Αρκτεία είναι ένα πανελλήνιο έθιμο και ένας θεσμός άμεσα
συνδεδεμένος με τη λατρεία της Αρτέμιδος, επιτελούμενο σε πολλά ιερά της. Στην
Λήμνο, στην Μουνιχία και στην πόλη των Αθηνών επάνω στην Ακρόπολη – μετά την
καταστροφή του ιερού της Βραυρώνας- στην Αρκαδία (Στύμφαλο, Μαντινεία,
Ορχομενό, Ηραία Μέθυδρο, Σπάρτη, Άργος- Αρκαδία εν γένει) στην Θράκη καθώς έχουν
βρεθεί νομίσματα και επιγραφές που παραπέμπουν στην Ταυροπόλο Αρτέμιδα ( καθώς και
ο Ταύρος θεωρείται ιερό ζώο της Αρτέμιδος μαζί με την Άρκτο), στην Αμφίπολη της
Θράκης και στην Παιονία γενικότερα καθώς εκεί η γυναίκες θυσίαζαν στην Αρτέμιδα Βασιλείαν, στην Μακεδονία στην Κυρήνη, στην Λήμνο και
στην Ίμβρο, στη Θεσσαλία, στην Ταυρίδα, την Καππαδοκία, Λυδία, Έφεσο Συρία κλπ
Στην Κρήτη καθώς στο Ακρωτήρι
των Χανίων υπάρχει η Σπηλιά της Άρκτου,
σπηλιά της Παναγίας, η Παναγία η Αρκουδιώτισσα ή Aρκουδόσπηλιος Εκεί υπάρχει ο τοπικός μύθος για μια ιερή
άρκτο και την θεά προστάτιδα της νεότητας που λατρευόταν από την προ-δωρική
εποχή. Οι πελασγοί έφεραν μαζί τους την λατρεία της Άρκτου και την διέδωσαν
μέχρι την Κρήτη. Εκεί και το ξόανό της θεάς που λατρευόταν ιδιαιτέρως με το
ιερό της ζώο. Από τις επιγραφές, που έχουν βρεθεί στο εσωτερικό του
Αρκουδόσπηλιου, θεωρείται ότι αποτελούσε χώρο λατρείας του Απόλλωνα και της
Αρτέμιδος.
Υπενθυμίζω ότι στην Μινωική Κρήτη
δεν υπάρχουν ναοί για την λατρεία των θεών. Λατρευτικοί τόποι είναι τόποι από
την φύση τους κατάλληλοι σύμφωνα με την αντίληψη των Κρητών της εποχής. Σπηλιές
και βουνοκορφές είναι οι συνηθέστεροι τόποι λατρείας καθώς και μικρά σπιτικά
ιερά.
Τόσο στις σπηλιές όσο και
στις βουνοκορφές βρέθηκαν αναθήματα και τάματα που οι πιστοί πηγαίνουν στην
Θεά. Τα αναθήματα είναι ομοιώματα ζώων και δέντρων ομοιώματα ανθρώπων η
ομοιώματα ανθρώπινων μελών καθώς και φορέματα.
Στους λατρευτικούς χώρους
υπάρχουν και κάποια μικρά δωματιάκια με πεσσό, έναν τετράγωνο στύλο καταμεσής,
τους πεσσούς αυτούς περιέβαλαν συνήθως γούρνες για την προσφορά και τις
σπονδές των τελετουργικών υγρών (μέλι,
γάλα, κρασί κλπ)
Άλλοτε υπάρχουν και κίονες ή
τρικίονα ιερά. Τρις κίονες πάνω τις κρύπτες όπως στο ανάκτορο της Κνωσού, ενώ
υπάρχουν και κάποιες ιερές δεξαμενές ή καθαρτήριοι χώροι.
Τα τοπωνυμία με τα οποία
λατρεύεται η θεά σχετίζονται με τις ιδιότητές της ως Κουροτρόφου, προστάτιδας
της παιδικής ηλικίας, και του τοκετού. Μερικά απ΄ αυτά είναι τα: Βοηθός- σε επιγραφή στη Βέροια, Λοχεία
στην Μακεδονία και στην Φθιώτιδα, Πέργαμο, Ειλείθυια,
Σώτειρα στο Δίον, Βενδίς (Άρτεμις Βενδίδα ) στη Θράκη ως προστάτιδα της βλάστησης.
Η θεά ούτως η άλλως είναι η
Θεά προστάτιδα του τοκετού και προστάτης της παιδικής ηλικίας, είναι
κουροτρόφος, παιδοτρόφος, φιλομείραξ, και ταυτόχρονα προστάτιδα του γάμου και
κυρίως της φροντίδας για έναν αίσιο τοκετό και για ευγονία που θα εξασφάλιζε
την συνέχεια του γένους.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε και την
Θεά του κυνηγιού που ήδη από τον Όμηρο αποκαλείται Πότνια Θηρών/Θυρών. Ένας
γονιμικός χαρακτήρας της Θεάς που συνλατρεύεται μαζί με τις χθόνιες θεότητες
και την Δήμητρα. Ας μην ξεχνάμε ότι η Μεγάλη μητέρα Θεά είναι η θεά που
απεικονίζεται ως :
Των ορέων
Του κυνηγιού
Της Θάλασσας
Των φιδιών
Των περιστεριών
Κουροτρόφος
Πολεμική
Ιδιότητες που την
απεικονίζουν με μορφές της ίδιας θηλυκής θεάς, και της δίδουν διαφορετικά
ονόματα για κάθε μια από τις ποικίλες μορφές της. Φέρει ιδιότητες και ταυτίστηκε με τις
παλαιότερες θέες της φύσης και τελικά τις αφομοίωσε κληρονομώντας τους ρόλους
και τα χαρακτηριστικά τους.
Ας μην ξεχνούμε επίσης ότι
στην Κρήτη η θεά φέρει τα ονόματα της Δίκτυννας
εκ της οροσειρά του Όρους Δίκτης και εκ των διχτυών, Βριτόμαρτις η γλυκιά
παρθένος, Καλλίχορην και Ανθεία, και με
την Ειλείθυια, από το ελεύθω+υιός, δηλαδή μαμμή, και άρα τη θεά
του τοκετού, ως Καλλιστώ (Άρτεμις Καλλίστη στην Αρκαδία) ως Αγροτέρα, ενώ στην Έφεσο
είναι η θεά μητέρα, θεά τροφός, θεά της γονιμότητας ή θεά με τους πολλούς
μαστούς. Τα σχετικά με τους ιερείς της Μεγάβυζους, Εσσήνες κλπ τα είδαμε σε
προηγούμενα κείμενα
Η θεά ως Παρθένος φέρει το
προσωνύμιο Αγνή και αυτό ετυμολογεί
και το όνομά της ως Άρτεμις δια το
αρτεμές -
Plato Phil., Cratylus
Stephanus page 406, section b, line 2
Stephanus page 406, section b, line 2
Ἄρτεμις” δὲ <διὰ>
τὸ <ἀρτεμὲς> φαίνεται καὶ τὸ κόσμιον, διὰ τὴν τῆς παρθενίας
ἐπιθυμίαν· ἴσως δὲ <ἀρετῆς ἵστορα> τὴν θεὸν ἐκάλεσεν ὁ
καλέσας, τάχα δ' ἂν καὶ ὡς
τὸν <ἄροτον μισησάσης> τὸν
ἀνδρὸς ἐν γυναικί· ἢ διὰ
τούτων τι ἢ διὰ πάντα ταῦτα τὸ
ὄνομα τοῦτο ὁ τιθέμενος ἔθετο
τῇ θεῷ.
Η Άρτεμις φαίνεται ότι
σημαίνει την ακεραιότητα (αρτεμές) και την αξιοπρέπεια, γιατί αγαπά την
παρθενία. Ίσως όμως γνώστη της αρετής (αρετής ίστορα) ονόμασε την θεά ο
δημιουργός του ονόματος, και ίσως γιατί μίσησε τη γονιμοποίηση (άροτον
μισησάσης ) της γυναίκας από τον άνδρα. Ή για κάποιαν απ΄ αυτές τις αιτίες ή
και για όλες μαζί δόθηκε το όνομα στη θεά απ΄ εκείνον που το έδωσε στη θεά.
Artemidorus Onir., Onirocriticon
Book 2, chapter 35, line 14
Book 2, chapter 35, line 14
Ἄρτεμις τοῖς φοβουμένοις ἀγαθή· διὰ γὰρ τὸ ἀρτεμές,
ὅπερ ἐστὶν ὑγιές, ἀφόβους αὐτοὺς διαφυλάττει. καὶ γυναιξὶ
τικτούσαις ἀγαθὴ ἡ θεός· Λοχεία γὰρ καλεῖται. κυνηγοῖς
δὲ μάλιστα συμφέρει διὰ τὴν
Ἀγροτέραν καὶ ἁλιεῦσι διὰ
τὴν Λιμνᾶτιν. δραπέτας δὲ καὶ
τὰ ἀπολλύμενά φησιν
εὑρεθήσεσθαι· οὐδὲν γὰρ τὴν
θεὸν διαφεύγει. ἀεὶ δὲ ἡ
μὲν Ἀγροτέρα καὶ Ἐλαφηβόλος
πρὸς πράξεις ἐπιτηδειοτέρα
τῆς κατὰ ἄλλον τρόπον
δεδημιουργημένης· τοῖς δὲ <τὸν>
σεμνότερον ἐπανῃρημένοις βίον
ἡ κατεσταλμένη τῷ σχή-
ματι ἀμείνων, οἷον ἡ Ἐφεσία
καὶ ἡ Περγαία καὶ ἡ λεγο-
μένη παρὰ Λυκίοις Ἐλευθέρα.
οὐδὲν <δὲ> διαφέρει τὴν
θεὸν ἰδεῖν ὁποίαν ὑπειλήφαμεν
ἢ ἄγαλμα αὐτῆς· ἐάν τε
γὰρ σάρκινοι οἱ θεοὶ
φαίνωνται ἐάν τε ὡς ἀγάλματα ἐξ
ὕλης πεποιημένα, τὸν αὐτὸν
ἔχουσι λόγον. θᾶττον δὲ καὶ τὰ
ἀγαθὰ καὶ τὰ κακὰ σημαίνουσιν
αὐτοὶ οἱ θεοὶ ὁρώμενοι
ἤπερ τὰ ἀγάλματα αὐτῶν.
Ἄρτεμιν γυμνὴν ἰδεῖν κατὰ
πάντα τρόπον οὐδενὶ συμφέρει.
Hesychius Lexicogr., Lexicon (Α – Ο)
Alphabetic letter alpha, entry 7486, line 1
Alphabetic letter alpha, entry 7486, line 1
*<ἀρτεμές>· ὑγιές S
*<ἀρτεμέα>· ὑγιᾶ S ὑγιῆ
(Ε 515) AS
<ἀρτεμέοντα>·
ὑγιαίνοντα. ἰσχύοντα
<ἀρταλέονται>·
ὁπλίζονται
<Ἄρτεμι Σαμορνίη>· ἡ
Ἔφεσος <Σάμορνα> καλεῖται. οἷον οὖν
Ἐφεσία
<Ἀρτεμισία>· βοτάνη
<ἀρτεμῆ>· σῶον. ὑγιᾶ.
σώφρονα
Ο Δίας φέρει και το όνομα του
Βελχανού ή Υάκινθου και η γέννηση του στο σπήλαιο της Ίδης δεν αντηχεί τίποτα άλλο από το πνεύμα της γονιμότητας
την καινούργια ζωή που αρχίζει την άνοιξη… Υπάρχει και ο μύθος όπου σε μια
ορισμένη εποχή κάθε χρόνο ξεπεταγόταν μια φωτιά από αυτή τη σπηλιά όταν έβραζε
το αίμα από την γέννηση του Διός. Αυτό το παιδί είναι ο ενιαύσιος θεός ή ο
ενιαύσιος δαίμων. Κάτι ανάλογο θα βρούμε και στην Ελευσίνα. Λέγεται ότι ο
ιεροφάντης - φώναζε την ιερή φράση «ιερόν έτεκεν ποτνια κούρον βριμώ βριμόν»
Η κραταιή η δυνατή θεά γέννησε ένα δυνατό και κραταιό υιό. Ας μην ξεχνάμε ότι ο
Δίας στην Κρήτη φέρει και την επωνυμία του Μέγιστου Κούρου
862 Hippol. Haer. 5. 8.
40 (p. 96 Wendland, p. 163 Marcovich)
ὁ δὲ στάχυς οὗτός ἐστι καὶ παρὰ Ἀθηναίοις ὁ παρὰ τοῦ ἀχαρακτηρίστου φωστὴρ τέλειος μέγας, καθάπερ αὐτὸς ὁ ἱεροφάντης, οὐκ ἀποκεκομμένος μὲν ὡς ὁ Ἄττις, εὐνουχισμένος δὲ διὰ κωνείου καὶ πᾶσαν ἀπηρτημένος τὴν σαρκικὴν γένεσιν, νυκτὸς ἐν Ἐλευσῖνι ὑπὸ πολλῷ πυρὶ τελῶν τὰ μεγάλα καὶ ἄρρητα μυστήρια βοᾷ καὶ κέκραγε λέγων·
ἱερὸν ἔτεκε Πότνια Κοῦρον Βριμὼ Βριμόν,
τούτεστιν ἰσχυρὰ ἰσχυρόν.
O Στράβων, από την άλλη, εκφράζοντας μια διαφορετική άποψη,
αναφέρει ότι
το όνομα Άρτεμις οφείλεται στην ιδιότητα της θεάς να κάνει τους ανθρώπους υγιείς και αρτιμελείς. Τέλος, σε
εντελώς διαφορετικούς δρόμους μας οδηγούν οι σχολιαστές του Λυκόφρονος, οι
οποίοι ισχυρίζονται ότι ο «ἄρταμος» είναι ο
σφαγεύς και το ρήμα «ἀρταμέω» σημαίνει σφάζω και κατακρεουργώ, τεμαχίζω κλπ
Scholia In Aeschylum, Scholia in Prometheum vinctum (scholia recentiora
Thomae Magistri et Demetrii Triclinii) (e cod. Neapol. II.F.31)
Hypothesis-verse of play 1022, line 6
Hypothesis-verse of play 1022, line 6
ἄρταμος δέ ἐστι
κυρίως ὁ δαιτρὸς ὁ τὰ ἄρτια καὶ ὁλόκληρα τέμνων, καὶ ἀπὸ τούτου διαρταμέω
διαρταμῶ τὸ τέμνω καὶ
κατακόπτω.
ἄρτᾰμος, ὁ,
butcher, cook, X.Cyr.2.2.4, Epicr.6, IG14.643; βοός Orac. ap. Phleg.10.39.
metaph., murderer, S.Fr.1025, Lyc.236, 797. (For ἀρτι-ταμος, = ὁ εἰς ἄρτια τέμνων, acc. to Eust.577.45.)
Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 250, line 45
Kallierges page 250, line 45
<Δαίω>: Σημαίνει
τέσσαρα· τὸ μανθάνω, ἐξ οὗ
καὶ ἐδάην, τὸ ἔμαθον· δαίω,
τὸ μερίζω, ἐξ οὗ καὶ δαι-
τρὸς, ὁ μάγειρος· δαίω, τὸ
εὐωχοῦμαι, ἐξ οὗ καὶ δαὶς
δαιτὸς, ἡ εὐωχία· καὶ
δαιτυμόνες, οἱ φίλοι· δαίω, τὸ
καίω, ἐξ οὗ καὶ δᾷδες, αἱ
καιόμεναι· ἡ δὲ εὐθεῖα, δᾲς
δᾳδός. Καίω, καὶ τροπῇ τοῦ κ
εἰς δ, δαίω. Ἢ
ἀπὸ τοῦ αἴθω, τροπῇ καὶ
ὑπερθέσει.
Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 252, line 1
Kallierges page 252, line 1
<Δαιτρός>: Παρὰ τὸ δαίω, τὸ μερίζω καὶ κόπτω,
γίνεται δαιτρὸς, μεριστὴς,
μάγειρος, ὁ μερίζων τὰ
κρέατα· ἐξ οὗ καὶ
<δαιτρεύω>, τὸ μερίζω. Καὶ <δαι-
τρὸς>, μεριστής· καὶ
<δαιτροπόνος>, σιτοποιός.
<Δαιτὸς ἐΐσης>:
Τῆς ἐξ ἴσου μεριζομένης εὐω-
χίας καὶ τροφῆς. Οὕτω γὰρ
εἱστιῶντο μεριζόμενοι
τά τε βρώματα καὶ τὸν ποτόν.
Pseudo-Zonaras
Lexicogr., Lexicon
Alphabetic letter alpha, page 292, line 20
Alphabetic letter alpha, page 292, line 20
<Ἄρταμος>. ὁ μάγειρος.
παρὰ τὸ διαρτάσαι, ὅ
ἐστι μερίσαι ἢ
συναρμόσαι.
Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol.,
Lexicon (Α – Δ)
Alphabetic letter alpha, entry 2886, line 1
Alphabetic letter alpha, entry 2886, line 1
<Ἄρταμος>· κρεουργός,
μάγειρος. τάττει αὐτὸ Σοφοκλῆς καὶ
ἐπὶ τοῦ φονέως (fr. 921 N.2
= 1025 R.).
Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Iliadem
Volume 2, page 139, line 7
Volume 2, page 139, line 7
Τὸ δὲ ἀρτεμέα ἀντὶ
τοῦ ὑγιῆ, οἱονεὶ ἀτεμέα τινὰ καὶ σῷον, ἢ ἄρτιον. ὅθεν καὶ Ἄρτεμις, φασίν, ἡ
περιποιουμένη ὑγείαν, ὡς καὶ Ἀπόλλων οὔλιος ὁ ποιῶν οὔλειν ἤτοι ὑγιαίνειν
κατὰ τὸ «οὖλέ τε καὶ μέγα χαῖρε». Ἄρταμος μέντοι ἐν δυσὶν ἄλφα ὁ εἰς ἄρτια
τέμνων καὶ δαιτρεύων, ὅς ἐστι κρεουργός, μάγειρος, φονεύς, οὗ ἡ χρῆσις καὶ
παρὰ Λυκόφρονι. (v. 514 – 8)
Etymologicum Genuinum, Etymologicum genuinum (ἀνάβλησις – βώτορες)
Alphabetic letter alpha, entry 1238, line 6
Alphabetic letter alpha, entry 1238, line 6
<Ἀρτεμής> (Ε 515, Η
308)·
ὡς εἶδεν ζωόν τε
καὶ ἀρτεμέα προσιόντα,
σημαίνει δὲ τὸν ὑγιῆ· ἔστι δὲ
παρὰ τὸ ἀτρεμής, καὶ καθ' ὑπέρθεσιν
ἀρτεμής. οὕτως Φιλόξενος (fr.
448). Ἡρωδιανὸς δὲ ἐν τῷ Ὑπο-
μνήματι τοῦ Περὶ παθῶν
Διδύμου (II 291, 13, nunc ad II 389
referendus locus) φησίν,
<ὅτι> ἀτεμής ἐστιν ὁ ὑγιὴς καὶ μὴ τε-
τμημένος· καὶ πλεονασμῷ τοῦ
<ρ> ἀρτεμής AB, Sym. 1424, EM
1874, Eust. 577, 43; 1732,
27. *Orio.
<Ἄρτεμις>· ἡ θεός· ἀπὸ τοῦ ἀρτεμῆ ποιεῖν
<***>· λέγεται
γὰρ ἡ θεὸς ἀναιρετικὴ τῶν
γυναικῶν, ὡς καὶ Ὅμηρος (λ 171 – 172)·
τίς νύ σε κὴρ
ἐδάμασσε τανηλεγέος θανάτοιο;
ἢ δολιχὴ νοῦσος,
ἢ Ἄρτεμις ἰοχέαιρα.
ἢ <ἀπὸ τοῦ> ἀρτεμής, ὃ
σημαίνει τὸν ὑγιῆ,
γέγονε παρωνύμως
Ἄρτεμις, τουτέστιν ἡ ὑγιὴς
καὶ ἀνεπίληπτος διὰ τὴν παρθενίαν·
παρθένος γὰρ καὶ φιλοσώφρων.
ἢ ὅτι ἄρτια καὶ τέλεια καὶ ἀνελλιπῆ
ἐποίησε τὰ κατὰ κόσμον
φανεῖσα AB, Sym, 1425, EM 1875, Eust.
577, 43; 1732, 28. *Orio?
Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 150, line 1
Kallierges page 150, line 1
<Ἄρταμος>: Ὁ μάγειρος·
ἦ γὰρ βέβηκε χεῖρας ἀρτάμων φυγών.
Παρὰ τὸ διαρτάσαι, ὅ ἐστι
μερίσαι ἢ συναρμόσαι.
Αἰσχύλος,
Τοσαῦτα κήρυξ ἐξ ἐμοῦ
διάρτασον.
Ἄρταμος οὖν, ὁ διαρτῶν τὰ
κρέα· καὶ <ἀρταμῆσαι>,
κρεανομῆσαι.
<Ἀρτάνη>: Ἡ ἐκ
τῶν καλωδίων ἀγχόνη· Σοφο-
κλῆς δὲ ἐπὶ δεσμοῦ ἐν
Ἀντιγόνῃ,
Πλεκταῖσιν ἀρτάναισιν.
Ἀγχόναις.
<Ἀρτάβη>: Μέτρον
ἔστι Περσικὸν, Ἀττικὸς
μέδιμνος.
Διαρταμέω – κατακομματιάζω,
λιανίζω, ξεσχίζω
συνεχίζεται...
1 σχόλιο:
ΑΝΑΖΗΤΗΤΗΣ
Ατάργα , αφού σε ευχαριστήσω για τις πάντα πολύτιμες πληροφορίες που μας μεταφέρεις , θα ήθελα να σου ζητήσω να συνεχίσεις όποτε εσύ θέλεις με την αποκωδικοποίηση της έννοιας της «ΑΡΤΑΝΗΣ». Εύχομαι Καλή Ανάσταση.
Δημοσίευση σχολίου