27 Ιουλίου 2011

Νὺξ δ' ἡ Λητώ

Η περιήγηση στα περί της Λητούς συνεχίζεται καθώς θα περάσουμε και σε μερικές ακόμα αναφορές που σχετίζονται με την ιστορία της Λητούς ή της Βουτούς…

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum
Kallierges page 564, line 17

<Λητώ>: Παρ
τ λήθω, τ λανθάνω.

Είδαμε ότι το ρήμα λήθω δηλώνει την έννοια του μένω κρυμμένος, περνώ απαρατήρητος, κάνω κάτι χωρίς να με καταλάβουν, διαφεύγω της προσοχής κρύβομαι, ξεφεύγω, ξεγλιστρώ κλπ.

Η Λητώ είναι δηλαδή κάποια που παραμένει κρυμμένη, και αφανέρωτη, ή κάποια που γύρω από το όνομα της και την ταυτότητά της προξενεί λήθη, και  που γίνεται φανερή όταν εμφανίζεται στην Δήλο καθώς Δήλος σημαίνει την φανερή, την γνωστή, την εμφανή, την πρόδηλη, την έκδηλη, και την ολοφάνερη και την εμφανέστατη. Όμως έτερη γραφή της Δήλου είναι Βήλος όπως  οι άλλες γραφές της Δωδώνη είναι  Φηγώνη ή Βωδώνη όπως ονομάζετε εξαλλου  και ο Δίας ως Φηγωναίος και ως Βωδωναίος εκ της πόλης Φηγώνη ή Βωδώνη…


Schol. Apoll. Rh. 1, 308: Δλος μία τν Κυκλάδων  
νήσων, ερ πόλλωνος, πρν μν δηλος, στερον δ στερία ... πάλιν δ ρτυγία
 Etym. M. p. 264, 22: Δλος: ερ το πόλλωνος.
ερηται τι κρυπτομένην ατν ν τ θαλάσσ Ζες δήλην ποίησε κα νέδωκε.

Αλλα και ο Πύ­θιος Απόλλων ως όφις και ως  φονεύσας δήθεν τον/την  Πύθωνα – δράκοντα/δρακαινα/δελφίνη, λατρεύθει. Στους  ιστορικούς χρόνους αντικατέστησαν το όνομα της Δήλου και των Δελφών  όπως και το όνομα της Δωδώνης. Οι Δελφοί και η Δήλος εφεραν την ονομασία  και την αρχήν των εις το αρχικό όνομα του Απόλλωνος - Βήλου.

Τό β εν τή Ελληνική εναλλασσομένου τω δ, έτσι η  Βήλος και Βελφοί απέβησαν Δήλος και Δελφοί, ο­νόματα αμφότερα αναφερόμενα εις τήν Πυθώ, τήν «πετρήεσσαν Πυθώ»,

Όμως η Δήλος/Βήλος έλαβε το όνομα της με την εμφάνιση και την γέννηση του Απόλλωνα  και ύστερα ονομάστηκε Αστερία, και πάλι παρέμεινε ως Ορτυγία.

Αστερία  όμως θα μπορούσε κάλλιστα να δηλώνει και την εμφάνιση κάποιου φανερού σημείου/σημαδιού  εκ του σκοτεινού ουρανού (καθώς και η Λητώ δηλώνει την νύχτα ή την σκοτεινιά κλπ που πλέον γίνεται φανερό και εμφανίζεται είτε στον σκοτεινό ουρανό, είτε στον σκοτισμένο και ξεχασμένο νου των ανθρώπων. Και με την επωνυμία της ως Βουτούς ίσως θα έπρεπε να δούμε και την έννοια της Βουτιάς και της βύθισης/πτώσης μετεώρου  ή της εμφάνισης νέου αστέρος/ηλίου, καθώς μονο ο Απόλλων γεννιέται στην Δήλο/Βήλο με την βοήθεια και της αδερφής του Αρτέμιδος, ή έννοια της Βουθοης της Θεάς των Βοδιών η της θεάς βοηθού αλλα και  της αιγυπτιακής Αθώρ, που κουβαλά στο κεφάλι της τον ήλιο αλλα και τα δύο κέρατα της Σελήνης 



 Όμως Βήλος  είναι και το όνομα του ουρανού αλλα και του αστέρα  αλλά ονομάζετε και η Μήλος  πριν από τις Ηράκλειες στήλες και από τις δύο πλευρές λέγεται ότι οι αρχαίοι βηλόν ονομάζουν την οδό ή το κατώφλι το δοκάρι της θύρας, ή το σύνορο την αρχή και το τέλος στην οδό του Ωκεανού !!! και η σύνδεση της Μήλου δεν σταματά μονο εδώ καθώς μια εκδοχή της και ένας μύθος της φέρει και την δημιουργία και την ύπαρξη της Πελειάδος.

Stephanus Gramm., Ethnica (epitome)
Page 166, line 22
                                  <Βλος,> καλος,> πρς τας ρακλέους στήλαις,
μφοτέρων τύμως λεγομένων, τ τος ρχαίους βηλν λέγειν
τν οδν τς θύρας, κα ταύτην κεσθαι παρ τν οδν το κεανο.

 αλλά και ο Ουρανός και ο Αστήρ καθώς και ο Ζεύς και του Ποσειδώνος ο υιός !!! αλλά και ο ίδιος ο Κρόνος !!!

Lexica Segueriana, Glossae rhetoricae (e cod. Coislin. 345)
Alphabetic entry beta, page 225, line 29

<
Βλος>: ορανός, βαρυτόνως, κα Ζεύς, κα Ποσει-
 
δνος υός.

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Commentaria in Isaiam
Section 14, line 389

   
Τν δ Βλ Κρόνον φασάν τινες εναι.

Damascius Phil., Vita Isidori (ap. Photium, Bibl. codd. 181, 242)
Fragment 115, line 1

τι Φοίνικες κα Σύροι τν  Κρόνον λ κα Βλ κα Βωλαθν
πονομάζουσιν.

Joannes Philoponus Phil., De vocabulis quae diversum significatum exhibent secundum differentiam accentus
Recensio d, alphabetic letter beta, entry 4, line 1

<
Βλος>· τ κύριον,
<
βηλός>· ορανς κα στήρ.


Joannes Philoponus Phil., De vocabulis quae diversum significatum exhibent secundum differentiam accentus
Recensio e, alphabetic letter beta, entry 3, line 1


<
Βλος>· κύριον,
<
βηλς> δ ορανς τόπος ατο στήρ.

Βήλος - (Β)ήλιος - Βάαλ - Ήλιος
-ΗΛ - ΕΛ- Βήλος -(Β)-ήλιος - ΗΕΛΙΟΣ - ΑΒελιος - Βααλιος- Βα-ΑΛ. Ο Βελ ή Βήλ ούτως είναι ο Ελ ή Αλ των Ελ­λήνων δηλαδή ό Ηέλιος του Όμηρου, ο ήλιος, ο Άλιος - Βάλιος των Δωριέων, ό Άβέλιος των Κρητών, ο Χουβιλ /Houbil των Ετρούσκων, ό Υλ-ίλι ό όβιλ των Αλβανών, ο Βελάρ της Γραφής, ο Βάαλ των άλλων ασιατικών λαών, Υλλος Ζεύς-Βάλος τών Ελλήνων, ή αυτος  ο Ήλιος - Απόλλων, διότι Ζεύς και "Ήλιος πολλάκις συνταυτίζονται, αφού ό Ζεύς ην προσωποποίησις του Ήλιου.

Αλλά επιστρέφουμε στην Λητώ καθώς ταυτόχρονα δηλώνει και την Α-Ληθη-Α και το αληθές  καθώς η έχοντας ξεφύγει από την Λήθη και το αποξέχασμα ή την λησμονιά μπορούμε να αντικρύσουμε την πραγματικότητα.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum
Alphabetic entry lambda, page 369, line 22

<Λητ
>, νξ, παρ τ λήθω τ λανθάνω, παρ τ
 λήθην κα
μνημοσύνην ποιεν· παρ τ λεληθότως
 ταύτην διέρχεσθαι· πολλόδωρος δ λεητ, λεήμων
 γρ κα πραεα θεός.

Η Λητώ ταυτίζεται με την νύχτα  αλλά και την λήθη και την αμνημοσύνη

Άλλες ερμηνείες που μπορούμε να δώσουμε στη νύχτα είναι ο ζόφος, το σκοτάδι, η λιποθυμία, αλλά και ο θάνατος, ο όλεθρος αλλά και η συμφορά, καθώς και η χασοφεγγιά ( ή νύχτα χωρίς φεγγάρι ή με την χάση του φεγγαριού), και η Θεά Νύχτα προσωποποιημένη.

Etymologicum Gudianum
, Additamenta in Etymologicum Gudianum (άλιονζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Pari
Alphabetic entry alpha, page 86, line 15

<ληθές>· παρ τ λήθω· τ μ λήθ το δικαίου ποπίπτον.

Etymologicum Gudianum, Additamenta in Etymologicum Gudianum (
άλιονζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Pari
Alphabetic entry epsilon, page 460, line 17

                                                                            
δ λήμη λευκόν
στι ⟦κα γρν κατ τν φθαλμν συνιστάμενον· γίνεται δ παρ τ λάω, τ
βλέπω, κα τν μή παγόρευσιν·⟧ κα γρ κωλύει το βλέπειν· παρ τ λήθω,
τ λανθάνω, λήμη· τος ⟦γρ λημντας κα μ βλέποντας παρερχόμεθα.

Άλλες ερμηνείες είναι και η Λήμη το λευκό υγρό των ματιών που προκαλεί τις τσίμπλες στα μάτια και μας εμποδίζει αν υπάρξουν σε μεγάλη ποσότητα να ανοίξουμε τα μάτια μας. Ένα άλλο είδος παροδικής τύφλωσης, και σκοτεινιάς των ματιών…και κατ΄επέκταση και του νού.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – μαι)
Alphabetic entry lambda, page 369, line 14

<Λητ
>, κ το λήθω τ λανθάνω, μν Πλάτων φησ,
 πράεια γρ κα πάντας λοσα· τ δ μερον κα

 πράον κ το πιλελσθαι τν ες ατν πεπλεμμε-
 λημένων μφαίνεται, δ ρίσταρχος παρ τ λ τ

 θέλω, πειδ άν τις θέλ, παρ' ατς λαμβάνει·
 τ δ λ σημαίνει τρία, λ τ θέλω, ξ ο κα Λητ,
 λ τ πιθυμ ξ ο κα λιλ, λ τ βλέπω, περ
 π το λάω γέγονε κα λελιημένος.

Στο Γουδιανο ετυμολογικό λοιπόν αναφέρετε ότι ο Αρίσταρχος δηλώνει ότι το όνομα της Λητούς προκύπτει εκ του ρήματος ΛΩ που σημαίνει ΘΕΛΩ, αλλα και ΛΕΓΩ όποιος θέλει/ζητά λαμβάνει από την θεά,  όμως η δεύτερη ερμηνεία του ΛΩ είναι το επιθυμώ εξ ου και λιλαίω/λιλώ  επιθυμώ σφόδρα, λαχταρώ, ορέγομαι, πεθαίνω για κάτι, ποθώ με ερωτικό πάθος κλπ. Και η τρίτη ερμηνεία του είναι ΛΩ βλέπω δηλαδή δεν είμαι τυφλός, αλλα θωρώ, παρατηρώ, έχω βλέμμα, φαίνομαι, έχω όραση κλπ.

Epimerismi, Epimerismi Homerici
Line of Iliad 1+source of gloss 9,a2, line of gloss 2
                               Os
 Τ δ λ σημαίνει τρία· (1) λ, τ θέλω, ξ ο κα λέγω· (2) λ,
τ πιθυμ, ξ ο κα λιλ κα λελιημένος (Δ 465, Ε 690)· (3) λ, τ

βλέπω, περ γίνεται π το λάω.


H έννοια και η θεά Λίλιθ  που ο συνειρμός της εκεί μας οδηγεί. Στην σκοτεινή και μαύρη πλευρά της Σελήνης. Η μαύρη Σελήνη ή Λιλιθ ή  σκοτεινή πλευρά της Σελήνης, η πλευρά της που δεν βλέπουμε. Η Σελήνη ως δορυφόρος της Γής γυρίζει γύρω από αυτήν σε εκλειπτική τροχια που εχει δύο εστίες, η μια καταλαμβάνεται από τη Γή ενώ η δεύτερη που είναι η εικονική εστία είναι η Μαύρη Σελήνη ή Λιλιθ. Σε αντίθεση με την φωτεινόητα και την καθαρότητα της Σελήνης η Λιλιθ αντιπροσωπεύει το σκοτάδι, το μυστηριώδες, το ανίκητο πάθος αλλα και την έντονη σεξουαλική έλξη. Τις μοιραίες γυναίκες με την αιώνια θηλυκότητα. Κατά την  καθολική εκκλησία είναι η Λίλιθ η πρώτη πρωτοπλαστη γυναίκα  και φτιάχτηκε από το χώμα όπως και ο Αδαμ, οπότε ήταν ίση μαζί του. ¨Η κατ΄αλλους γεννήθηκε από τα ερωτικά όνειρα του Αδάμ και  με ελεύθερη βούληση. Το όνομά της προέρχεται από το Σουμεριανό Λιλλάκε και σημαίνει (σε ελεύθερη μετάφραση) «η Θεϊκή Γυναίκα». Εμφανίζεται για πρώτη φορά σε αρχαία Σουμερικά μυστικιστικά γραπτά και φυλαχτά ως Λιλλάκε, που είναι το απόκρυφο όνομα της Θεάς Μπελίλι. Την ξανασυναντάμε με το όνομα Μπααλάτ (που είναι παράφραση του «Μπελίλι») στους Καναήτες. Λίγο αργότερα την ξανασυναντάμε στις Εβραϊκές δοξασίες ως δαιμόνισσα της ερήμου και η πρώτη «επίσημη» εμφάνισή της στο Εβραϊκό και Χριστιανικό δόγμα με το όνομα Λίλιθ, γίνεται με μια πολύ σύντομη αναφορά στην Βίβλο αναφέροντάς την και πάλι ως δαιμόνισσα, καθώς και στα γραπτά της Νεκρής Θάλασσας


Τώρα πως η γλυκιά και ήρεμη Θεά Μητέρα που προσεύχεται, αναφέροντας  κάποιες από τις ερμηνείες που μπορεί να πάρει το όνομα της Λητούς/Λατούς καθώς και τις λατρείες που σχετίζονται με την κρυμμένη μητέρα Θεά μετατρέπετε σ΄έναν θηλυκό δαίμονα στις άλλες θρησκείες είναι ένα από τα παράδοξα που αντικρύζουμε…

Μερικές επισημάνσεις : η Ληίτη  και οι Λήτη είναι κατά τον Ησύχιο η Ιέρεια αλλά και οι Ιέρειες. Εξ ου και οι Ληιτουργοί οι υπουργοί αλλά και οι δημιουργοί, εξ ου και η ληιτουργία άλλο αν σήμερα η ίδια λέξη είναι λειτουργία και έχουμε διαφορετική γραφή. Και οι Ληιτάρχαι ο καθηγούμενοι τν θυσιν κα  των στιάσεων κα  οι ιερες αλλα και οι λήιοι οι ιεροί και οι άγγελοι ...


Hesychius Lexicogr., Lexicon (ΑΟ)
Alphabetic letter lambda, entry 813, line 1

*<λεωπετρία>· λίθος λεος (Ezech. 24,7 ..) ASg (vn)

<λ>· θέλει (Epich. fr. 35 ..)
<ληθάνει>· λανθάνειν ποιε (η 221)
<λήθαργος>· *πιλήσμων A. πίβουλος r. κα κύων προσαίνων
 μέν, λάθρα δ δάκνων (Soph. fr. 800). κα τν ππων ο
 βλεμες κα νωθροί. κα πάθος τι σν πυρετ
<ληθεδών>· λσις Σ  
<λήθη>· μέλεια
<ληθηκέα>· ες λήθην γοντα φάρμακα
†<ληθημόνοισι>· ληθάργοις
<λήθιος>· λαθραος r
θον>· βαλιόν
*<λήθω>· λανθάνω (Α 561) r. nps
<ληίδα>· *μερίδα Avgn. λείαν (ξ 86). τν ψιλν κτσιν
<λήιοι>· εροί. κα γγελοι
<λήιμος>· εβοτος
<λήιον>· σιτοφόρον χωρίον An π το λειαίνειν τν τροφήν.
 γριονται γρ ο λιμώσσοντες. βέλτιον δ ψιλς, δι τν
 πιφαινομένην κατ καιρν λειότητα τν σταχύων (Β 147)
<ληιτή>· έρεια, ο δτή>
 [<λήιτο>· πέθετο]
<ληιτάρχαι>· ο καθηγούμενοι τν θυσιν κα στιάσεων κα
 ρχα κα ερες
*<ληιτουργεν>· λήιτον γρ δημόσιον [λειτουργεν] ASn
<ληιτουργοί>· πουργοί. δημιουργοί

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – μαι)
Alphabetic entry lambda, page 368, line 39

<Λήδη> κα
<λήδαον> μάτιον, τ πεπαλαιωμένον· κ το
 λήθω, τ λανθάνω


Όμως από το ίδιο ρήμα που προέρχεται το όνομα της Λητούς/Λατούς έχουμε και την ετυμολογία /δημιουργία μια ακόμα θεάς της Λήδας/Λήδης και των διδύμων τέκνων της καθώς και της Ελενης/Σελένης/Σελήνης.

Όμως η τελευταία ερμηνεία της Λητούς νομίζω ότι μπορεί να μας δώσει την ακριβή της ερμηνεία. Στον Πλούταρχο λοιπόν διαβάζουμε την πραγματική της ερμηνεία ως Λητώ Μύχια αλλα και Νυχία  ως η πολύ βαθιά, κρυμμένη  η  ενδόμυχα, ή  ανέκφραστη και ανεκδήλωτη «κρυφή» θεά. Και το Νύχια ως η θεά της ξαγρύπνιας και του ξενυχτιού αλλά και της διανυκτέρευσης.

Plutarchus Biogr., Phil., Fragmenta
Fragment 157, line 64

Τοτο δ τ συμβολικν εδος ν τος λόγοις κα τος
μύθοις μλλόν στιν· οον στοροσι τν ραν ν τ
Εβοί τρεφομένην τι παρθένον π το Δις κλαπναι,
κα διακομισθεσαν νταθα κρύπτεσθαι, Κιθαιρνος 
ατος μυχν πίσκιόν τινα κα θάλαμον ατοφυ
παρασχόντος· λθούσης δ τς Μακρίδος κατ ζήτησιν
(ν δ ρας τιθήνη) κα βουλομένης ρευνν, οκ ἐᾶν τ
Κιθαιρνα πολυπραγμονεν οδ τ χωρί προσάγειν, ς
το Δις κε τ Λητο συναναπαυομένου κα συνδιατρί-
βοντος. πελθούσης δ τς Μακρίδος, οτω τότε μν δια-
λαθεν τν ραν, στερον δ τ Λητο χάριν πομνημο-
νεύουσαν μοβώμιον θέσθαι κα σύνναον· στε κα Λητο
Μυχί προθύεσθαι· τινς δ Νυχίαν λέγουσι. σημαίνεται δ'
ν κατέρ τν νομάτων τ κρύφιον κα διαλεληθός. νιοι
δ τν ραν ατν κε τ Δι λάθρ συνοσαν κα λαν-
θάνουσαν οτω φασ Λητ Νυχίαν προσηγορεσθαι· φα-
νερν δ τν γάμων γενομένων κα περ τν Κιθαιρνα
πρτον νταθα κα τς Πλαταις τς μιλίας νακαλυ-
φθείσης, ραν Τελείαν κα Γαμήλιον ατν προσαγορευ-
θναι.
 Ο δ φυσικς μλλον κα πρεπόντως πολαμβάνον-
τες τν μθον οτως ες τατ τ Λητο συνάγουσι τν  
ραν. γ μέν στιν ρα καθάπερ ερηται, νξ δ'
Λητώ ‘ληθώ’ τις οσα τν ες πνον τρεπομένων. νξ δ'
οδέν στιν λλο πλν σκι γς· ταν γρ πλησιάσαντα
τας δυμας ποκρύψ τν λιον, ναπλατυνομένη μελαί-
νει τν έρα· κα τοτ' στι τ κλειπτικν λίσθημα τν
πανσελήνων, ταν τς σελήνης περιφερομένης σκι τς
γς πιψαύσ κα διαθολώσ τ φέγγος.
 τι δ' οκ λλη τίς στι τς ρας Λητώ, μάθοιτ'
ν νθένδε. τν ρτεμιν δήπου θυγατέρα Λητος καλο-
μεν, λλ κα Ελείθυιαν τν ατν νομάζομεν· οκον
τε ρα κα Λητ δύο εσ μις θεο προσηγορίαι. πάλιν
κ μν Λητος πόλλων κ δ' ρας ρης γέγονε·
μία δ' στν μφοτέρων δύναμις, κα κέκληται ρης μν
ς ‘ρήγων’ τος κατ βίαν κα μάχην συμπτώμασιν,
πόλλων δ' ς ‘παλλάττων’ καπολύων’ τν περ
σμα νοσηματικν παθν τν νθρωπον. δι κα τν
μπυρωτάτων στρων κα πυριφλεγεστάτων μν λιος
πόλλων κέκληται δ πυροειδς ρης πωνόμασται.
κα οκ π τρόπου στν τν ατν θεν Γαμήλιον λέγε-
σθαι κα μητέρα Ελειθυίας κα λίου νομίζεσθαι· γάμου
μν γρ τέλος γένεσίς στιν, γένεσις δ' ες λιον κα φς
κ σκότους πορεία· κα καλς φη ποιητής (Π 187)


Και αν Γή ονομάζουν την Ήρα, νύχτα η Λητώ και ως Ληθώ αυτή που φέρνει τον ύπνο και η νύχτα ως η σκιά της γής… Και οι δύο θεές και η Ηρα και η Λητώ και οι δύο είναι μια ΘΕΑ και εκ της Λητους έγινε ο Απόλλων και εκ της Ηρας ο Αρης ένας εκ των δύο δυνάμεων ως ο Αρης και ο Απολλων ως Απαλλάτων αυτός που απαλλάσει και απομακρύνει, λυτρώνει και σώζει και ως Απολλύων αυτός που καταστρέφει, εξολοθρεύει τα σωματικά πάθη και νοσήματα …

Ίσως  η πραγματική ονομασία της Λητούς είναι αυτή της Νύχτας της κυρίαρχης αρχέγονης και κοσμογονικής μορφής της αρχαιότερης, της Νύχτας (Νυξ) που έχει γεννηθεί από το χάος και κατά άλλους είναι η κόρη του Φάνητα και έχει πάρει τη θέση του, ενώ στη συνέχεια παραδίδει το σκήπτρο στον γιό της Ουρανό και μετέπειτα στον Κρόνο, Δια, Απόλλωνα και γι αυτό την ταύτισαν και με την Λιλιθ των εβραίκων γραφών… καθώς κρύβει όλες τις σκοτεινές και αρχέγονες δυνάμεις της.

Συνεχίζεται…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...