14 Μαΐου 2011

Πύθωνος: δαιμονίου μαντικοῦ

Στα προηγούμενα  κειμενα είδαμε την σύνδεση του Απόλλωνα με τον Ιάσωνα Απόλλων= Ιάσων = 1061 καθώς και την σύνδεση του Πελία με τον φερόμενο πατέρα του Ποσειδώνα και το σημάδεμά του από τον ίππο κατά την βρεφική/παιδική του ηλικία.

ΙΑΣΩΝ = 1061 = ΑΙΣΩΝ = ΙΩΝΑΣ =  ΑΠΟΛΛΩΝ κλπ

Η σύνδεση του Πελια με την έννοια του μαύρος και μπλαβός, μπλαβισμένος, μαυροκίτρινος, μαύρος, μαυρισμένος όπως ο μώλωπας, μωλωπισμένος δηλαδή.

Και Πελλός ό φαιός, ο γκρίζος, ο λευκόφαιος, ο τεφρός, μελανός, μελανόχρους, μολυβής,

Πολιός ο ασπρομάλλης, ή καλύτερα ο γκριζομάλλης, ο ψαρός, ο γκρίζος, ο γεροντικός, ο παλιός, ο αρχαίος, ο γέροντας και Πολιά τα γηρατειά.

Όμως ο ΠΕΛΙΑΣ δεν είναι παρά η αρσενική γραφή της λέξεως ΠΕΛΙΑΣ  ή ΠΕΛΕΙΑΣ όπου πελιάς η πελειάς η άγρια περιστερά.  Άλλη ερμηνεία της λέξεως πελιδνός,  μαυρισμένη  ή πανιασμένη ή χλωμή…

Ο Ιάσων έχει δωθεί στον Χείρωνα να μάθει ιατρική και την βασιλεία του πατρός του Αίσονος την κρατεί και άρχει ο αδερφός του Πελίας έως ότου επιστρέψει ο Ιάσων από την μαθητεία του.

Ο Πελίας, θειος του Ιάσωνα και αδερφός του Αίσωνα. Η έννοια της λέξης  Πελίας στα λεξικά μας δίνεται συνδεδεμένη και με την έννοια του Πελιός του Πελλός, ο Πολιός, Πελιούς, Πελιάς, Πελείους  και συνδέετε με το σκοτεινό χρώμα όπως και με την έννοια της Νούσους-Νόσου και του Νούσου = ασθενή.

Στους Θεσπρωτούς και τους Μολοσσούς τις γερόντισσες πελίας και τους γέροντες Πελιούς ονομάζουν, καθώς και στους Μακεδόνες. Και ίσως να μην ήταν πτηνά οι θρυλούμενες Πελειάδες/Πλειάδες αλλά τρεις ηλικιωμένες/γριές  γυναίκες που φρόντιζαν το ιερό (της Δωδώνης). Ομοια και στο δεύτερο κείμενο έχουμε την ίδια ιδέα και σκέψη ότι οι Πελειάδες της Δωδωνιαίας Βελανιδιά  ίσως ήταν ηλικιωμένες γυναίκες Ιέρειες.
Όμως ακόμα και η έννοια της Δρυός ούτως ή αλλιώς δηλώνει εκτός από το δέντρο και το γέροντα συνήθως σε ηλικία.

Πελλάνιος ο Ποσειδώνας, όπου ο Ποσειδών φαίνεται στα κείμενα ως πατέρας του Πελία  και Πέλλας ο γέροντας

Όμως Π-ΕΛ-ΟΨ μπορεί να είναι και ο άφωνος, ο άλαλος  και ο βουβός όμως. ΟΨ μπορεί να είναι και η όψη το βλέμμα και ο οφθαλμός. Κάποιος που στην ουσία δεν μπορεί να δεχτεί το πύρ/ ηλιακό φώς

Όμως εκτός από το Πυρ και την Περιστροφή ο Π-ΕΛοψ- ΙΑΣ
Μπορεί να είναι ένας Π - ΕΛΟΨ  δηλαδή εκ του Φωτός ή εκ της Περιστροφής κάποιος που έμεινε άφωνος ή άλαλος, ή τυφλός.  Ή κάποιος Π-ΕΛΟΣ  όπου έλος = ο βάλτος, ο βούρκος, ο βόρβορος, το τέλμα, ο βουρκότοπος, σαπισμένος ή βαλτωμένος εντός του.
Η έννοια του Πελοψ χρησιμοποιείται στην συγκεκριμένη περίπτωση  γιατί μια εκ των θυγατέρων του Πελία φέρει το όνομα Πελοπία εκ του Πέλοψ ως κορη του έχει λάβει  χαρακτηριστικά του πατρός έτσι μπορεί κι ο Πελίας να είναι και ΠΕΛΟΨ.

Όμοια και η Πύθων αναλύοντας τα σωζόμενα κείμενα βλέπουμε ότι εχει παρόμοια χαρακτηριστικά κοινα θα λέγαμε με την εννοια του βούρκου και της σαπίλας/σήψης κλπ.

Της εχει δοθεί ονομα γυναικείο αυτό της Δελφύνης και της δράκαινας/δράκοντα.

Ο Αθ. Σταγειριτης στην Ωγυγία του και συγκεκριμένα στον 4ο τόμο στο κεφάλαιο β’ «Περί του Κρηθέως και των απογόνων αυτού, Αίσονος, Ιάσονος και των τέκνων τούτου» δηλώνει ότι : Ο μεν Κρηθεύς υιός του Αιόλου εκτισεν την Ιωλκόν, και βασιλευεν εκεί. Ιωλκός όμως ωνομάσθη υστερον από του Ιωλκου υιού του Αμύρου, αφ’ ωνομάζετο το Αμυρικόν πεδίον της Λαρίσσης. Ο δε αδελφός αυτού Σίσυφος επεμψε την θυγατέρα αυτού Τυρώ, να ανατρεφηται εκεί, και γένησσεν εξ αυτής ο Κρηθεύς δύο υιούς, τον Πελιαν και Νηλέαν, επειτα ειπεν ότι εγέννησεν αυτούς εκ του Ποσειδώνος. Τέλος δε, ελαβεν αυτήν γυναίκα, και εγέννησεν άλλους τρείς υιούς, τον Αισονα, Αμυθάοντα, και Φέρητα, ώστε εγέννησε πέντε υιούς. Κατά τίνας δε ειχε και αλλην γυναίκα πρότερον Δημοδίκην, ή Βιαδίκην καλούμενην και εξ αυτής εγέννησε πρωτότοκον τον Αίσονα, ως φαίνεται, όμως εβασίλευσενν ο Πελίας, εναντίον του δικαιώματος της πρωτοτοκίας. Εγεννήθη δε ο Κρηθεύς το 1425 και ούτος εδιωξε του Πελασγούς εκ της Ιωλκού

Παρακάτω δίδονται κι αλλα στοιχεία για την καταγώγή και του Ιασονα  όπως η ύπαρξη αδερφού με το ονομα Πρόμαχος. Ο Πελιάς όμως υποπτεύομενος κατά την συνήθεια των τυράννων ήθελε να εξολοθρεύσει τον οίκον του Αισωνα. Κατεσφαξε έτσι νήπιον τον Προμαχο και λόγω του ότι υπήρχε χρησμός ότι ο Πελιας θα φονευθεί εκ των απογόνων του Αίολου δολοφονούσε τους Αιολίδας.

ΠΕΛΙΑΣ = 326 =  ΑΙΟΛΕΙΣ = ΑΙΟΛΙΔΑΣ

Οι γονείς του Ιάσονος παρασκεύασαν αυτόν ως νεκρόν, και τον εξέβαλον εκ της πόλεως  πενθούντες και κλαίγοντες και εκόμισαν αυτόν προς τον Χείρωνα. Ενθα ανατρεφόμενος εδιδάχθέι πάσας τα μαθήσεις και την ιατρικήν εις την οποιαν και επέδωσε πολύ, και για τούτο ωνομασεν αυτόν ο Χειρων Ιασονα παρα την Ιασην.

Ετσι εκτός από την μητριαρχική κοινωνία στα κειμενα βλέπουμε και την εκδίωξη των Αιολιδων ( εκ της γενιά του Αίολου διαδόχου/υιού του Ελληνος και αδερφού του Δώρου και Ξούθου, πατρός των Κρηθέα, Σίσυφου, Αθαμαντα, Σαλμωνέα, Δηιόνα, Μάγνητα, Περιήρην και Μίμαντα και 5 θυγατέρων Κανάκης, Αλκυόνης, Πειδιδίκης, Καλύκης και Πειρμήδη, Βασίλειον τους η Αιολία όπερ ην η Φθιώτις της Θεσσαλίας μεταξύ του Ασωπου και Ενιπέως ποταμού. ) από την Θεσσαλια και την Μαγνησία γενικότερα. )

Ο Ιάσων είναι  απογονος Αιολου δια μέσου του πατρός του Κρηθέα και παππού του Αιολου υιού του Ελληνος.

Οι διαμάχες έχουν να κάνουν όχι μονο με την καταγωγή Αιολιδων και Πελασγών αλλα και με την διαδοχή των νέων θεών στη θέση των παλαιοτέρων.

Μάχες όμως που προέρχονται και απο τα συστήματα της μητριαρχίας και της επιβολής πιά της πατριαρχίας.

Τα γυναικεία – μητρικά ιερά και μαντεία αντικαθίστανται από ιέρειες που λατρεύουν πιά όχι την μητέρα θεά- Θεμιδα αλλα τον Δία ή τον Ενυάλιο Δία =Ποσειδάωνα –Ποσειδώνα αλλα και τον υιό της Λητούς/Ληθούς και ταυτόχρονα  υιό του Διός. Είναι η διαμάχη ακομα και ανάμεσα σε  ιερά/μαντεία.

Η διαμάχη ανάμεσα στο μαντείο της  Δωδώνης με τις Πελείες –Μαύρες Περιστερές/ιέρειες του Διός και ανάμεσα στο Μαντείο της Μητέρας Θέας Δελφίνης-Θέμιδας/

Η Θεμις είναι μεγαλύτερη από τον Δία καθώς ανήκει στις παλιότερες θεότητες όπως η Ρέα και ο Κρόνος υπάρχει ένας μύθος που έλεγε ότι στη γέννηση του  Δία η Θέμιδα ήταν εκείνη που παρέλαβε το νεογέννητο και το εμπιστεύθηκε στην Αμάλθεια, στην Κρήτη, για να το μεγαλώσει. Αυτό όμως δεν εμπόδισε αργότερα τη Θέμιδα να γίνει και γυναίκα του στη συνέχεια. Πίστευαν πως η Θέμιδα ήταν η πρώτη σύζυγος του Δία και πως οδηγήθηκε μέσα σε χρυσό άρμα στις πηγές του Ουρανού και στους λαμπρούς δρόμους του Ολύμπου.

 

Αλλα και στην Δωδώνη ο ένας από τους τρεις αρχαιότερους ναούς του ιερού της Δωδώνης, που βρίσκονταν γύρω από την ιερή βελανιδιά του Δία, μαζί με την Ιερή Οικία και το ναό της Διώνης, ήταν αφιερωμένος στη Θέμιδα, σύζυγο του Δία, κόρη του Ουρανού και της Γης. Η λατρεία της, που ήταν αρκετά διαδεδομένη στην Ήπειρο, φαίνεται ότι συνέχισε τη λατρεία της προϊστορικής Μεγάλης Θεάς και ιδιαίτερα στη Δωδώνη είναι ευνόητη, γιατί σχετίζεται με τη λατρεία της Γης.

 Η ταύτιση του ναού έγινε με τη βοήθεια μιας μολύβδινης επιγραφής, που βρέθηκε στη στοά του βουλευτηρίου, και στην οποία αναφέρονται μαζί με το Δία, η Θέμις και η Διώνη ως «νάιοι θεοί», δηλαδή σύνοικοι και σύνναοι του Δία. Ήταν, επομένως, οι δύο θεές οι σπουδαιότερες μετά το Δία, πάρεδροι του θεού

Για τον Πύθων καθώς υποσχέθηκα συνέχεια λοιπον περνάμε παρακάτω στο κειμενο του Σταγειρίτη στην Ωγυγία :
«Ο δε Πύθων ήτον υιός της Δαιμογογρόνος, ή της Γής, ή εγεννήθη εκ του βορβόρου, όστις εμεινε μετά τον κατακλυσμόν του Δευκαλίωνος. Ητον δε δράκων μέγιστος και τερατωδέστατος, ώστε κείμενος μεν σπειρηδον, εσκέπαζεν ολόκληρα όρη, ιστάμενος δε, εφθανεν ή κορυφή αυτού εις τα άστρα. Κατέπινε και ποταμούς ολόκληρους. Εφώλευε τοίνυν εις τον Παρνασόν, και εχρησμοδότει εις το μαντείον των Δελφών.
Μαθών δε, οιτι η Λητώ ήτον έγκυος, και προβλέπων ότι ο Απόλλων μέλλει να λάβει το μαντείον, εδίωκεν αυτήν, ή η Ηρα εκινησεν αυτόν εις τούτο, ως ειρηται.
Κατ΄αλλους δε, ότε εχρησμοδότει εκει η Θέμις, ο Πύθων εφύλαττε το μαντείον. Ο δε Απόλλων φονευσεν αυτόν, και έλαβε το μαντείον. Κατ’ αλλους δε πληγωθείς ο Πύθων, έφυγε προς τα Τέμπη διωκόμενος υπο του Απόλλωνος, και απέθανεν εις τα Τέμπη, πριν έλθη ο Απόλλων εκεί. Ειχε δε υιόν, οστις ωνομάζετο Αιξ, και εκείνος έθαψεν αυτόν εκεί. Απ΄αυτού δε ωνομάσθησαν οι Δελφοί, ή το μαντείον Πυθών, Πυθώνος, και Πυθώ Πυθούς. Τίνες μεν ωνομάζον αυτόν αρσενικώς Δελφίνην από των Δελφών, αλλοι δε Δελφύνην, θηκυκώς, όθεν είναι αμφίβολον το γένος του Πύθωνος.
Τίνες μεν αλληγορούσιν αυτόν εις την μετά τον κατακλυσμόν σεσαπημένην και νοσώδη ύλην, υπο του πύθεσθαι το σήπεσθαι γενόμενον και ο ήλιος εξηρανεν αυτήν, όθεν είπον, ότι ετόξευσεν αυτόν ο Απόλλων.
Ιστορικώς δε λέγουσιν, ότι ήτον τις ληστής Πύθων τον οποίον ετιμώρησεν ο Αθηναίος Απόλλων. Κατ΄αλλους δε, ήτον τις δυνάστης εις την Εύβοιαν Κριός ονομαζόμενος, όστις είχεν υιόν Πύθωνα, ληστήν επίσημον και ισχυρόν.
Ούτος ουν στρατεύσας εις τους Δελφούς, ελεηλάτησεν το μαντείον, και όλον τον ναόν και πολλούς των πλουσίων. Επειδή δε εστράτευσε και δεύτερον, οι Δελφοί αντεστάθησαν, επικαλούμενοι και τον Απόλλωνα συνεργόν. Εφονευσαν τοίνυν αυτόν τότε και απέδωκαν εις τον Απόλλωνα την αιτίαν, όθεν η Φιμονόη προμάντις ούσα τότε, έχρησε τα εξής:΅Αγχου δε βαρύν ιον επ ανέρι Φοίβος αφήσει Σίντη –Παρνασσοίο, φόνου δε Κρήσιοι  άνδρες χείρα αγιστεύουσι, το δε κλέος ουποτ’ ολειται

Κατ΄αλλους συγγραφείς βεβαια η Θέμις είναι η πρώτη που εχει αναλάβει εκ της Μητρός της Γαιας το μαντείο χρησμοδοτεί και μετά παραδίδει τα ηνία στον Διονυσο με τον οποίο μοιράζετε το μαντείο ο Απόλλωνας.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)
Ode P hyp, scholion a, line 22

                             ετα ρχεται π τ μαντεον, ν
πρώτη Νξ χρησμδησεν, ετα Θέμις. Πύθωνος δ τότε
κυριεύσαντος το προφητικο τρίποδος, ν πρτος Διό-
νυσος θεμίστευσε, .


Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)
Ode P hyp, scholion a, line 25

                      ... κα ποκτείνας τν φιν τν Πύ-
θωνα
γωνίζεται τν Πυθικν γνα κατ βδόμην μέραν·

περον μέν, τι πεπειράθη τς μάχης τς πρς τ θηρίον·
αμβον δ δι τν λοιδορίαν τν γενομένην ατ πρ τς
μάχης· λέγεται γρ αμβίζειν τ λοιδορεν· δάκτυλον δ π
Διονύσου, τι πρτος οτος δοκε π το τρίποδος θεμι-
στεσαι· Κρητικν δ π Διός· μητρον δέ, τι Γς τ
μαντεόν στι· σύριγμα δ δι τν το φεως συριγμόν.

Αργότερα θα έχουμε παρόμοιες διαμάχες και ανάμεσα στα Ελληνικά αλλα και στα χριστιανικά ιερατεία.

Το χάρισμα της μαντείας, προφητείας, χρησμοδωσίας θα γίνει ελάττωμα και θα κυνηγηθεί από τις μορφές των  πατέρων της Χριστιανικής θρησκείας.

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Sacra parallela (recensiones secundum alphabeti litteras dispositae, quae tres libros conflant) (fragmenta e cod.
Volume 96, page 57, line 33

   
Παιδίσκη χουσα πνεμα Πύθωνος, παραπο-
ρευομένων ατν κραζεν, λέγουσα· Οτοι νθρωποι
δολοι το Θεο ψίστου εσίν· επεν δ Παλος·
Παραγγέλλω σοι ν τ νόματι ησο Χριστο,
ξελθε ξ ατς.

Το όνομα Πύθων θα νοείται συνώνυμο με τους εγκαστρίμυθους  ή τους εγγαστρίμαντηδες – εκείνους δηλαδή που μιλούν ή μαντεύουν από μέσα από την γαστέρα/ κοιλιά ή το στέρνο, αλλα και την μαντική τέχνη αλλα και με την Πυθώ και τους χρησμούς της και θα καταδικάζετε.

Suda, Lexicon
Alphabetic letter epsilon, entry 45, line 1

<γγαστρίμυθος:> γγαστρίμαντις· νν τινες Πύθωνα, Σοφο-
κλς δ στερνόμαντιν, Πλάτων φιλόσοφος Ερυκλέα π Ερυκλέ-
ους τοιούτου μάντεως.

Hesychius Lexicogr., Lexicon (ΠΩ)
Alphabetic letter pi, entry 4314, line 1

<γγαστρίμυθος>· τοτόν τινες γγαστρίμαντιν, ο δ στερνό-
 μαντιν (Soph. frg. 56) λέγουσι. Φησ δ περ το τρόπου τς
 μαντείας κα Πλάτων ν τ Σοφιστ (252 c). τοτον μες
 Πύθωνα νν καλομεν

Πύθ[ε]ια>· πανήγυρις, κα ορτ λληνική
*<πυθέσθαι>· κοσαι. ρωτσαι. γνώσεσθαι
*<πύθεται>· σήπεται. φθίνει. βρέχεται
<Πύθιον>· [τ δωρ.] Θουκυδίδης
<Πυθίων νακτόρων>· π το ν Χρ(ύσ) ερο, γουν πόλ-
 λωνος
<πυθμέν[α] λαίης>· τν ρχήν, κα τν ίζαν
<πυθμένες>· βάσεις α κατ τν δένδρων
<πυθμήν>· τ ποκάτω τς λεκάνης, κα παντς σκεύους. γένεσις, ρχή,
 ίζα. κα τς μήτρας τ νω μέρος. κα ριθμός τις παρ τος γεω-
 μετρικος
<Πυθον Πυθνι
<πύθοιτο>· σαπείη
<πυθόληπτος>· π το Πυθικο ....
<πύθομαι>· κούω
<πυθόμενος>· κούσας. ρωτήσας. μαθών
<πυθομένων>· σηπομένων. τ γρ <πύος> αμά στι κατ μεταβολήν
<πύθου>· ρώτησον
<πύθοντο>· κουον. μαθον
<πυθο Χελιδόνος>· παροιμιδες, διότι δυρτικν τ ζον· θρηνε
 γρ χελιδν [κα ηδών]. τ δ ληθς π Χελιδόνος τινς θεο-
 λόγου τερατοσκόπου
<Πυθώ>· πόλις Φωκίδος
<Πυθώδ' δός>· παροιμία π τν τ ατ πραττόντων
<Πύθων>· γγαστρίμυθος γγαστρίμαντις. Βυζάντιος τ γένος
<πύθων>· δαιμόνιον μαντικόν
<πύϊον>· τ γάλα  
<στερνόμαντις>· νγαστρίμυθος. Πύθων
<στέρνον>· στθος. διάνοιαν, φρένα


<τοξεύομαι>· ποστερομαι ....
<τοξεύοντο>· τόξα τεινον
<Τοξίου βουνός>· το πόλλωνος το ν Σικυνι. βέλτιον δ κούειν
 τν ν Δελφος Νάπην λεγομένην· κε γρ κα δράκων κατετο-
 ξεύθη. κα μφαλς τς γς τάφος στ το Πύθωνος
<τόξον>· κυρίως ατ τόξον. δηλο δ κα τν τοξικν μπειρίαν, κα
 ατ τ βέλη
<τοξόται>· ο δημόσιοι πηρέται
<τοξότα λωβητήρ>· δι τόξων λωβώμενε, κα βλάπτων· φ' ο τν
 δειλν λέγει
<τοξότης>· πολεμιστής


Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 696, line 20

 <Πύθεσθαι>: Τ σήπεσθαι· κ το πύθω, τ σήπω.  
 <Πυθέσθαι>: Τ κοσαι κα μαθεν. κ το
πεύθω, πεύσω· δεύτερος όριστος, πυθον· πυ-
θόμην, πύθετο· κα τ παρέμφατον, πυθέσθαι.
 <Πυνθάνεσθαι>: Μανθάνειν, διδάσκειν, στορεν,
ρωτν. κ δ το πεύθω γίνεται πύθω, τ μαν-
θάνω κα κούω· ξ ο κα τ πυνθάνω.
 <Πυθοίατο>: κ το πυθόμην, τ εκτικόν,
πυθοίμην, πύθοιο, πύθοιτο, κα πυθοίατο. Ζήτει ες
τ <δευοίατο>.
 <Πύθεια> κα <πυθαος>: νομα ορτς γομένης
τ πόλλωνι.
 <Πυθώ>: Πόλις Φωκίδος, ς οκήτορες, Δελφοί·
π το σεσφθαι ατόθι τν δράκοντα, ν νελεν
πόλλων. παρ τ πεύθεσθαι κα κούειν τν
χρησμν· κε γρ ν τ μαντεον το πόλ-
λωνος.
 <Πυθών, Πύθων>: ξυνόμενον μν κα θηλυκν, τόπος·
βαρυνόμενον δ κα ρσενικν, δράκων.
 <Πυθμήν>: Φυτοθεμήν τις στν, οον το φυτο
θέσις· φυθμν κα πυθμήν. Οτως ρος. παρ
τ φύω φύσω φυθμήν· κα σημαίνει δ τν κολον
τόπον. δ Θεόγνωτος, παρ τ κεύθω, τ κρύπτω,
κευθν κα κυθήν·  πλεονασμ το μ κα τροπ,
πυθμν, βαθυπυθμν, πυθμήν. Τ υ, ψιλόν.
 ος>: Τ σεσηπς αμα κα μεταβεβλημένον·
παρ τ πύθω, τ σήπω· κα τ γάλα μοίως.
Οτως ριστοφάνης,
 Πος μν νδον.
Τ πεπηγς γάλα, δι τ κα ατ μεταβεβλσθαι.
Κα μπυον, τ γαλακτδες τ μοιότητι γρόν.
Τ πρωτόγαλα, πος, π το παρεσπαρμένου γρο
ν τ σώματι. στι δ οδέτερον τ πος.

 Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum
Centuria 6, section 46, line 1

<γγαστρίμυθος κα Πύθων σ τυγχάνεις:> π
τν τερατολόγων κα θαυματοποιν.

Suda, Lexicon
Alphabetic letter pi, entry 3139, line 1

<
Πύθωνος:> δαιμονίου μαντικο.


Συνδέουν δε και την Πυθία με την επιληψία καθώς την φαντάζονται να «εισβάλει» εντός της πνεύμα  και να καταβάλετε από ιερά Μανία και να βγάζει αφρούς από το στόμα της μαινόμενη. Ετσι κοινή και πάλι η ασθένεια της ιεράς Νό(υ)σου με τις του Νούσου = ασθενή όπως και ο Πελίας ως εννοια, όπως και ο Διο-ν(ο)υσος

Scholia In Aristophanem, Scholia in plutum (scholia vetera et fort. recentiora sub auctore Moschopulo)
Argumentum-scholion sch plut, verse 39, line 26

                     Dv.] ν δ Πυθία γυν, τις, ς
φασιν, πικαθημένη τ τρίποδι το πόλλωνος, κα
διαιροσα τ σκέλη πονηρν κάτωθεν ναδιδόμενον
πνεμα δι τν γεννητικν δέχετο μορίων, κα οτω
μανίας πληρουμένη, κα τς τρίχας λύουσα, κα φρν
κ το στόματος ποπέμπουσα, κα τλλα πάντα
ποιοσα, σα ο μαινόμενοι ποιεν εώθασιν, τ τς
μαντείας, μλλον μανίας, φθέγγετο ήματα· κα
δαίμων τις ν οτω καλούμενος πύθων, φ' ο Πυθία
παρωνομάζετο· κα ατς πόλλων Πύθιος νομα-
ζόμενος, δι τ τος πυνθανομένοις χρησμος διδόναι
περ ν ν βούλοιντο

Damascius Phil., In Phaedonem (versio 1)
Section 539, line 4

                                                 – μν Τυφν τς παντοίας
τν πογείων πνευμάτων κα δάτων κα τν λλων στοιχείων βιαίου κινήσεως
ατιος· δ χιδνα τιμωρς ατία κα κολαστικ λογικν τε κα λόγων ψυχν,
δι τ μν νω παρθένος, τ δ κάτω στν φεώδης· δ Πύθων φρουρς
τς μαντικς λης ναδόσεως.

Θεωρειτε δε ότι ο Πύθων αποτελεί μέρος της τριάδας των Χαλδαίων μαζί με τον Τυφώνα και την Εχιδνα και της ατάκτου δημιουργίας

Damascius Phil., In Phaedonem (versio 2)
Section 142, line 2

        – [111e6 – 112a5] τι Ταρτάρου κα Γς τς συζυγούσης Οραν
Τυφν χιδνα Πύθων, οον Χαλδαϊκή τις τρις [frg. 4] φορος τς τάκτου
πάσης δημιουργίας.

 

Scholia In Aristophanem, Scholia in plutum (scholia vetera et fort. recentiora sub auctore Moschopulo)
Argumentum-scholion sch plut, verse 39, line 26

                     Dv.] ν δ Πυθία γυν, τις, ς
φασιν, πικαθημένη τ τρίποδι το πόλλωνος, κα
διαιροσα τ σκέλη πονηρν κάτωθεν ναδιδόμενον
πνεμα δι τν γεννητικν δέχετο μορίων, κα οτω
μανίας πληρουμένη, κα τς τρίχας λύουσα, κα φρν
κ το στόματος ποπέμπουσα, κα τλλα πάντα
ποιοσα, σα ο μαινόμενοι ποιεν εώθασιν, τ τς
μαντείας, μλλον μανίας, φθέγγετο ήματα· κα
δαίμων τις ν οτω καλούμενος πύθων, φ' ο Πυθία
παρωνομάζετο· κα ατς πόλλων Πύθιος νομα-
ζόμενος, δι τ τος πυνθανομένοις χρησμος διδόναι
περ ν ν βούλοιντο.

 

Συνεχίζεται…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...