Η σύνδεση των Ναίων θεών και των Θεαινών με την Δωδώνη και την Δήλο καθώς και με την Αίγυπτο μέσω κοινών αρχαίων λατρειών παρουσιάσθηκε στα προηγούμενα κείμενα.
Ο Ζεύς ως Πελασγικός/Πελαγίσιος και Πελαργικός, Νάϊος και ταυτόχρονα η υπαρξη της Διώνης που λειτουργεί ως κτητικό "αρσενικό" επίθετο της αρχαίας ελληνικής Μητέρας Θεάς της Τηθυδας/ Θέτιδας/ Ρέας/ Ηρας/ Αφροδίτης αλλα και της Λατούς/Λητούς που λατρεύετε ως η πρότερη Θεά σ΄ολη την Αιγιακή λεκάνη. Το Ζεύ-γος του Ζευς και της συζύγου του Διώνη που δίδει ζωή και αναγεννά την ύπαρξη.
Η ύπαρξη ναών συνδέετε άμεσα με την υπαρξη συγχρόνως και πλοίων/κιβωτών που εχουν διασωθεί από τον/τους Κατακλυσμούς.
Τα μυστήρια, τα μαντεία και οι ναοί δεν μπορούν παρα να είναι άρρητα συνδεδεμένα.
Ολοκληρο το Αιγαίο από την μια άκρη του μέχρι την άλλη βριθεί από ιερά και μαντεία. Από κομβικά σημεία στην ουσία που από την υπαρξή τους γίνονται τόποι λατρείας και ευχαριστείας για την διάσωση των ανθρώπων από τον Κατακλυσμό.
Ταυτόχρονα ειναι και λίκνα δημιουργίας και αναγέννησης νέων Λαών και νέας ζωής.
Ναός στην ελληνική γλώσσα σημαίνει το κατοικητήριο, το εσώτατο μέρος του ιερού, το άδυτο.
Στην ιωνική έχουμε τη γενική «του νηός», στην αττική «του νεώς» εκ του «ναίω». Το ρήμα αυτό, όπως και το «νεύω», καθώς και η λέξη «νους» δείχνουν ροή και πληρότητα. Ενδιαφέρον η λέξη παρουσιάζει ότι στη δωρική και αττική ποιητική η γενική της λέξης «Ναός» είναι νάϋς» δηλαδή το πλοίο. Αν ανατρέξουμε και στο συγγενικό ρήμα «νάω» (ρέω, τρέχω), θα βρούμε ως παράγωγό του τη λέξη «νάμα», που σημαίνει πηγή». Έτσι, ενώ το κατοικητήριο υποδηλώνει ένα σταθερό και ακίνητο σημείο, αρκετά παράγωγά της λέξης «ναός » μας δημιουργούν την αίσθηση της κίνησης και της διαρκούς ροής.
Ομοια και η λέξη ναύς αλλα και ναός ηχούν ομόηχα κατά την κλιση τους καθώς η μία και η άλλη σε πολλούς τύπους της κλίσης τους ταυτίζονται στην αττική αλλα και στην ιωνική.
ναίω ποιητ. Α παρατ. ναϊον, θαμιστ. ναίεσκον, έπ. άόρ. ένασσα κ. νάσσα, μέσ. μέλλ. νάσσομαι, άόρ. ένασσάμην (έπ. γ' έν. νάσσατο, γ' πληθ. μτγν. ναιήσαντο), παθ. άόρ. ένάσθην έπ. νάσθη,παρακ. νένασται, μτχ. νενασμένος· έπί προσ., κατοικώ, ένοικώ· κ. μέσ. 2 έπί τόπου, κεΐμαι, ευρίσκομαι· κ. παθ. 3 μτβ. μετά αΐτ. τόπου, εγκαθιστώ, κατοικίζω κ. μέσ., έγκαθίσταμαι, κατοικώ.
νάκα ή κ. νιάκα Δ δερμάτινον φορητόν λίκνον.
ναϋς-εώς ή ΑΝ έπ. νηϋς-νηός, ίων. νηϋς-νεός, δωρ. ναϋς κ. νας-ναός Α πλοϊον μακρά ναϋς, στενόμακρον πολεμικόν πλοϊον ναΰς στρογγυλή, έμπορικόν πλοϊον Α. 2 Α τριήρης. 3 Ν μτφ. τό μέσον κλίτος χριστιανικού ναού. Κλ. α) άττ. ναϋς, νεώς, νηί, ναϋν, ναϋ, δύίκ. γεν. κ. δοτ. νεοΐν. Γίλ. νήες, κ. μτγν. ναϋς, νεών κ. νηών, ναυσί, ναϋς κ. μτγν. νήας. β) έπ. νηϋς, νηός κ. νεός, νηί, νήα κ. νέα. Πλ. νήες κ. νέες, νηών κ. νεών, νηυσΐ κ. νήεσσι ή νέεσσι ή (κ. γεν.) ναύφι(ν), νήας κ. νέας. γ) ίων. νηϋς, νεός, νηί, νέα. ΓΤλ. νέες, νεών, νηυσί, νέας. δ) δωρ. ναΰς κ. νας, ναός, ναί, ναϋν κ. ναν ή νδα. Γίλ., ναες, ναών, ναυσί κ. νάεσσι, ναας.
<ναῦς:> τοῦ ὀνόματος αἱ εὐθεῖαι ποικίλαι οἷον νεῦς διὰ τοῦ <ε>, νηῦς
διὰ τοῦ <η>, ναῦς διὰ τοῦ <α>, νᾶς παρὰ Δωριεῦσι· χρῆται οὖν ὁ ποιητὴς ταύταις ταῖς φωναῖς νηυσί, νευσί, νέεσσιν, νήεσσιν. οἱ Αἰολεῖς νάεσσι. τί οὖν; οὖκ οἶδεν Ὅμηρος τὴν ναυσί; ναί, ἐν συνθέσει, Ναυσίθοος, ναυσικλυτός. (Aelius Herodianus et Pseudo-Herodianus Gramm., Rhet., Περὶ ὀρθογραφίας)
ναός ό ΑΝ ίων. νηός, άττ. νεώς, αίολ. ναύος Α τό είς τήν λατρείαν θεού άφιερωμένον κτήριον. 2 Ν τόπος λατρείας του Θεού παρά χριστιανοίς, εκκλησία. 3 Ν τόπος λατρείας κ. προσευχής έν οιαδήποτε θρησκεία. 4 Α τό άδυτον. 5 Α μικρόν φορητόν ομοίωμα κτηρίου λατρείας. 6 Α μτφ. τό σώμα του Χρίστου- κ. τό σώμα του χριστιανού. 7 Ν μτφ. τόπος, ίδρυμα, έν φ ασκείται ύψη-λόν λειτούργημα. Ύποκορ. ναΐσκος ό, ναΐδιον κ. ναύδριον τό.
ναός Α δωρ. κ. άττ. ποιητ. γεν. τοϋ ναϋς.
Νάω Α αττ. Συνηρ. Γ’ εν. να. Μτχ. Νώντας, εν χρ. Μον κατ. Ενεστ. Και παρατ., ρέω
Νηος ο Α ιων. Τ. του ναός. 2. γεν. του Ναυς
Νους (96) παρα το νήσσα( 97), και σωρεύσαι απο των εντιθεμένων αυτή φορτίων. Οι δε παρα το νείσθαι/νεισομαι = πορεύομαι, πηγαίνω, υπάγω, πάω
96 Νούς Legendum est Ναυς, vt sequentia euincunt Larcher
97) νήσσα Corrige νησαι, cumulare Larcher (νησαίος = νησιώτικος, που αναφέρετε σε νησί κλπ.)
Νήσσα παρα το νέω το κολυμβώ, νέσα και νήσσα, τροπή του ε εις ή.
Ναύς παρα το νέω ομοίως το κολυμβώ, παράγωγον νεύω, νεύσω ο μέλλων, ως παρα το χέω, χεύσω, ουτω νευσω, νεύς και ναυς, τροπή του ε εις α ουτω.
Ναίω = κατοικώ, κατοικούμαι για τοπο, κατοικίζω, διάγω, διαμένω, διατρίβω, οικίζω, ρέω
Νάω = ρέω, αναβλύζω, αναβρυώ, πιδακίζω, χύνομαι
Ο Ζεύς ως Δωδωνεύς είναι και Νάϊος και ο του πλοίου δηλαδή
Εκτός από το Θαλασσαίος, ο της θαλάσσης και του πλοίου που με την μετατροπή του φωνηέντος Α σε Η μετατρέπετε σε νήϊος, ο του πλοίου- και πάλι- δηλαδή αλλά και κατάλληλος για κατασκευή πλοίου.
Συγχρόνως δε και το νήιον ξύλον είναι το ξύλο που είναι κατάλληλον για την κατασκευή πλοίου.
Και δεν μπορούμε να μην συνδιάσουμε την λέξη Πελαγαίος και Πελλάνιος – επίθετα του Ποσειδώνα
Πελάγιος ο του πελάγους, ο αρμενίζων στην θάλασσα ή το πέλ-αγος
Πελάγισμα το πλημμύρισμα και η πλημμύρα
Πέλαγος η ανοιχτή θάλασσα, πέλαο, αλλα και ο Πόντος μεγάλη μάζα νερών λίμνης ή πλημμύρας αλλα και πλήθος αμέτρητο
Ο Πελασγός όμως και ο Πελασγικός είναι ταυτόχρονα και Πελαργικός, ο των Πελ-αργων. Πελαργός ο λέλεκας και το λελέκι και οι Λελεγες ως φύλο των Ελλήνων
Πελαργάω ως ρήμα μας δηλώνει την σημασία της νουθεσίας και της συμβουλής.
Η Πελα(ρ)γίζω είμαι σαν πέλαγος η λίμνη, σχηματίζω πέλαγος, λίμνη, πλημμυριζω, ειμαι πλημμυρισμένος, κατακλύζω, κατακλύζομαι, αλλα και ταξιδεύω στο πέλαγος, πελαγοδρομώ, πελαγίζω…
Η ύπαρξη των ναών που συμβουλευουν και νουθετούν τους ανθρώπους, έννοιες που είναι αλληλένδετες και φανερές μέσω των συγκεκριμένων λέξεων και ορων της ελληνικής γλώσσης αλλα μέσω του νου και της αεννάου ροής συμβουλεύουν μέσω χρησμών.
Ο Νάϊος όμως δεν είναι άλλος από τον Αρότριο Δία αλλα και από τον «εβραίο» Δαγωνα.
(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Fragmenta
Volume -Jacobyʹ-F 3c,790,F, fragment 2, line 136
(25) ὁ δὲ Δαγὼν ἐπειδὴ εὗρε σῖτον καὶ ἄροτρον, ἐκλήθη Ζεὺς
Ἀρότριος.
Volume -Jacobyʹ-F 3c,790,F, fragment 2, line 136
(25) ὁ δὲ Δαγὼν ἐπειδὴ εὗρε σῖτον καὶ ἄροτρον, ἐκλήθη Ζεὺς
Ἀρότριος.
Τον Αρότριο Δία που μαθαίνει στους ανθρώπους την καλλιέργεια και το άρορτο. Ενας σιταρο-θεός. Ενας σύζυγος ή υιός της Μητέρας Θεάς της Γαίας της ΑΙΓΑΣ ή ΓΑΙΑΣ
Όμως κατά έναν περίεργο λόγο ο Θεός ο Αρότριος της γής είναι συνδεμένος και με το περίεργο όνομα του ΔΑΓΩΝΑ κατά τους Εβραίους.
Όνομα που εμφανίζεται στα Εβραϊκά ως דגון (σε σύγχρονη μεταφορά Dagon, στα Εβραϊκά της Τιβεριάδας Dagon), στα Ουγκαριτικά ως DGN (πιθανώς προφέρεται ως Dagnu), και στα Ακκαδικά ως Dagana, Daguna τα οποία συνήθως αποδόθηκαν με λατινικούς χαρακτήρες ως Dagan
Ενας από τους αγαπημένους και πιο σημαντικούς από τους Θεούς των Φιλισταίων/Πελασγαίων εκ του Πελός οπου πελός ο μέλας και πελίωμα το μέλαν.
Πελασγοί είναι και οι Αιθίοπες όπου ο Πελασγός θεωρείται αυτόχθονας κατά τον Ησίοδο.
Acusilaus Hist., Fragmenta
Volume-Jacobyʹ-F 1a,2,F, fragment 25a, line 4
Volume-Jacobyʹ-F 1a,2,F, fragment 25a, line 4
Ἡσίοδος (F 43) δὲ τὸν Πελασγὸν αὐτόχθονά φησιν εἶναι.
Ο δε Ασιος, αρχαιότατος ποιητής παριστά τον Πελασγό ως υιόν της Γής, του πηλού του πελού, του χοός δηλ. του Ερυθρού, γεννηθέντα εν τοις όρεσι και πατέρα των ανθρωπων.
Asius Eleg., Epic., Fragmenta epica
Fragment 8, line 1
Fragment 8, line 1
Δίου ἐνὶ μεγάροις τέκεν εὐειδὴς Μελανίππη.
ἀντίθεον δὲ Πελασγὸν ἐν ὑψικόμοισιν ὄρεσσι
γαῖα μέλαιν' ἀνέδωκεν, ἵνα θνητῶν γένος εἴη.
Scholia In Lycophronem, Scholia in Lycophronem (scholia vetera et recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae)
Scholion 245, line 2
< Πελασγὸν> δὲ τὸ Θετταλὸν λέγει. ss3
<Πελασγὸν ἅλμα> τὸ Θετταλικὸν πήδημα· Πελασγὸς
γὰρ καὶ Θετταλὸς ὁ Ἀχιλεύς.
Scholion 245, line 2
< Πελασγὸν> δὲ τὸ Θετταλὸν λέγει. ss3
<Πελασγὸν ἅλμα> τὸ Θετταλικὸν πήδημα· Πελασγὸς
γὰρ καὶ Θετταλὸς ὁ Ἀχιλεύς.
Lyrica Adespota (PMG), Fragmenta
Fragment 67b, subfragment 1, line 8
ε ἴτε Βοιωτοῖσιν Ἀλαλκομενεὺς λίμ- νας ὑπὲρ Καφισίδος
πρῶτος ἀνθρώπων ἀνέσχεν·
εἴτε <που> Κουρῆτες ἦσαν, θεῖον Ἰδαῖοι γένος·
ἢ Φρύγιοι Κορύβαντες
τοὺς ἅλιος πρώτους ἐπεῖδε
δενδροφυεῖς ἀναβλαστάνοντας·
εἴτ' <ἄρ'> Ἀρκαδία προσεληναῖον Πελασγόν·
ἢ Ραρίας δύσαυλον οἰκητῆρ' Ἐλευσίν·
ἢ καλλίπαις δι' ὀργιασμῶν
Λῆμνος ἀρρήτων ἐτέκνωσε Κάβειρον·
εἴτε Πελλάνα Φλεγραῖον
Ἀ λκυονῆα, γιγάντων
πρεσβύτατον· Λίβυες δέ
φασιν αὐχμηρῶν πεδίων ἀναδύντα
πρωτόγονον <τὸν>
Fragment 67b, subfragment 1, line 8
ε ἴτε Βοιωτοῖσιν Ἀλαλκομενεὺς λίμ- νας ὑπὲρ Καφισίδος
πρῶτος ἀνθρώπων ἀνέσχεν·
εἴτε <που> Κουρῆτες ἦσαν, θεῖον Ἰδαῖοι γένος·
ἢ Φρύγιοι Κορύβαντες
τοὺς ἅλιος πρώτους ἐπεῖδε
δενδροφυεῖς ἀναβλαστάνοντας·
εἴτ' <ἄρ'> Ἀρκαδία προσεληναῖον Πελασγόν·
ἢ Ραρίας δύσαυλον οἰκητῆρ' Ἐλευσίν·
ἢ καλλίπαις δι' ὀργιασμῶν
Λῆμνος ἀρρήτων ἐτέκνωσε Κάβειρον·
εἴτε Πελλάνα Φλεγραῖον
Ἀ λκυονῆα, γιγάντων
πρεσβύτατον· Λίβυες δέ
φασιν αὐχμηρῶν πεδίων ἀναδύντα
πρωτόγονον <τὸν>
Και στο παραπάνω κείμενο στην Αρκαδία ή η ΚΑΡΑ-ΔΙΑ ή στην ΑΡΚΑ-(Κιβωτό)-ΔΙΑ ο προσεληναίος Πελασγός αναφέρεται.
Gregorius Nyssenus Theol., Contra Eunomium
Book 3, chapter 2, section 135, line 4
καὶ γὰρ ἐκεῖνοι καὶ τὸν Δαγὼν καὶ
τὸν Βὴλ καὶ τὸν δράκοντα θεὸν ὠνόμαζον, ἀλλ' οὐ διὰ
τοῦτο καὶ τὸν θεὸν προσεκύνουν.
Book 3, chapter 2, section 135, line 4
καὶ γὰρ ἐκεῖνοι καὶ τὸν Δαγὼν καὶ
τὸν Βὴλ καὶ τὸν δράκοντα θεὸν ὠνόμαζον, ἀλλ' οὐ διὰ
τοῦτο καὶ τὸν θεὸν προσεκύνουν.
Και στο παραπάνω κείμενο η σύνδεση του Δάγωνα με τον Δράκοντα. Ο θεός ψάρι ταυτίζετε με τον Δράκοντα και τον ονομάζουν Θεό μαζί με τον αδερφό του Βηλ, που στην ουσία είναι κι αυτό ένα επίθετο του Διός Βήλου.
Και ο Δίας ο Αρότριος, ο του Αρότρου και του σπόρου και της καλλιέργειας. Το άροτρο είναι το σπουδαιότερο εργαλείο για το όργωμα Εκτελεί μια παρόμοια εργασία με το γυνί δηλαδή διακόπτει τη συνέχεια της επιφάνειας του εδάφους και εκθέτει νέες επιφάνειες στην επίδραση της ατμόσφαιρας. Την ίδια στιγμή αναποδογυρίζει το έδαφος θάβοντας χορτάρια και άλλα άχρηστα υλικά.
Πριν την ανακάλυψη του αρότρου η καλλιέργεια της γης ήταν μια εξαιρετικά επίπονη δουλειά, διότι το έδαφος έπρεπε να σκαφτεί με μεγάλο κόπο με σκαλιστήρια, πριν από το φύτεμα του σπόρου. Σε πολλές κοινωνίες η λαϊκή παράδοση αποδίδει την εμφάνιση του αρότρου σε κάποιο θεό ή θεόπνευστο βασιλιά.
Αιγυπτιακό άροτρο, περίπου 1250 π.Χ.
Η ανάπτυξη του αρότρου μπορεί να χρονολογηθεί από τη λιθινη εποχή. Τότε ήταν ένα απλό εργαλείο, κάτι παραπάνω από ένα διχαλωτό βραχίονα που κατέληγε σε ένα αιχμηρό άκρο, το υνί. Υπάρχουν αποδείξεις ότι τα πρώτα άροτρα χρησιμοποιήθηκαν στην Αίγυπτο και στη Μεσοποταμία περίπου το 4000 π.Χ. Οι εικόνες δείχνουν ζευγάρια βοδιών να έλκουν το άροτρο, είναι πιθανόν αρχικά να σερνόταν από τον άνθρωπο.
Λόγω των διαφορετικών ειδών των εδαφών στη Μεσόγειο Θάλασσα, στη Μεσοποταμία, στην Αίγυπτο και στην προϊστορική Ευρώπη, είχαν διαδοθεί και διαφορετικοί τύποι αρότρων (όπως το aratrum και το ard). Στη Μεσοποταμία έγινε μια τροποποίηση με μια κατακόρυφη τρύπα στο υνί, στην οποία έμπαινε ένα χωνί και χύνονταν οι σπόροι τη στιγμή του οργώματος
Ετσι στα Ουγκαριτικά η λεκτική ρίζα DGN σημαίνει επίσης και κόκκος(πιθανόν σιταρίου ή άλλου δημητριακού} καθώς και στα Εβραϊκά το dāgān,στα Σαμαριτικά dīgan,έχουν κοινή ερμηνεία και σημαίνουν κόκκος σιταριού ή σιτάρι. Ο Φοινικικής καταγωγής συγγραφέας Σαγχουνιάθωνας λέει και αυτός επίσης ότι η λέξη Dagon προσδίδεται με την ίδια σημασία που οι Αρχαίοι Έλληνες εννοούν τον "Σίτον". Ο ίδιος επίσης εξηγεί πώς: "Αφου ο Ντάγκον ανακάλυψε το σιτάρι και το άροτρο μετονομάστηκε σε Αρότριος Ζεύς."που στην συνέχεια η λέξη αρότριος ταυτίζεται με τον "ζευγολάτη" και αυτόν που σχετίζεται με την γεωργία".
Είναι ίσως σχετιζόμενη με την Μέση Εβραική και Ιουδαική Αραμαϊκή λέξη dgnʾ'κομμένη' ή την Αραβικά dagn (دجن) 'rain (σύννεφο)'. Η θεωρία συσχετισμού μεταξύ του Εβραικού dāg/dâg, 'Ψάρι', είναι βασισμένο αποκλειστικά σε ένα κείμενο απο το 1 Σαμουήλ(Samuel} 5:2–7 το οποίο παρατίθεται απο κάτω. Ετυμολογία: ΜΕ <εβρ="" span="" γεωργίας)="" θεός="" και="" καλαμποκιού.><="" ο="" ου="" σιτηρό="" της="">
Ο θεός Ντάγκον εμφανίζεται για πρώτη φορά με βάση κάποια διασωζόμενα αρχεία περί το 2500 π.Χ. τα κείμενα της Συριακής πόλης Μάρι και σε κάποιες ονομασίες Αμορριτών στα οποία οι θεοί ILU (EL), Dagan, και Adad είναι ιδιαίτερα διαδεδομένοι.
Στην πόλη Έβλα (Μαρδίχ), απο τουλάχιστον το 2300 π.Χ., Dagan ήταν ο επικεφαλής του πανθέου της πόλης που αποτελείται από περίπου 200 θεότητες και έφερε τον τίτλο BE-DINGIR-DINGIR, δηλαδή «Ο Άρχοντας των θεών» και Μπεκαλάμ, «Ο άρχοντας της γης» .Η Σύζυγος του ήταν αναγνωρισμένα μόνο ως η Be-latu, η «Κυρία».
Το άροτρο ή αλέτρι, όπως το λέει ο λαός μας, ήταν γνωστό και στα πολύ παλιά χρόνια. Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν ότι το άροτρο το έφτιαξε ο Τριπτόλεμος που καταγόταν από την Ελευσίνα, με τον τρόπο που του υπεδειξε η θεά της γεωργίας, η Δημητρα.
Το πρωτόγονο άροτρο ήταν φτιαγμένο από ένα κλαδί λυγισμένο στο πάνω μέρος προς τα πίσω. Το είδος αυτό του άροτρου εξακολουθεί και σήμερα να χρησιμοποιείται από πολλούς πρωτόγονους λαούς, κυρίως της Αφρικής.
Diodorus Siculus Hist., Bibliotheca historica (lib. 1-20)
Book 1, chapter 18, section 3, line 1
Book 1, chapter 18, section 3, line 1
συνέπεσθαι δὲ καὶ τῆς γεωργίας ἐμπειρίαν
ἔχοντας, τῆς μὲν περὶ τὴν ἄμπελον φυτείας Μά-
ρωνα, τοῦ δὲ κατὰ τὸν σῖτον σπόρου καὶ τῆς ὅλης
συγκομιδῆς Τριπτόλεμον. πάντων δ' εὐτρεπῶν γε-
νομένων τὸν Ὄσιριν, εὐξάμενον τοῖς θεοῖς θρέψειν
τὴν κόμην μέχρι ἂν εἰς Αἴγυπτον ἀνακάμψῃ, τὴν
πορείαν ποιεῖσθαι δι' Αἰθιοπίας·
Lucianus Soph., De saltatione
Section 40, line 2
ἐξαιρέτως δὲ τὴν Δήμητρος πλάνην καὶ
Κόρης εὕρεσιν καὶ Κελεοῦ ξενίαν καὶ Τριπτολέμου
γεωργίαν καὶ Ἰκαρίου ἀμπελουργίαν καὶ τὴν
Ἠριγόνης συμφοράν, καὶ ὅσα περὶ Βορέου καὶ
ὅσα περὶ Ὠρειθυίας καὶ Θησέως καὶ Αἰγέως.
Section 40, line 2
ἐξαιρέτως δὲ τὴν Δήμητρος πλάνην καὶ
Κόρης εὕρεσιν καὶ Κελεοῦ ξενίαν καὶ Τριπτολέμου
γεωργίαν καὶ Ἰκαρίου ἀμπελουργίαν καὶ τὴν
Ἠριγόνης συμφοράν, καὶ ὅσα περὶ Βορέου καὶ
ὅσα περὶ Ὠρειθυίας καὶ Θησέως καὶ Αἰγέως.
Flavius Arrianus Hist., Phil., Historia Indica
Chapter 7, section 6, line 2
Διόνυσον
δὲ ἐλθόντα, ὡς καρτερὸς ἐγένετο Ἰνδῶν, πόληάς τε
οἰκίσαι καὶ νόμους θέσθαι τῇσι πόλεσιν, οἴνου τε δο-
τῆρα Ἰνδοῖς γενέσθαι κατάπερ Ἕλλησι, καὶ σπείρειν δι-
δάξαι τὴν γῆν διδόντα αὐτὸν σπέρματα, ἢ οὐκ ἐλάσαντος
ταύτῃ Τριπτολέμου, ὅτε περ ἐκ Δήμητρος ἐστάλη σπεί-
ρειν τὴν γῆν πᾶσαν, ἢ πρὸ Τριπτολέμου τις οὗτος Διό-
νυσος ἐπελθὼν τὴν Ἰνδῶν γῆν σπέρματά σφισιν
ἔ δωκε καρποῦ τοῦ ἡμέρου.
Chapter 7, section 6, line 2
Διόνυσον
δὲ ἐλθόντα, ὡς καρτερὸς ἐγένετο Ἰνδῶν, πόληάς τε
οἰκίσαι καὶ νόμους θέσθαι τῇσι πόλεσιν, οἴνου τε δο-
τῆρα Ἰνδοῖς γενέσθαι κατάπερ Ἕλλησι, καὶ σπείρειν δι-
δάξαι τὴν γῆν διδόντα αὐτὸν σπέρματα, ἢ οὐκ ἐλάσαντος
ταύτῃ Τριπτολέμου, ὅτε περ ἐκ Δήμητρος ἐστάλη σπεί-
ρειν τὴν γῆν πᾶσαν, ἢ πρὸ Τριπτολέμου τις οὗτος Διό-
νυσος ἐπελθὼν τὴν Ἰνδῶν γῆν σπέρματά σφισιν
ἔ δωκε καρποῦ τοῦ ἡμέρου.
Όμως έχουμε και την μαρτυρία όπου ο Δάγων είναι υιός της Γής και του Ουρανού και αδερφός των Ηλου/Κρόνου του Βαίτυλου και ‘Ατλαντα, αλλα και την ταύτισή του με τον ΣΙΤΟ, το σιτάρι και τον σπόρο !!!
(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Fragmenta
Volume-Jacobyʹ-F 3c,790,F, fragment 2, line 100
(16) παραλαβ ὼν δὲ ὁ Οὐρανὸς τὴν τοῦ πατρὸς ἀρχὴν ἄγεται πρὸς γάμον τὴν
ἀ δελφὴν Γῆν, καὶ ποιεῖται ἐξ αὐτῆς παῖδας τέσσαρας· Ἦλον τὸν καὶ Κρόνον
καὶ Βαίτυλον καὶ Δαγὼν (ὅς ἐστι Σίτων) καὶ Ἄτλαντα.
Volume-Jacobyʹ-F 3c,790,F, fragment 2, line 100
(16) παραλαβ ὼν δὲ ὁ Οὐρανὸς τὴν τοῦ πατρὸς ἀρχὴν ἄγεται πρὸς γάμον τὴν
ἀ δελφὴν Γῆν, καὶ ποιεῖται ἐξ αὐτῆς παῖδας τέσσαρας· Ἦλον τὸν καὶ Κρόνον
καὶ Βαίτυλον καὶ Δαγὼν (ὅς ἐστι Σίτων) καὶ Ἄτλαντα.
(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Fragmenta
Volume-Jacobyʹ-F 3c,790,F, fragment 2, line 114
ἑάλω δὲ ἐν τῆι μάχηι καὶ ἡ ἐπέραστος
τοῦ Οὐρανοῦ σύγκοιτος ἐγκύμων οὖσα, ἣν ἐκδίδωσιν ὁ Κρόνος Δαγῶνι πρὸς
γάμον· τίκτει δὲ παρὰ τούτωι ὃ κατὰ γαστρὸς ἐξ Οὐρανοῦ ἔφερεν, ὃ καὶ ἐκάλεσε
Δημαροῦν.
(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Fragmenta
Fragment 2, line 153
Ἑάλω δὲ ἐν τῇ μάχῃ καὶ ἡ ἐπέραστος τοῦ
Οὐρανοῦ σύγκοιτος ἐγκύμων οὖσα, ἣν ἐκδίδωσιν ὁ Κρό-
νος Δαγῶνι πρὸς γάμον.
(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., Fragmenta
Volume-Jacobyʹ-F 3c,790,F, fragment 2, line 156
Volume-Jacobyʹ-F 3c,790,F, fragment 2, line 156
ἔτι δὲ (φησίν) ἐπενόησε θεὸς Οὐρανὸς
βαιτύλια, λίθους ἐμψύχους μηχανησάμενος. (24) Κρόνωι δὲ ἐγένοντο ἀπὸ
Ἀστάρτης θυγατέρες ἑπτὰ Τιτανίδες ἢ Ἀρτέμιδες. καὶ πάλιν τῶι αὐτῶι
γίνονται ἀπὸ Ῥέας παῖδες ἑπτά, ὧν ὁ νεώτατος ἅμα τῆι γενέσει ἀφιερώθη·
καὶ ἀπὸ Διώνης θήλειαι **, καὶ ἀπὸ Ἀστάρτης πάλιν ἄρρενες δύο, Πόθος καὶ
Ἔρως. (25) ὁ δὲ Δαγὼν ἐπειδὴ εὗρε σῖτον καὶ ἄροτρον, ἐκλήθη Ζεὺς
Ἀρότριος. Συδύκωι δὲ τῶι λεγομένωι δικαίωι μία τῶν Τιτανίδων συνελθοῦσα
γεννᾶι τὸν Ἀσκληπιόν. (26) ἐγεννήθησαν δὲ καὶ ἐν Περαίαι Κρόνωι τρεῖς
παῖδες, Κρόνος ὁμώνυμος τῶι πατρὶ καὶ Ζεὺς Βῆλος καὶ Ἀπόλλων. κατὰ
τούτους γίνονται Πόντος καὶ Τυφὼν καὶ Νηρεὺς πατὴρ Πόντου, Βήλου δὲ παῖς.
(27) ἀπὸ δὲ τοῦ Πόντου γίνεται Σιδών, ἣ καθ' ὑπερβολὴν εὐφωνίας πρώτη
ὕμνον ὠιδῆς εὗρε, καὶ Ποσειδῶν. τῶι δὲ Δημαροῦντι γίνεται Μέλκαθρος ὁ καὶ
Ἡρακλῆς. (28) εἶτα πάλιν Οὐρανὸς πολεμεῖ Πόντωι, καὶ ἀποστὰς Δημα-
ροῦντι † προστίθεται ἔπεισί τε Πόντωι ὁ Δημαροῦς, τροποῦται δὲ αὐτὸν ὁ
Πόντος· ὁ δὲ Δημαροῦς φυγῆς θυσίαν ηὔξατο. (29) ἔτει δὲ τριακοστῶι δευ-
τέρωι τῆς ἑαυτοῦ κρατήσεως καὶ βασιλείας ὁ Ἦλος (τοῦτ' ἔστιν ὁ Κρόνος)
Οὐρανὸν τὸν πατέρα λοχήσας ἐν τόπωι τινὶ μεσογείωι καὶ λαβὼν ὑποχείριον
ἐκτέμνει αὐτοῦ τὰ αἰδοῖα σύνεγγυς πηγῶν τε καὶ ποταμῶν, ἔνθα ἀφιερώθη
Οὐρανός, καὶ ἀπηρτίσθη αὐτοῦ τὸ πνεῦμα, καὶ ἀπέσταξεν αὐτοῦ τὸ αἷμα τῶν
αἰδοίων εἰς τὰς πηγὰς καὶ τῶν ποταμῶν τὰ ὕδατα· καὶ μέχρι τούτου δείκνυται
τὸ χωρίον.
(30) τοσαῦτα μὲν δὴ τὰ τοῦ Κρόνου, καὶ τοιαῦτά γε τὰ σεμνὰ τοῦ παρ'
Ἕλλησι βοωμένου βίου τῶν ἐπὶ Κρόνου, οὓς καί φασι γεγονέναι πρῶτον
χρύσεόν τε γένος μερόπων ἀνθρώπων, τῆς μακαριζομένης ἐκείνης τῶν παλαιῶν
εὐδαιμονίας. πάλιν δὲ ὁ συγγραφεὺς τούτοις μεθ' ἕτερα ἐπιφέρει λέγων·
(31) <«Ἀστάρτη δὲ ἡ μεγίστη καὶ Ζεὺς Δημαροῦς καὶ Ἄδωδος
βασιλεὺς θεῶν ἐβασίλευον τῆς χώρας Κρόνου γνώμηι. ἡ δὲ
Ἀστάρτη ἐπέθηκε τῆι ἰδίαι κεφαλῆι βασιλείας παράσημον
κεφαλὴν ταύρου· περινοστοῦσα δὲ τὴν οἰκουμένην εὗρεν ἀερο-
πετῆ ἀστέρα, ὃν καὶ ἀνελομένη ἐν Τύρωι τῆι ἁγίαι νήσωι
ἀφιέρωσε. τὴν δὲ Ἀστάρτην Φοίνικες τὴν Ἀφροδίτην εἶναι
λέγουσι.
Όμως σε κείμενα εχουμε και την ταύτιση του Δάγωνα ή (Αρότριου Διός) με τον Κρόνο, αλλα και τον γάμον του Δάγωνα κατ΄εντολήν του Κρόνου και την γέννηση του Δήμαρου.
Και ο Αρότριος και της Σποράς και της καλλιέργειας και συγχρόνως ο Σπόρος, ο ΣΙΤΩΝ αφού μ΄αυτόν ταυτίζετε εμφανίζετε να δηλώνει συγχρονως και τον ΙΧΘΥ και τον Θεό-Ψάρι που τον έχουμε συναντήσει κι ως ΟΑΝΝΗ ή ΙΩΑΝΝΗ ή τον ταυτίζουν με τον μεγάλο θεός της Γάζας, που είναι γνωστός ως Marnas (Αραμαϊκά Marnā ο «Κύριος»), ο οποίος θεωρήθηκε ως ο θεός της βροχής και των σιτηρών και επικαλείται σε περιόδους λοιμού και πείνας.
Ο Marnas της Γάζας εμφανίζεται σε πολλά νομίσματα της εποχής του Αδριανού. Και είχε ταυτιστεί με τον Δία της Κρήτης.
Είναι πιθανό ο Marnas να ήταν η Ελληνιστική έκφραση του Ντάγκον, ο Ναός του, το Μαρνείον το τελευταίο μεγάλο θρησκευτικό κέντρο της ειδωλολατρίας, κάηκε από εντολή του Ρωμαίου αυτοκράτορα το 402.
Stephanus Gramm., Ethnica (epitome)
Page 194, line 6
Page 194, line 6
Ενθεν καὶ τὸ τοῦ Κρηταίου Διὸς παρ' αὐτοῖς εἶναι,
ὃν καὶ καθ' ἡμᾶς ἐκάλουν Μαρνᾶν, ἑρμηνευόμενον Κρηταγενῆ.
τὰς παρθένους γὰρ οὕτως Κρῆτες προσαγορεύουσι Μαρνάν.
Ο ναός δηλαδή του Δία των Μαρνών ή των Παρθένων. Αφού οι Κρήτες τις παρθένους τις ονομάζουν και Μαρνάν.
Κατά τον ενδέκατο αιώνα,ο σχολιαστής της Εβραϊκής Βίβλου Rashi γράφει πάνω σε μια Βιβλική παράδοση, ότι το όνομα Ντάγκον είναι συγγενής με την εβραϊκή λέξη dag / dag «ψάρια» και συνεπώς θεωρούταν ότι είχε σχήμα ψαριού: συγκρινόμενος με τον Βαβυλωνιακό θεό-ψάρι Οάννες.
Το δέκατο τρίτο αιώνα ο David Kimhi ερμήνευσε την περίεργη φράση στο 1 Σαμουήλ 5,2 - 7 ότι «μόνο τον Ντάγκον του άφησε» που σημαίνει «μόνο με τη μορφή ενός ψαριού έμεινε», προσθέτοντας: «Λέγεται ότι ο Ντάγκον, από τον ομφαλό του και κάτω, είχε τη μορφή ενός ψαριού (εξ ου και το όνομά του, Dagon), και από τον ομφαλό του,και πάνω τη μορφή ενός ανθρώπου,όπως λέγεται,τα δύο χέρια του ήταν κομμένα. «Το κείμενο των Εβδομήκοντα 1 Σαμουήλ 5,2 - 7 λέει ότι τόσο τα χέρια όσο και το κεφάλι του ειδώλου του Ντάγκον διακόπηκαν .[5]
Σύμφωνα με τον Βαβυλώνιο συγγραφέα του Γ' αι. π.Χ Βήρωσσο, ο Ωάννης ήταν ένα μυθικό ον που κατοικούσε στην Ερυθρά Θάλασσα με την μορφή ψαριού. Αυτό σύμφωνα με τον μύθο δίδαξε στους ανθρώπους την σοφία. Το έργο του Βήρωσσου δεν έχει διασωθεί, αλλά αποσπάσματα διατηρήθηκαν στο έργου του Ευσέβιου Καισαρείας, Χρονικόν,Εκλογαί. Συγκεντρωμένα βρίσκονται στο Fragmenta Historicorum Graecorum, vol. II, p.495-510, μαζί με αποσπάσματα που συλλέχθηκαν και από άλλα έργα. Επίσης αποσπάσματα υπάρχουν και στην συλλογή του I. P. Cory, The Ancient Fragments, Cambridge 1828, στις σελ. 19-38. Νεώτερη έκδοση είναι αυτή των Verbrugghe, G.P. & Wickersham, Berossos and Manetho Introduced and Translated: Native Traditions in Ancient Mesopotamia and Egypt, University of Michigan Press 2000.
Παραθέτουμε ένα απόσπασμα, στο οποίο περιγράφεται ο Ωάννης: το οποίο υπάρχει μόνο σε αρμενική μετάφραση, και του Γεώργιου Σύγκελλου,
Παραθέτουμε ένα απόσπασμα, στο οποίο περιγράφεται ο Ωάννης: το οποίο υπάρχει μόνο σε αρμενική μετάφραση, και του Γεώργιου Σύγκελλου,
«Εν δε τω πρώτω ενιαυτώ φανήναι εκ της Ερυθράς θαλάσσης κατά τον ομορρούντα τόπον τη Βαβυλωνία ζώον άφρενον ( ο J. Voss διορθώνει σε άρρεν ον) ονόματι Ωάννην, καθώς και Απολλόδωρος ιστόρησε, το μεν όλον σώμα έχων ιχθύος, υπό δε την κεφαλήν παραπεφυκυίαν άλλην κεφαλήν υποκάτω της του ιχθύος κεφαλής, και πόδας ομοίως ανθρώπου, παραπεφυκότας δε εκ της ουράς του ιχθύος˙ είναι δε αυτώ φωνήν ανθρώπου, την δε εικόνα αυτού έτι και νυν διαφυλάσσεσθαι˙ τούτο δε φησίν, το ζώον, την μεν ημέραν διατρίβειν μετά των ανθρώπων, ουδεμίαν τροφήν προσφερόμενον, παραδιδόναι τε τοις ανθρώποις γραμμάτων και μαθημάτων και τεχνών παντοδαπών εμπειρίαν, και πόλεων συνοικισμούς και ιερών ιδρύσεις, και νόμων εισηγήσεις και γεωμετρίαν διδάσκειν, και σπέρματα και καρπών συναγωγάς υποδεικνύναι, και συνόλως πάντα τα προς ημέρωσιν ανήκοντα βίου παραδιδόναι τοις ανθρώποις[viii]».
Η μορφή του ψαριού μπορεί να θεωρηθεί βέβαια και ως ένα φαλλικό σύμβολο, όπως φαίνεται στην ιστορία του αιγυπτιακού θεού των σιτηρών Όσιρι, του οποίου το πέος ήταν φαγωμένο έτσι που έμοιαζε με την μορφη ψαριού του Νείλου μετά από την επίθεση που δέχτηκε από το τυφωνικό θηρίο Σετ. Ομοίως, και ο μύθος που περιγράφει την προέλευση του αστερισμού του Αιγόκερου, τον Έλληνα θεό της φύσης Πάνα έγινε ψάρι από τη μέση και κάτω, όταν πήδηξε στο ποτάμι, μετά από την επίθεση του Τιτάνα Τυφώνα. ΒλέπεΑιγιπαν.
Και φτάνουμε να ταυτίζουμε τον Δια τον Νάϊο και τον Αρότριο με τον Δαγωνα και τον Οάννες αλλα και με τον Ιχθύ και ταυτοχρονα και με τον Σπόρο- Σιτο.
Η Ναϊα Θεά και σύζυγος του Θέτις/Διώνη/Ηρα/Αφροδίτη μετατρέπεται σε γοργόνα θεά, μισή ψάρι και μισή γυναίκα και παίρνοντας τα χαρακτηριστικά της Ορείας Μητέρας Θεάς των φιδιών μετατρέπετε στη μορφή της γοργόνας που γνωρίζουμε. Τα φίδια στα χέρια της έχουν αντικατασταθεί από ψαροουρές.
Φωτο εκ των ιερών της Εφέσου- Στο βαθος η Γοργόνα που κρατά τις ουρές που εχουν μετασχηματισθεί σε δύο κλαδιά/ δέντρα
Γοργόνα όπου πλέον δεν κρατά τον διπλό όφη αλλα την διπλή ουρά της που άλλοτε μετατρέπετε ακόμα και σε κλαδιά -δέντρα, ανάλογα με τον καλλιτέχνη και την λατρεία του κάθε ιερού χρηστηρίου.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου