ ᾅδου A(b)
<Ἀϊδωνεύς>· ὁ θεός.
Alphabetic letter alpha, entry 1802, line 1
*<Ἀϊδωνέος>· τοῦ ᾅδου A(b)
<Ἀϊδωνεύς>· ὁ θεός.
*<Ἀϊδωνέος>· τοῦ ᾅδου A(b)
<Ἀϊδωνεύς>· ὁ θεός. καὶ ὁ τόπος (Υ 61)
*<Ἀϊδωνῆϊ>· τῷ ᾅδῃ (Ε 190) Ab
*<Ἀϊδώνια>· θανάσιμα gA
Hesychius Lexicogr., Lexicon (Α – Ο)
Alphabetic letter kappa, entry 531, line 1
<Καλύδναι>· νῆσοι πλησίον Ῥόδου (Β 677)
†<καλυδναῖον>· ἀρχαῖον, παλαιόν
†<καλυδναῖος>· Ἀϊδωνεύς.
Scholia In Hesiodum, Scholia in theogoniam (scholia vetera)
Verse 913b, line 1
X⟧
<ἣν Ἀϊδωνεύς:> τοῦτο περὶ τῆς σήψεως τῶν σπερ-
μάτων λέγει ὅτι ἐὰν μὴ κάτω ἀποθάνῃ, ἄνω οὐ ζωογονεῖται.
Verse 913b, line 1
X⟧
<ἣν Ἀϊδωνεύς:> τοῦτο περὶ τῆς σήψεως τῶν σπερ-
μάτων λέγει ὅτι ἐὰν μὴ κάτω ἀποθάνῃ, ἄνω οὐ ζωογονεῖται.
Όμως στον Πρόκλο, Σχόλια στον Κρατύλο, 163, 2
ὁ δὲ τρίτος τριαδικῶς
Ζεύς τε καταχθόνιος κα ὶ Πλούτων καὶ Ἅιδης.
Ο Αδης λοιπόν ή Πλούτων σώζετε ως Α(ι)δονεύς ακόμα και σήμερα. Είναι πόλη της Σικελίας κοντά στην σημερινή ευρύτερη περιοχή της Εnna.
Εντός λοιπόν στην Εννα- στο κέντρο της Σικελίας υπάρχει η πόλη Aidone – Ονομα που προέρχετε από το αρχαίο ελληνικό ΑΙΔΩΝΕΥΣ όνομα του Αδη-Πλούτωνα.
Παλαιότερες αναφορές- αναλυτικότερες- σε παλαιότερα κείμενα :
Ιερή στους Θεούς
Ζεὺς ἄρσην γένετο, Ζεὺς ἄμβροτος ἔπλετο νύμφη
Σημήιον της Περιστεράς
Ἀϊδωνεύς· ὁ θεός.
και οι Ορφικοί ύμνοι Δήμητρος και Περσεφόνης
Alcmaeonis, Alcmaeonis (fragmenta)
Fragment 3, line 1
πότνια Γῆ, Ζαγρεῦ τε θεῶν πανυπέρτατε πάντων
Fragment 3, line 1
πότνια Γῆ, Ζαγρεῦ τε θεῶν πανυπέρτατε πάντων
Ζαγρεύς, έως, ὁ, son of Zeus and Persephone, slain by the Titans and resuscitated as Dionysus, πότνια γῆ, Ζαγρεῦ τε θεῶν πανυπέρτατε πάντων Alcmaeonis Fr.3 (EGFp.77), cf. E.Fr.472.11 (anap.), Call.Fr. 171, Nonn.D.10.294; identified with Ἅιδης by A.Fr.228. (Glossed by μεγάλως ἀγρεύων Et.Gud.227.37.)
ζάγρα, ἡ, and Dim. ζάγριον, τό, a term of abuse, Timostr.4
Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)
Alphabetic entry zeta, page 578, line 8
Alphabetic entry zeta, page 578, line 8
Ζαγρεύς>· ὁ μεγάλως ἀγρεύων, ὡς “πότνια Γῆ, Ζαγρεῦ τε θεῶν
πανυπέρτατε πάντων” ὁ τὴν Ἀλκμαιονίδα γράψας ἔφη <fr. 3 Kinkel>.
τινὲς δὲ τὸν Ζαγρέα υἱὸν Ἅιδου φασίν, ὡς Αἰσχύλος ἐν Σισύφῳ <fr.
228 Nauck2> “Ζαγρεῖ τε νῦν μοι καὶ πολυξένῳ χαίρειν”· ἐν δὲ Αἰ-
γυπτίοις <fr. 5 Nauck2> οὕτως αὐτὸν τὸν Πλούτωνα καλεῖ “τὸν ἀγραῖον,
τὸν πολυξενώτατον, τὸν Δία τῶν κεκμηκότων”.
<Ζάθεος>· μέγα[ς] θαυμαστός· παρὰ τὸ <ζα> ἐπιτατικὸν μόριον καὶ τὸ
Μετά τις παραπάνω επισημάνσεις που τις θεωρώ βασικές περνάω στα κείμενα με τις αναφορές περί του Πρώτου Διονύσου Ζαγρέα.
Ο Διόνυσος, ο Βάκχος, ο Ζαγρεύς, ο Πρωτόγονος, ο Διφυής, ο Δικέρατος, ο Δίμορφος, ο Κισσοστολισμένος, ο Ταυρόμορφος, ο Αγνός, ο Ωμοφάγος, ο Τριπλογεννημένος...
Αμέτρητα τα προσωνύμια του θεού, πρωτόγονη η λατρεία γι αυτόν τον αλλόκοτο θεό, όμως ποιος ήταν ο Ζαγρέας (Ζαγρεύς);
Θεωρείται ότι ήταν ο υιός του Διός, ο οποίος γεννήθηκε από την Περσεφόνη και τον μεταμορφωμένο σε φίδι-δράκοντα Δία. Η δίκερος κόρη Περσεφόνη κληρονομεί τα κέρατα στον υιό Ζαγρέα. Ο Ζαγρεύς από μόνος του διόρζεται βασιλιάς των θεών και ο Δίας του έδωσε για λίγο το σκήπτρο του, τον κεραυνό αλλά και τον έλεγχο της βροχής. Και όπως οι Κουρήτες φύλαξαν τον Δία όταν εκείνος ήταν βρέφος, έτσι φύλαξαν και τον Ζαγρέα με την πρόσθετη βοήθεια του Απόλλωνα.
Nonnus Epic., Dionysiaca
Book 6, line 165
παρθένε Περσεφόνεια, σὺ δ' οὐ γάμον εὗρες ἀλύξαι,
ἀλλὰ δρακοντείοισιν ἐνυμφεύθης ὑμεναίοις,
Ζεὺς ὅτε πουλυέλικτος ἀμειβομένοιο προσώπου
νυμφίος ἱμερόεντι δράκων κυκλούμενος ὁλκῷ
εἰς μυχὸν ὀρφναίοιο διέστιχε παρθενεῶνος,
σείων δαυλὰ γένεια· παρισταμένων δὲ θυρέτρῳ
εὔνασεν ἰσοτύπων πεφοβημένον ὄμμα δρακόντων ....
καὶ γαμίαις γενύεσσι δέμας λιχμάζετο κούρης
μείλιχος. αἰθερίων δὲ δρακοντείων ὑμεναίων
Περσεφόνης γονόεντι τόκῳ κυμαίνετο γαστήρ,
Ζαγρέα γειναμένη, κερόεν βρέφος, ὃς Διὸς ἕδρης
μοῦνος ἐπουρανίης ἐπεβήσατο, χειρὶ δὲ βαιῇ
ἀστεροπὴν ἐλέλιζε· νεηγενέος δὲ φορῆος
νηπιάχοις παλάμῃσιν ἐλαφρίζοντο κεραυνοί.
οὐδὲ Διὸς θρόνον εἶχεν ἐπὶ χρόνον· ἀλλά ἑ γύψῳ
κερδαλέῃ χρισθέντες ἐπίκλοπα κύκλα προσώπου
δαίμονος ἀστόργοιο χόλῳ βαρυμήνιος Ἥρης
Ταρταρίῃ Τιτῆνες ἐδηλήσαντο μαχαίρῃ
ἀντιτύπῳ νόθον εἶδος ὀπιπεύοντα κατόπτρῳ.
ἔνθα διχαζομένων μελέων Τιτῆνι σιδήρῳ
τέρμα βίου Διόνυσος ἔχων παλινάγρετον ἀρχὴν
ἀλλοφυὴς μορφοῦτο πολυσπερὲς εἶδος ἀμείβων,
πῇ μὲν ἅτε Κρονίδης δόλιος νέος αἰγίδα σείων,
πῇ δὲ γέρων βαρύγουνος ἅτε Κρόνος ὄμβρον ἰάλλων·
ἄλλοτε ποικιλόμορφον ἔην βρέφος, ἄλλοτε κούρῳ
εἴκελος οἰστρηθέντι, νέον δέ οἱ ἄνθος ἰούλων
ἀκροκελαινιόωντα κατέγραφε κύκλα προσώπου·
πῇ δὲ χόλῳ δασπλῆτι λέων μιμηλὸς ἰάλλων
φρικαλέον βρύχημα σεσηρότι μαίνετο λαιμῷ,
ὀρθώσας πυκινῇσι κατάσκιον αὐχένα χαίταις,
ἀμφελελιζομένῃ λασιότριχος ὑψόθι νώτου
αὐτομάτῃ μάστιγι περιστίζων δέμας οὐρῇ.
ἔνθα λεοντείοιο λιπὼν ἴνδαλμα προσώπου
ὑψιλόφῳ χρεμετισμὸν ὁμοίιον ἔβρεμεν ἵππῳ
ἄζυγι, γαῦρον ὀδόντα μετοχμάζοντι χαλινοῦ,
καὶ πολιῷ λεύκαινε περιτρίβων γένυν ἀφρῷ·
ἄλλοτε ῥοιζήεντα χέων συριγμὸν ὑπήνης
ἀμφιλαφὴς φολίδεσσι δράκων ἐλέλικτο κεράστης,
γλῶσσαν ἔχων προβλῆτα κεχηνότος ἀνθερεῶνος,
καὶ βλοσυρῷ Τιτῆνος ἐπεσκίρτησε καρήνῳ
ὅρμον ἐχιδνήεντα περίπλοκον αὐχένι δήσας·
καὶ δέμας ἑρπηστῆρος ἀειδίνητον ἐάσσας
τίγρις ἔην, στίξας δέμας αἰόλον· ἄλλοτε ταύρῳ
ἰσοφυής, στομάτων δὲ νόθον μυκηθμὸν ἰάλλων
θηγαλέῃ Τιτῆνας ἀνεστυφέλιξε κεραίῃ.
καὶ ψυχῆς προμάχιζεν, ἕως ζηλήμονι λαιμῷ
τρηχαλέον μύκημα δι' ἠέρος ἔβρεμεν Ἥρη,
μητρυιὴ βαρύμηνις, ἰσοφθόγγῳ δὲ θεαίνῃ
αἰθέριον κελάδημα πύλαι κανάχιζον Ὀλύμπου,
καὶ θρασὺς ὤκλασε ταῦρος· ἀμοιβαίῃ δὲ φονῆες
ταυροφυῆ Διόνυσον ἐμιστύλλοντο μαχαίρῃ….
Παρθένα, Περσεφόνη, εσύ δεν μπόρεσες ν' αποφυγείς το γάμο,
αλλά παντρεύτηκες με δρακόντειο γάμο,
όταν ο Δίας ο πολυμήχανος αλλάζοντας όψη σα δράκοντας εραστής,
αναδιπλώνοντας με πόθο την ουρά του, μπήκε στο βάθος του σκοτεινού παρθενικού θαλάμου σείοντας τα πυκνά γένια του.
Αφού υπνώτισε τους όμοιους παραστάτες της πύλης,
με σαγόνια όλο πόθο έγλειφε το κορμί της γλυκιάς κόρης.
Από το γάμο με τον ουράνιο δράκοντα,
φούσκωσε η κοιλιά της Περσεφόνης
με καρπερή γέννα γέννησε το Ζαγρέα,
βρέφος με κέρατα, που μόνος στου Δία ανέβηκε τον ουράνιο θρόνο.
Με το μικρό χέρι του κουνούσε την αστραπή,
αν και νεογέννητο βρέφος,
σήκωνε με τα νηπιακά του χέρια τους κεραυνούς.
Ούτε πολύ χρόνο κάθισε στο θρόνο του Δία.
Οι Τιτάνες τον κατάσφαξαν μ' ένα μαχαίρι από τα Τάρταρα
Ενώ κοίταζε το ψεύτικη μορφή του σε αντικρινό κάτοπτρο,
αφού τον έχρισαν με δολερό γυψο
και μασκάρεψαν τα πρόσωπά τους,
από την άσπλαχνη οργή της της οργισμένης θεάς Ήρας.
Όταν διχάστηκαν τα μέλη του από το μαχαίρι των Τιτάνων,
μετά το θάνατο του, ξαναγεννήθηκε ως ο Διόνυσος
παίρνοντας άλλη μορφή, ενώ έπαιρνε συχνά πολλές μορφές.
Πότε σαν νέος πανούργος Δίας, που έσειε την αιγίδα του,
πότε σα γέρος Κρόνος με βαρύ βάδισμα, που έφερνε τη βροχή.
Αλλοτε ήταν βρέφος με ποικίλες μορφές, άλλοτε όμοιος με ζωηρό κούρο,
του οποίου το πρόσωπο είχε μόλις μαυρίσει από τα νεοανθισμένα γένια.
Αλλοτε όμοιος με λιοντάρι που επιτίθονταν
με φοβερή οργή έβγαζε φρικτό βρυχηθμό από το λαιμό του,
όρθωνε τον αυχένα του, που το σκίαζε πυκνή χαίτη, ενώ στη δασύτριχη ράχη του αμφιταλαντευόταν η ουρά, χτυπώντας το σώμα σαν αυτόματο μαστίγιο.
Έπειτα, παρατώντας το λιονταρίσιο ομοίωμα του προσώπου,
χλιμίντριζε όμοια με άλογο περήφανο, ανυπότακτο,
που του υποτάσσουν το γαύρο δόντι στο χαλινάρι και γεμίζει με λευκούς αφρούς το σαγόνι του, καθώς τρίβεται με το λουρί. Αλλοτε χύνοντας δυνατό σφύριγμα από τα σαγόνια, σα δράκοντας με κέρατα καλυμμένος με φολίδες, κινούνταν, προβάλλοντας τη γλώσσα του από το ανοιχτό του στόμα και πηδούσε πάνω στο βλοσυρό κεφάλι του Τιτάνα τυλίγοντας με το περίπλοκο φιδίσιο σχοινί τον αυχένα. Και αφήνοντας το αεικίνητο κορμί, που έρπει, γινόταν τίγρης, με κατάστικτο το δέρμα. Αλλοτε όμοιος με ταύρο, βγάζοντας ψεύτικο μούγκρισμα από το στόμα,
τρυπούσε τους Τιτάνες με μυτερά κέρατα. Και με την ψυχή του μπροστά ορμούσε, μέχρι που ακούστηκε τρομαχτικό μούγκρισ|αα από το φθονερό λαιμό της Ήρας, της οργισμένης μητριάς και έκαναν πάταγο με ουράνιο ήχο, ισοδύναμο της θξάς, οι Ολύμπιες πύλες και ο θρασύς ταύρος κούρνιασε. Με διαδοχικές μαχαιριές κομμάτιασαν με το μαχαίρι τον ταυρόμορφο Διονυσο….
συνεχίζετε ....