H Hσιγόνη όπως ειδαμε - ἥτις κύνα νήπιον ἔτρεφε, έχει στην κατοχή της και τρέφει κύνα όπως και η Αρτέμιδα.
Η λέξη ΚΥΩΝ όμως εκτός από την ερμηνεία που μπορεί να της δωθεί για τον σκύλο έχει και μια ακόμα σημασία δίνει το όνομα του και στο ΚΥΝΑΣΤΕΡΟ τον Σείριο αστέρα δηλαδή
Ακόμα η λέξη ΚΥΩΝ ονομάζεται ο χαλινός της πόσθης αλλά και ο αστράγαλος του ίππου αλλα και το φως.
ΚΥΩΝ όμως είναι και η μετοχή του ρήματος ΚΥΩ με την έννοια του ρήματος που το γνωρίζουμε σήμερα δηλαδή ΚΥΟΦΟΡΩ- ΕΓΚΥΜΟΝΩ.
Η Ησιγόνη/Ησιγένεια όπως και Αρτέμιδα σχετίζονται με την προστασία της γέννησης και την κυοφορία. Τρανταχτό παράδειγμα ο Ναός της Εφέσιας Αρτέμιδας με το μοναδικό άγαλμα της Αρτέμιδας.
Στην Αθήνα εχουμε τον γνωστό όρκο «Μα τον Κύνα» όρκος που αναφέρετε στον Απόλλωνα/Ωρο.
Όλα τα παραπάνω σχετίζονται με την ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ και την ΓΕΝΗΣΗ.
Η θεά της Δημιουργίας είναι η ΔΗΜΗΤΡΑ η ΔΑ-ΜΗΤΗΡ ή η ΓΑ-ΜΗΤΗΡ η ΔΑΜΑΤΕΡ (στην δωρική πτώση) η ΔΗΩ και μια σειρά ακομα επιθέτων που της αποδίδονται όπως ΠΑΝΜΗΤΗΡ, ΣΤΑΧΥΟΠΛΟΚΑΜΟΣ, ΠΟΤΝΙΑ, ΚΥΡΙΤΑ, ΛΑΜΠΑΔΟΕΣΣΑ κλπ. Βλέπε ορφικό ύμνο προς Δήμητρα.
Είναι η Μητέρα των Πάντων, με τα πολλά ονόματα που τρέφει τα παιδιά και δίδει ευτυχία. Αυτή που μεγαλώνει και τρέφει τα στάχια και παρέχει τους σωρούς με το σιτάρι, τους χλωρούς καρπούς και κατοικεί στις Κοιλάδες της Ελευσίνος.
Κρατάει λαμπάδα και ως θεά είναι μονογενής αλλά και ΠΟΛΥΤΕΚΝΟΣ.
Η Περσεφόνη, δεν είναι μοναδική της κόρη…
Στον Ομηρικό ύμνο δίνεται όλη η δραματική ιστορία της με την αρπαγή της Περσεφόνης.
ΟΜΗΡΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΣΤΗ ΔΗΜΗΤΡΑ |
Τη Δήμητρα τη σεβαστή καλλίκομη θεάν αρχίζω να εξυμνώ,
αυτήν και τη λυγεροπόδαρη τη θυγατέρα της που ο Αϊδωνεύς
την άρπαξε, και του την έδωσε ο βαρύγδουπος παντόπτης Ζευς,
όταν μακριά απ' την χρυσοδρέπανη λαμπρόκαρπη τη Δήμητρα
έπαιζε με του Ωκεανού τις κόρες τις ορθόστηθες,
δρέποντας ρόδα, κρόκους κι άνθη κι όμορφους μενεξέδες
στον τρυφερό λειμώνα, σπαθόχορτα και υάκινθο
και νάρκισσο που ως δόλωμα τον βλάστησε για το κορίτσι
το ροδαλόμορφο η Γη με βούληση του Δία χάρη του πολυδέκτη,
θαυμάσιο άνθος που έθαλλε και θάμπωσε όσους τόβλεπαν
απ΄τους αθάνατους θεούς κι απ' τους θνητούς ανθρώπους,
κι απ΄ρίζα του εκατό ξεφύτρωσαν βλαστάρια,
και σκόρπαε οσμή γλυκύτατη κι όλος ψηλά ο διάπλατος εγέλασε ουρανός
και σύμπασα η γη και το αλμυρό κύμα της θάλασσας.
Κι έκθαμβη αυτή τα δυο της χέρια τ’ άπλωσε
το πάγκαλο άθυρμα να πιάσει, κι άνοιξε η γη τότε η πλατύδρομη
στο Νύσιον όρμησε το πεδίον ο πολυδέγμων άρχοντας
ο ένδοξος γιός του Κρόνου με τ’ αθάνατα άλογα.
Κι αφού την άρπαξε άθελά της πάνω σε ολόχρυσο όχημα
την πήγαινε κλαμμένη, εκείνη τότε κραύγασε με δυνατή φωνή
καλώντας τον πατέρα της, τον άριστο και ύπατο του Κρόνου γιό.
Κανείς απ’ τους αθάνατους ούτε κανείς από τους θνητούς ανθρώπους
δεν άκουσε την φωνή, μήτε οι καλλίκαρπες ελιές,
μόνο του Πέρση η θυγατέρα που τρυφερά αισθανόταν
η Εκάτη η λαμπροκρήδεμνη άκουσε από το άντρο,
μαζί κι ο άναξ Ήλιος, ο λαμπρός γιός του Υπερίωνα,
την κόρη που καλούσε τον πατέρα της Κρονίδη, εκείνος όμως
μακριά και χώρια απ΄ τους θεούς στον πολυσύχναστο καθότανε ναό
δεχόμενος απ’ τους θνητούς ανθρώπους πλούσια αφιερώματα.
Κι αυτήν ακούσια οδήγαγε με προτροπή του Δία
ο πολυδέγμων άρχων των νεκρών πατράδερφος της
ο ένδοξος γιός του Κρόνου με τ’ αθάνατα άλογα.
Όσο λοιπόν τη γη και τον ορμητικό ιχθυοτρόφο πόντο
και τις αχτίδες του ήλιου, ήλπιζε ακόμη τη μητέρα της την ένδοξη
να ιδεί και των αθανάτων θεών το γένος,
τόσο μέσα στη θλίψη της τον νου της τον ξαπλάνευε η ελπίδα,
κορφές βουνών αντήχησαν και τα βαθιά του πόντου
απ’ την αθάνατη φωνή, και τη φωνή την άκουσε η σεβαστή μητέρα.
Άλγος πικρό κυρίεψε την καρδιά της, κι απ’ τα θεία μαλλιά
ξεσκίσε με τα χέρια της το κρήδεμνο,
και μαύρο κάλυμμα έρριξε στους ώμους,
κι ωσάν γεράκι όρμησε σε γη και θάλασσα
γυρεύοντας τη, όμως κανείς να της αποκαλύψει την αλήθεια
δεν ήθελε, ούτε απ’ τους θεούς ούτε από τους θνητούς ανθρώπους,
κι ούτε απ΄τους οιωνούς ήλθε κανείς αληθινός αγγελιοφόρος.
Ύστερα η σεβαστή Δηώ περιπλανιότανε στη γη εννέα ημέρες
στα χέρια της κρατώντας δάδες αναμμένες,
ούτε ποτέ αμβροσία και ούτε ποτέ νέκταρ ηδύποτο
δεν γεύτηκε θλιμμένη, ουτ’ έβαζε το σώμα στα λουτρά.
Αλλά σαν έφτασε την δέκατην ημέρα η φωτοφόρα Ηώς,
η Εκάτη την συνάντησε κρατώντας φως στα χέρια,
κι άγγελμα φέρνοντάς της μίλησε και είπε,
Σεβαστή Δήμητρα λαμπρόδωρη, συ η ωριμάστρια των καρπών,
ποιός απ΄τους ουρανίους θεούς κι απ΄τους θνητούς ανθρώπους
την Περσεφόνη άρπαξε και ράισε την καρδιά σου;
γιατί τη φωνή άκουσα, όμως δεν είδα με τα μάτια μου
ποιός ήτανε, σου λέω με συντομία την πάσα αλήθεια.
Έτσι λοιπόν είπε η Εκάτη, όμως σ’ αυτήν δεν αποκρίθηκε
της καλλίκομης Ρέας η θυγατέρα, αλλά γοργά μαζί της
έτρεξε μες στα χέρια της κρατώντας δάδες αναμμένες,
Και φτάσανε στον Ήλιο τον φρουρό θεών και ανθρώπων,
μπροστά στους ίππους στάθηκαν και η πάνσεπτη θεά τον ρώτησε,
Ήλιε, σεβάσου εμένα τη θεά, αν κάποτε εγώ
με λόγο ή μ’ έργο επράϋνα την καρδιά και την ψυχή σου.
Την κόρη αυτή τη γέννησα γλυκό φυντάνι με θωριά καμαρωτή
Άκουσα τον παντέρημο αιθέρα τη γοερή κραυγή της,
σαν να την εξανάγκαζαν, αλλ’ όμως με τα μάτια μου δεν είδα.
Όμως εσύ τον πόντο, κι όλη τη στεριά και τον αιθέρα
από ψηλά με τις αχτίδες που εποπτεύεις,
πες μου στ’ αλήθεια αν έχεις δει κάπου το προσφιλές μου τέκνο
που κάποιος μακριά μου αθέλητα της άρπαξε και πάει
κάποιος απ’ τους θεούς ή απ’ τους θνητούς ανθρώπους.
Έτσι, είπε, και σ΄ αυτήν ο γιός του Υπερίωνος αποκρίθη,
Της καλλίκομης Ρέας θυγατέρα ω Δήμητρα άνασσα
Θα μάθεις, γιατί σέβομαι πολύ και συμπονώ
Την βαριολυπημένη εσέ για το καλλίσφυρο παιδί σου, άλλος κανείς
απ’ τους αθάνατους δεν είναι ο αίτιος πάρεξ ο νεφεληγερέτης Ζευς,
που την παρέδωσε στον αδερφό του Άδη θαλερή του ομόκλινη
να του είναι, αυτός μες στ’ ομιχλώδες σκότος
αφού την άρπαξε την πήγαινε με τ’ άλογα ενώ εκείνη δυνατά ξεφώνιζε.
Αλλά θεά πάψε τον μέγα θρήνο, ούτε σου πρέπει
Ανώφελα έτσι να εξοργίζεσαι, μήτε για σένα ανάξιος
είναι ο γαμπρός μες στους αθάνατους ο άρχων των νεκρών ο Αϊδωνεύς
ο αδερφός και ομόσπορός σου, του έλαχε η τιμή
πρώτη φορά όταν έγινε η μοιρασιά στα τρία,
σε κείνους που μαζί τους κατοικεί του έλαχε ναναι ο άρχοντας τους.
Σαν μίλησε έτσι τ’ άλογα του κάλεσε κι αυτά στην πρoσταγή του
γοργόσυραν πλατύφτερα το ευκίνητο άρμα ως όρνεα,
τότε δεινότερο και πιο άγριο άλγος στην καρδιά της φώλιασε.
Έπειτα χολωμένη με το μαυρονέφελο του Κρόνου τέκνο
αφήνοντας τη σύναξη των θεών και τον πανύψηλο Όλυμπο
στις πόλεις και στους εύφορους αγρούς έφτασε των ανθρώπων
παίρνοντας για πολύ καιρό αλλιώτικη όψη, απ’ τους άνδρες
κι απ’ τις βαθύζωστες γυναίκες που την κοίταζαν κανείς τους δεν τη γνώρισε
μέχρι στο ανάκτορο να φτάσει του ανδρείου Κελεού
που τότε της ευώδους Ελευσίνας ήταν ο άρχοντας.
Και με θλιμμένη την ψυχή της κάθισε στο δρόμο
κοντά στο φρέαρ το Παρθένιον, όπου οι πολίτες έπαιρναν νερό
στη σκιά, που είχε φυτρώσει επάνωθε θάμνος ελιάς,
ολόιδια με πολύχρονη γριά, που πια από τοκετό
κι από της φιλοστέφανης της Αφροδίτης δώρα έχει αποκλεισθή,
παρόμοιες είναι και οι τροφοί για τα παιδιά των δίκαιων βασιλιάδων
και οι οικονόμες στα πολύβουα τ’ ανάκτορα.
Τότε την είδανε του Ελευσινίου Κελεού οι θυγατέρες
καθώς ερχόνταν για να φέρουνε το ευάντλητο νερό
με χάλκινες υδρίες στα πατρικά τους δώματα,
και οι τέσσερις ωσάν θεές στης νιότης τους το άνθος,
η Καλλιδίκη, η Κλεισιδίκη και η Δημώ η ελκυστική
και η Καλλιθόη, η πιο μεγάλη απ’ όλες που ήταν,
μα δεν την γνώρισαν, δύσκολο στους θνητούς να δούνε τους θεού...
Η θεολογική βάση των Μυστηρίων της Ελευσίνος, είναι ο Ομηρικός ύμνος στην Δήμητρα..
Στο πρώτο συμβολικό επίπεδο, ταυτίζεται με τη γόνιμη γη που τρέφει τον άνθρωπο και εξασφαλίζει τον επίγειο βίο του. Η Περσεφόνη είναι η κόρη του Δία και της Δήμητρας, και στην εξέλιξη του μύθου γίνεται σύζυγος του Πλούτωνα. Ταυτίζεται με τον σπόρο του σταριού που χάνεται μέσα στη γη και αργότερα ελευθερώνεται ως στάχυ, δηλαδή ως βάση της ανθρώπινης διατροφής, επομένως και της ζωής και του πολιτισμού. Ο Πλούτωνας είναι ο θεός του Κάτω Κόσμου. Μόλις δύο φορές αναφέρεται άνοδός του στο φως της ημέρας. Την πρώτη για την απαγωγή της Περσεφόνης και την δεύτερη όταν πηγαίνει στον Όλυμπο για να γιατρέψει τις πληγές που του προξένησε ο Ηρακλής. Σημειωτέον ότι ένας άλλος μύθος θέλει τον Ηρακλή να μυείται στα Μυστήρια της Ελευσίνος, για να προετοιμαστεί και να ξεπεράσει τον φόβο του θανάτου, πριν την κάθοδό του στον Άδη.
Σύμφωνα με τον Ομηρικό ύμνο της Δήμητρας, ο Πλούτων απαγάγει την Περσεφόνη και η Δήμητρα, λόγω του αφόρητου ψυχικού άλγους για την απώλεια της Κόρης, σταματά την καρποφορία της γης. O Δίας στέλνει τον Ερμή στον Κάτω Κόσμο και τον πείθει να αφήσει την Περσεφόνη να επιστρέψει στο φως της ημέρας. Με άρμα η Κόρη φεύγει απ' τον Άδη μαζί με τον Ερμή και βρίσκει την μητέρα της στην Ελευσίνα. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Πλούτων έχει υποχρεώσει την Περσεφόνη να φάει έναν κόκκο ροδιού. Με τον τρόπο αυτό την «κρατά δεμένη», την υποχρεώνει δηλαδή να επιστρέφει στον Άδη για τρεις μήνες κάθε χρόνο.
Ο ύμνος ξεκάθαρα πιά μας δίνει την συνθήκη όπου η Δήμητρα μόνο μαζί με την Περσεφόνη μπορεί να λειτουργήσει ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΑ και να παράγει.
Η Δήμητρα όσο βρίσκεται σε άλγος και αφόρητο ψυχικό πόνο η ΚΤΙΣΙΣ / ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ έχει σταματήσει.
Λειτουργεί μόνο μαζί με την Κόρη της. Οi γενεές των ανθρώπων για να επιζήσουν χρειάζονται και τις δύο και την ΔΗΜΗΤΡΑ+ΚΟΡΗ.
Η Δήμητρα εξαντλημένη απο την αναζήτηση της απαχθείσας κορης φτάνει στο Καλλίχορον Φρέαρ, ενα πηγάδι έξω απο την πύλη του μελλοντικού Ελευσίνιου Ιερο. Σ΄εκεινο το σημείο που χορευαν μέχρι εξαντλήσεων οι μύστες μετα την μακρά πορεία τους απο την Αθήνα στην Ιερά Οδό, πριν περάσουν τις πύλες για το απογορευμενο άδυτο.
Το πηγάδι ονομαζόταν επισης ΠΑΡΘΕΝΙΟΝ ΦΡΕΑΡ και πηγάδι των ανθέων - ΑΝΘΙΟΝ ΦΡΕΑΡ.
Εκει ξαποσταίνει η Δημητρα και εκει ξεμένει, να ξεχνίεται πισω απο τον αντανακλαστικο καθρέφτη των υπόγειων υδάτων, πισω απο τον οποίο βρίσκεται πλέον η κορη της στον Κάτω Κόσμο.
Ισως η αντανάκλαση του προσώπου της μητέρας έδινε την απατηλή εντύπωση ότι επρόκειτο για το ομοίωμα της κορης της, καθώς αυτο ειναι το στοιχείο της μαγείας των κατόπτρων.
Η μητέρα και η Κορη κατα κάποιον τρόπο καθίστανται ΕΝΑΛΛΑΞΙΜΕΣ...
Όμοια και το Σταχυώδης Κόρη, ονομασία που δίδεται στον αστερισμό της Παρθένου κάλλιστα μπορεί να αναφέρετε και στην ΔΗΜΗΤΡΑ και στην ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ.
Το όνομα ΑRISTA των Ρωμαίων αποδίδει και τον καρπό του σίτου καθώς εκείνος μεγαλώνει και δίδει την ΑΡΙΣΤΗ καρποφορία που προετοιμάζει τον Θερισμό.